τελευταια νεα
ΑΠΟΨΕΙΣ

Τιμητική πολιτογράφηση αλλοδαπού. Σκέψεις με αφορμή την πρόσφατη περίπτωση του “Spider-Man του Παρισιού”

Pinterest LinkedIn Tumblr
Εδώ και μερικές μέρες όλη η Γαλλία μιλάει για τον Μαμουντού Γκασαμά, τον νεαρό παράτυπο μετανάστη από το Μάλι που έσωσε ένα μικρό παιδί σκαρφαλώνοντας τέσσερις ορόφους. Η θεαματική διάσωση όπου φαίνεται ο άνδρας να σκαρφαλώνει τέσσερις ορόφους σε τριάντα δευτερόλεπτα υπό τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα των συγκεντρωμένων βιντεοσκοπήθηκε από περαστικούς και έκανε τον γύρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, προσδίδοντας στον Μαμουντού το παρατσούκλι «Σπάιντερμαν του Παρισιού». Λίγες μέρες μετά το συμβάν, ο νεαρός μετανάστης έλαβε πιστοποιητικό νόμιμης διαμονής στη Γαλλία, το πρώτο βήμα πριν από τη χορήγηση της γαλλικής υπηκοότητας, την οποία του υποσχέθηκε ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν μέσω «τιμητικής πολιτογράφησης».
Τι είναι, λοιπόν αυτή η πολιτογράφηση «τιμής ένεκεν» και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί κανείς να αποκτήσει έτσι την ιθαγένεια;
Πολιτογράφηση ονομάζεται η επίσημη διοικητική πράξη, με την οποία ένα κράτος απονέμει την ιδιότητα του πολίτη (ιθαγένεια ή αλλιώς υπηκοότητα[1]) σε κάποιον που έως τότε ήταν πολίτης άλλου ή κανενός κράτους. Κύριο στοιχείο της πολιτογράφησης είναι η βούληση του ατόμου αφού ως πρωταρχική προϋπόθεση για την ύπαρξή της έννοιας της πολιτογράφησης είανι η αίτηση του ενδιαφερομένου. Παράλληλα, όμως απαιτείται και η βούληση της πολιτείας, η οποία κυριαρχικά δύναται να προσδώσει την ιθαγένεια στον αιτούντα[2]. Μετά την πολιτογράφησή του, το άτομο εξομοιώνεται νομικά με τους υπόλοιπους πολίτες του κράτους, τόσο στα δικαιώματα όσο και τις υποχρεώσεις. Συνήθη κριτήρια που λαμβάνουν υπ’ όψιν οι εθνικές νομοθεσίες, εναλλακτικά ή συνδυαστικά για την πολιτογράφηση είναι η καταγωγή από κάτοχο της ιθαγένειας ή μέλος εθνικής μειονότητας/παροικίας του εξωτερικού, γέννηση ή/και επί μακρόν διαμονή στη χώρα, ανθρωπιστικοί λόγοι (ιδίως σε περιπτώσεις ανιθαγενών και προσφύγων) ή η προσφορά εξαίρετων υπηρεσιών (τιμητική πολιτογράφηση).
Συγκεκριμένα, η «τιμής ένεκεν» απόδοση της ιθαγένειας αποτελεί την ύψιστη τιμή που επιφυλάσσει μια πολιτεία σε ένα ορισμένο άτομο, λόγω προσφοράς εξαιρετικών υπηρεσιών ή εν γένει εξυπηρέτησης εθνικού συμφέροντος.
H κτήση ιθαγένειας μέσω τιμητικής πολιτογράφησης αποτελεί ένα σταθερό και διαρκή τρόπο λήψης και της ελληνικής ιθαγένειας. Ιστορικά συνδέθηκε με τον αγώνα του 1821 έπειτα από την σε εθελοντική βάση προσφερθείσα βοήθεια από διάφορους φιλέλληνες προς την αγωνιζόμενη Ελλάδα, αλλά και την μετέπειτά προσφορά εθνικών ευεργετών προς το  νεοσύστατο τότε ελληνικό κράτος[3]. Με τον τρόπο αυτό παρέχεται η νομοθετική δυνατότητα πολιτογράφησης αλλοδαπού ως Έλληνα, με πράξη της εκτελεστικής εξουσίας, χωρίς της συνδρομής των υπολοίπων προβλεπόμενων προϋποθέσεων πολιτογράφησης είτε λόγω προσφοράς εξαιρετικών υπηρεσιών στην Ελλάδα είτε λόγω εξυπηρέτησης ορισμένου εξαιρετικού εθνικού συμφέροντος[4].
Στον ισχύοντα Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας (ΚΕΙ – ν. 3284/2004, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) η τιμητική πολιτογράφηση ρυθμίζεται από το άρθρο 13, το οποίο ορίζει ότι «Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μπορεί να πολιτογραφηθεί Έλληνας, χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 και των άρθρων 6, 7 και 8, αλλοδαπός που προσέφερε στην Ελλάδα εξαιρετικές υπηρεσίες ή του οποίου η πολιτογράφηση μπορεί να εξυπηρετήσει εξαιρετικό συμφέρον της χώρας».
Πρόκειται για μια ιδιόρρυθμη (sui generis) πολιτογράφηση, γιατί δεν καλύπτεται απόλυτα από τη βασική έννοια της πολιτογράφησης, η οποία απαιτεί και αίτηση από μέρους του ενδιαφερομένου, χωρίς, ωστόσο, να αποκλείεται κάτι τέτοιο[5], ενώ παράλληλα δεν απαιτούνται και όλες εκείνες οι προϋποθέσεις της τακτικής πολιτογράφησης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο απαιτείται καταρχάς να πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις[6]:

α) ο ενδιαφερόμενος να είναι ενήλικος
β) να μην έχει καταδικασθεί για τα προβλεπόμενα στην περ. β της παρ. 1 του άρθρου 5 του ΚΕΙ ποινικά αδικήματα
γ) να μην τελεί υπό απέλαση ή άλλη εκκρεμότητα του καθεστώτος νόμιμης διαμονής στη χώρα, και
δ) να έχει προσφέρει στην Ελλάδα εξαιρετικές υπηρεσίες ή του οποίου η πολιτογράφηση μπορεί να εξυπηρετήσει εξαιρετικό συμφέρον της χώρας.
Ο έλεγχος συνδρομής της τελευταίας αυτής προϋπόθεσης εναπόκειται στην πλήρη διακριτική ευχέρεια του προτείνοντος την έκδοση του διατάγματος Υπουργού Εσωτερικών. Ωστόσο, η πρόταση του αρμοδίου Υπουργού θα πρέπει, κατά ρητή επιταγή του άρθρου 13 του ΚΕΙ να είναι αιτιολογημένη, εξειδικεύοντας και τεκμηριώνοντας τις εξαιρετικές υπηρεσίες που προσέφερε ο αλλοδαπός ή/και τους λόγους εθνικού συμφέροντος που δικαιολογούν την πολιτογράφηση[7]. Ο δε Πρόεδρος της Δημοκρατίας δύναται να ελέγξει τη συνδρομή των τυπικών προϋποθέσεων της τιμητικής πολιτογράφησης (ενηλικότητα, νομιμότητα παραμονής στη χώρα, τυχόν ποινικές καταδίκες) χωρίς, ωστόσο, να μπορεί να προβεί και σε έλεγχο της ουσιαστικής προϋπόθεσης της προσφοράς εξαιρετικών υπηρεσιών στη χώρα από τον ενδιαφερόμενο ή της συνδρομής λόγων εθνικού συμφέροντος, καθώς δεσμεύεται ως προς αυτές από την πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών[8].  
Παράλληλα, εκτός της τιμητικής πολιτογράφησης, η ελληνική νομοθεσία, προβλέπει μια ακόμα δυνατότητα «απόδοσης τιμής και αναγνώρισης υπηρεσιών» σε αλλοδαπό. Πρόκειται για τη χορήγηση άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους κατ’ άρθρο 19 παρ. 6 του ισχύοντος Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης, σε αλλοδαπούς χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα στη χώρα, οι οποίοι «με κίνδυνο της ζωής τους, προέβησαν σε πράξεις κοινωνικής αρετής, προσφοράς και αλληλεγγύης που προάγουν τις αξίες του ανθρωπισμού.»[9]. Η εν λόγω άδεια διαμονής χορηγείται από τον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Μετανάστευσης της παραγράφου 1 του άρθρου 134 του εν λόγω νόμου που συνιστώνται στο Υπουργείο[10]. Η γνώμη της Επιτροπής δεν είναι δεσμευτική για τον Υπουργό Εσωτερικών, ο οποίος έχει και την τελική αποφασιστική αρμοδιότητα, και επομένως, μπορεί να αποφασίσει διαφορετικά κατόπιν, όμως, ειδικής αιτιολογίας[11].
Η ελληνική νομοθεσία, λοιπόν, όπως και άλλες αντίστοιχες κρατών σε όλο τον κόσμο, προβλέπει την «τιμής ένεκεν» απόδοση άδειας διαμονής ή/και ελληνικής ιθαγένειας σε όσους προβαίνουν σε πράξεις κοινωνικής προσφοράς και αλληλεγγύης ή παρέχουν εξαιρετικές υπηρεσίες στην ελληνική πολιτεία. Δεν λείπουν βέβαια και αυτοί που μιλούν για την ιθαγένεια ως ένα «έπαθλο», για «υποκρισία», για το γεγονός ότι ο μετανάστης πρέπει να κάνει τον spiderman και να σώσει ένα μωρό για να είναι άξιος να ζει ανάμεσα μας. Όλα αυτά ίσως και σε ένα βαθμό να ισχύουν. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίσουμε το μείζον. Σε εποχές, όπου οι αντι-μεταναστευτικές φωνές υψώνονται παντού στην Ευρώπη, περιπτώσεις σαν και αυτές του «Spider-Man του Παρισιού» ή του νεαρού πακιστανού στην Ελλάδα πριν μερικά χρόνια που κινδύνευσε να χάσει τη ζωή του στην προσπάθεια του να σώσει συνανθρώπους μας αποτελούν φωτεινό παράδειγμα. Όχι προς τους ίδιους τους μετανάστες. Αλλά, πρωτίστως, σε μας τους ίδιους. Μας θυμίζουν ότι οι μετανάστες δεν είναι «πηγή κάθε κακού». Είναι άνθρωποι, όπως εμείς ικανοί για το καλό και το κακό. Αυτό που τους λείπει είναι οι κατάλληλες συνθήκες και προϋποθέσεις. Αυτές είναι που πρέπει να τους παράσχουμε ως κοινωνίες υποδοχής.   



[1] Οι έννοιες ιθαγένεια και υπηκοότητα έχουν καταρχήν ταυτόσημο περιεχόμενο. Οι διαφορές μεταξύ των δύο όρων εντοπίζονται καταρχάς σε επίπεδο κοινωνιολογικό. Η υπηκοότητα έχει μοναρχική προέλευση και υποδηλώνει αυτόν που υπακούει και εξουσιάζεται. Πρόκειται δηλ. για ενωτικό δεσμό που λειτουργεί κάθετα. Αντιθέτως, η ιθαγένεια εκφράζει την οριζόντια ενωτική σχέση μεταξύ ενός πολίτη και του κράτους. Από άποψη δημοσίου δικαίου ο όρος υπηκοότητα χρησιμοποιείται συχνά για να εκφράσει την «ενεργό ιθαγένεια» ενός πολυϊθαγενούς προσώπου, την ιθαγένεια δλδ εκείνη προς την πολιτεία της οποίας το περί ού ο λόγος άτομο συνδέεται στενότερα και στην οποία είναι τακτοποιημένο διοικητικά βλ. αντί άλλων Ζ. Παπασιώπη- Πασιά, Δίκαιο ιθαγένειας, 2004, σελ. 9-10.
[2] Ζ. Παπασιώπη-Πασιά, Δίκαιο Ιθαγένειας, 2004, σελ. 122 
[3] Π. Βάλληνδας, Δίκαιο Ιθαγένειας κατά τον Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας του 1955, 1957, σελ. 91. Κατά το παρελθόν με τη διαδικασία αυτή απέκτησαν την ελληνική ιθαγένεια οι Δ. Βερναδάκης, Απόστολος Αρσάκης, Σίμων Σίνας, πρίγκηπας Ιωάννης του Σλέσβικ Ολστάϊν, η Ελένη Μασάλσκη, ο Κωνσταντίνος Ζάππας, ο Δρ Κρίστιαν Μπάρναρντ, η Ζακλίν ντε Ρομιγνύ κ.ά. βλ. Ι. Σταθόπουλο/Β. Βαρδάκη, Η ελληνική ιθαγένεια, 1953, σελ. 15 σημ. 9, Ζ. Παπασιώπη-Πασιά, Δίκαιο Ιθαγένειας, ό.π. σελ. 101.
[4] Γ. Πατρίκιος, Η κτήση της ελληνικής ιθαγένειας μέσω τιμητικής πολιτογράφησης. Ιστορική αναδρομή και ισχύον κανονιστικό πλαίσιο, ΘΠΔΔ 2017, σελ. 1131-1135.
[5] Ζ. Παπασιώπη-Πασιά, Δίκαιο Ιθαγένειας, ό.π., σελ. 100. Αρκεί, πάντως η παροχή της ιθαγένειας «τιμής ένεκεν» να αποτελεί το αποτέλεσμα ουσιαστικής σύμπτωσης βούλησής μεταξύ της ελληνικής πολιτείας και του πολιτογραφούμενου.
[6] Βλ. αναλυτικά Γ. Πατρίκιο, Η κτήση της ελληνικής ιθαγένειας μέσω τιμητικής πολιτογράφησης, ό.π. σελ. 1133, ο οποίος ορθώς επισημαίνει ότι οι διατάξεις για την τιμητική πολιτογράφηση, θα πρέπει να ερμηνεύονται ιστορικά και τελεολογικά με βάση την αρχική μορφή που είχε ο ΚΕΙ κατά το χρόνο θέσης του σε ισχύ, χωρίς να ληφθούν οι μεταγενέστερες νομοθετικές παρεμβάσεις των ν. 3838/2010 και 4332/2015 ώστε να μην οδηγούμαστε σε αντικρουόμενες προβλέψεις και μη αποδεκτά συμπεράσματα, τα οποία δεν συνάδουν με τη φύση των προϋποθέσεων και της διαδικασίας της τιμητικής πολιτογράφησης.
[7] Εάν οι συγκεκριμένοι λόγοι άπτονται ευαίσθητων ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής ή εθνικών ζητημάτων, τότε όπως γίνεται δεκτό δεν χρειάζεται εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση και τεκμηρίωση των λόγων αυτών, αλλά αρκεί μια γενική αναφορά στους λόγους που συνάδουν στην απονομή της ιθαγένειας. Βλ. Γ. Πατρίκιο, Η κτήση της ελληνικής ιθαγένειας μέσω τιμητικής πολιτογράφησης, ό.π. σελ. 1134.
[8] Γ. Πατρίκιος, Η κτήση της ελληνικής ιθαγένειας μέσω τιμητικής πολιτογράφησης, ό.π., σελ.1135.
[9]  Πρβλ. πχ την περίπτωση χορήγησης άδειας διαμονής από τον τότε υπουργό Εσωτερικών Γ. Μιχελάκη στον πακιστανό Μασούντ Αχμέντ για εξαιρετικούς λόγους και συγκεκριμένα για την πράξη αυτοθυσίας του, όταν πριν μερικά χρόνια μαζί με ακόμη δύο ομοεθνείς του προσπάθησαν να σώσουν δύο ηλικιωμένους που είχαν εγκλωβιστεί στο αυτοκίνητό τους, πάνω στις γραμμές του τρένου, στην περιοχή Κρυονερίου βλ. https://www.naftemporiki.gr/photos/682001/adeia-paramonis-se-pakistano-gia-praksi-autothusias
[10] Σύμφωνα με το άρ. 134 του ν.4251/2014, οι εν λόγω Επιτροπές Μετανάστευσης, γνωμοδοτούν σχετικά με τη συνδρομή σε πολίτες τρίτων χωρών ιδιαίτερων και ισχυρών δεσμών με την κοινωνική ζωή της χώρας, προκειμένου να χορηγηθεί άδεια διαμονής, καθώς και σε κάθε περίπτωση που παραπέμπεται σε αυτές στο πλαίσιο χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Βλ. σχετικά και ΥΑ οικ. 53404/15/5.8.2015 (ΦΕΚ Β΄1699/14.8.2015) «Καθορισμός λόγων παραπομπής στις Επιτροπές της παρ. 1 του άρθρου 134 του Ν. 4251/2014, όπως ισχύει»
[11] Η «γνωμοδότηση» ή «γνώμη» κάθε συλλογικού ή και μονοπρόσωπου γνωμοδοτικού οργάνου είναι απλή, όταν το διοικητικό όργανο που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα δεν δεσμεύεται από αυτή αλλά μπορεί να αποφασίσει διαφορετικά κατόπιν, όμως, ειδικής αιτιολογίας. Βλ. ΣτΕ 2498/80 και Επ. Σπηλιωτόπουλου, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, δωδέκατη έκδοση σελ. 154. Αντιθέτως, η «γνωμοδότηση» ή «γνώμη» είναι σύμφωνη, όταν το αποφασίζον διοικητικό όργανο δεσμεύεται από αυτή, με την έννοια ότι το όργανο τούτο μπορεί είτε να εκδώσει τη σχετική διοικητική πράξη, σύμφωνα με την προηγηθείσα γνωμοδότηση, είτε, αν δεν την αποδέχεται, να μη εκδώσει πράξη, υπό την απαραίτητη, όμως, στη δεύτερη περίπτωση, προϋπόθεση ότι ενεργεί στη συγκεκριμένη υπόθεση στο πλαίσιο διακριτικής ευχέρειας, η οποία επιτρέπει κάτι τέτοιο, διότι διαφορετικά η μη εμπρόθεσμη έκδοση διοικητικής πράξης συνιστά παράλειψη οφειλομένης νόμιμης ενέργειας, δεκτική δικαστικής προσβολής. Βλ. Ε. Σπηλιωτόπουλου, ό.π., σελ. 119, 120. Σε κάθε περίπτωση, όταν στις σχετικές διατάξεις η γνωμοδότηση ή γνώμη δεν χαρακτηρίζεται ως σύμφωνη, νοείται ως απλή.

Write A Comment