τελευταια νεα
Tag

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Browsing

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και Εξόριστους (European Council on Refugees and Exiles – ECRE) δημοσίευσε πρόσφατα ένα νομικό σημείωμα σχετικά με τα ισχύοντα ευρωπαϊκά και διεθνή νομικά πρότυπα στις διαδικασίες διαπίστωσης της ανηλικότητας αιτούντων ασύλο αλλοδαπών.

Το σημείωμα αυτό παρέχει μια σύντομη επισκόπηση των κύριων προκλήσεων στην αξιολόγηση της ηλικίας στην Ευρώπη. Στη συνέχεια, αυτές οι προκλήσεις αναλύονται από νομική σκοπιά με βάση το δίκαιο της ΕΕ, τα πρότυπα του Συμβουλίου της Ευρώπης και το διεθνές δίκαιο σχετικά με τα δικαιώματα των παιδιών με ιδιαίτερη έμφαση στην αρχή του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού.

Αυτή η ανάλυση συνοδεύεται επίσης από τη γενική και ειδική για το ζήτημα νομολογία. Το σημείωμα προσδιορίζει ένα ευρύ φάσμα εγγυήσεων βάσει του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου που θα πρέπει να ισχύουν σε όλες τις διαδικασίες διαπίστωσης της ανηλικότητας. Περιλαμβάνει επίσης ένα σύνολο συστάσεων που πρέπει να διασφαλίζουν τα κράτη πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την ολοκλήρωση μιας διαδικασίας διαπίστωσης της ανηλικότητας.

Οι διατάξεις του Κώδικα Μετανάστευσης που προβλέπουν ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας έλληνα πολίτη, την προηγούμενη παραίτησή του ενδιαφερομένου απο την αίτηση ασύλου του, αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση θεμιτού σκοπού δημοσίου συμφέροντος.

7. Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις [του Ν.4251/2014] που παρατέθηκαν στην τρίτη σκέψη, απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να χορηγηθεί, σε αιτούντα διεθνή προστασία, άδεια διαμονής στην Ελλάδα, ως σύζυγο Ελληνίδας πολίτη, είναι η προηγούμενη παραίτησή του από την σχετικά κατατεθείσα αίτηση διεθνούς προστασίας. Όπως, όμως, προέκυψε, ο αιτών δεν προσκόμισε έκθεση παραίτησης από την υποβληθείσα στις 22.5.2018 αίτηση χορήγησης διεθνούς προστασίας, παρά το γεγονός ότι του ζητήθηκε η προσκόμιση αυτής, ενώ, όπως επίσης προέκυψε, ουδέποτε παραιτήθηκε από της ως άνω αίτηση. Με τα ανωτέρω δεδομένα, το Δικαστήριο κρίνει ότι νόμιμα απορρίφθηκε η αίτησή του για τη χορήγηση σε αυτόν άδειας διαμονής στην Ελλάδα, ως σύζυγο Ελληνίδας πολίτη, με την αιτιολογία ότι δεν προσκόμισε έκθεση παραίτησης από την σχετικά κατατεθείσα αίτηση για χορήγηση διεθνούς προστασίας, η οποία  (αιτιολογία) παρίσταται νόμιμη και επαρκής, όσα, δε, περί του αντιθέτου υποστηρίζει ο αιτών πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Εξάλλου, ο προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης περί παράβασης του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης είναι απορριπτέος ομοίως ως αβάσιμος, καθώς, στην προκείμενη περίπτωση δεν ήταν επιβεβλημένη η κλήση του αιτούντος σε ακρόαση πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Και τούτο διότι, η ως άνω απόφαση εκδόθηκε ύστερα από σχετική αίτησή του, με την οποία είχε την ευχέρεια να εκθέσει τις απόψεις του και να προσκομίσει τα απαιτούμενα για την υποστήριξή της στοιχεία (βλ. ΣτΕ 1748/2020, 991/2018, 715/2015 3719/2009, 2147/2007, 452/2004 κ.α.). Ως αβάσιμοι πρέπει να απορριφθούν και οι λόγοι ακύρωσης περί κακής χρήσης της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης και περί παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι οι ως άνω αρχές δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής στην προκείμενη περίπτωση, κατά την οποία η απόρριψη του αιτήματος του αιτούντος χώρησε κατά δέσμια αρμοδιότητα της Διοίκησης, βάσει αντικειμενικών δεδομένων, και συγκεκριμένα επειδή δεν προσκόμισε την αιτηθείσα έκθεση παραίτησης από την σχετικά κατατεθείσα αίτηση χορήγησης διεθνούς προστασίας (πρβλ. ΣτΕ 1803/2016, 3685, 3771/2012, 4028/2011). Εξάλλου, οι εφαρμοστέες, εν προκειμένω, διατάξεις αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση θεμιτού σκοπού δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος συνίσταται στο κυριαρχικό δικαίωμα της ελληνικής πολιτείας, στο πλαίσιο της μεταναστευτικής της πολιτικής, να ελέγχει την είσοδο, εγκατάσταση, εργασία κατά κλάδο δραστηριότητας και παραμονή των αλλοδαπών σε αυτήν (βλ. ΣτΕ 991/2018, 1803/2016, 715/2015, 5029, 2107/2012). Κατόπιν τούτων, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λόγων ακύρωσης που πλήττουν το επάλληλο αιτιολογικό έρεισμα της προσβαλλόμενης απόφασης, το οποίο συνίσταται στη μη εμφάνιση του αιτούντος ενώπιον της Επιτροπής Μετανάστευσης και Ασύλου, κατά τις σχετικά ορισθείσες ημερομηνίες της 26ης.6.2020 και της 4ης.12.2020.

10. Επειδή, η απόρριψη του ένδικου αιτήματος διεθνούς προστασίας των αιτούντων ερείδεται στην κρίση της Επιτροπής Προσφυγών ότι οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί τους δεν έγιναν δεκτοί, διότι υπήρχαν ορισμένες σημαντικές αντιφάσεις, και συγκεκριμένα ότι: α) δεν ήταν ταυτόσημες οι αφηγήσεις τους σχετικά με το περιστατικό της πυρπόλησης της οικίας τους, και β) οι αιτούντες δεν κατάλαβαν, ούτε γνώριζαν την απάντηση στην ερώτηση σχετικά με την ιδεολογική τοποθέτηση (αριστερή ή δεξιά) του κόμματος που υποστηρίζουν. Όμως η κρίση αυτή της Επιτροπής αναφορικά με την εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών των αιτούντων, η οποία στηρίζεται στα ανωτέρω συμπεράσματα, δεν αιτιολογείται επαρκώς. Και τούτο διότι η διαπίστωση ότι οι αιτούντες δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσουν τον πολιτικό χώρο του κόμματός τους βάσει του ιδεολογικού διπόλου αριστερά-δεξιά δεν συνιστά εύλογη κρίση, διότι από το συνταχθέν πρακτικό συνέντευξης προκύπτει αβίαστα ότι ο πρώτος αιτών δεν κατανόησε το νόημα της ερώτησης, ενώ ο αρμόδιος χειριστής δεν απηύθυνε ούτε σε αυτόν ούτε στην αιτούσα ερωτήσεις για περαιτέρω διευκρίνιση πάνω στο ζήτημα αυτό ή για την παράθεση περισσότερων λεπτομερειών, όπως όφειλε. Επιπροσθέτως, από τις διεθνείς πηγές που παρατίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι η πολιτική ζωή στη Σιέρρα Λεόνε είναι έντονα διαιρεμένη, με την πολιτική διαμάχη να εστιάζεται στις διαφορές μεταξύ εθνοτικών ομάδων που ζουν στο βόρειο και νότιο τομέα της χώρας και όχι τόσο σε ιδεολογίες βάσει του ισχύοντος πολιτικού χάρτη στην Ευρώπη. Περαιτέρω, η κρίση της Επιτροπής ότι δεν είναι αξιόπιστος ο ισχυρισμός των αιτούντων περί της πυρπόλησης της οικίας τους από μέλη του αντίπαλου κόμματος τον Απρίλιο του 2018, ήτοι μετά τη διενέργεια των εθνικών εκλογών, ομοίως δεν αιτιολογείται επαρκώς, διότι η μικρή διαφοροποίηση στις αφηγήσεις των αιτούντων αφενός μεν δικαιολογείται ευλόγως από το γεγονός ότι η αιτούσα δεν ήταν παρών στο κρίσιμο συμβάν, αφετέρου δε η διαφοροποίηση αυτή δεν αρκεί για να αναιρέσει την αληθοφάνεια του συμβάντος της πυρπόλησης και να οδηγήσει στον χαρακτηρισμό του σχετικού ισχυρισμού ως μη αξιόπιστου. Με αυτά τα δεδομένα και λαμβανομένου υπόψη ότι η Επιτροπή με την προσβαλλόμενη απόφαση και την παρατιθέμενη αιτιολογία της, όπως αυτή εκτίθεται στην όγδοη σκέψη, έχει υιοθετήσει αυτούσια το περιεχόμενο της πρωτοβάθμιας απόφασης, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν προέβη, ως όφειλε, σε ενδελεχή εξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής των αιτούντων, με την οποία προέβαλαν ουσιώδεις ισχυρισμούς ως προς τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, την ένταξη και οργάνωσή τους σε πολιτικό κόμμα που ανήκει στην αντιπολίτευση στη Σιέρρα Λεόνε, τα γεγονότα που συνέβησαν μετά τις εκλογές του 2018, μεταξύ των οποίων και η πυρπόληση της οικίας τους, για τα οποία επικαλέστηκαν και προσκόμισαν σχετικά έγγραφα (φωτογραφίες, αντίγραφα των κομματικών ταυτοτήτων τους και του καταστατικού του κόμματος) και δημοσιεύματα που αποδεικνύουν τα αντίθετα από αυτά που δέχτηκε η Επιτροπή. Κατόπιν τούτων, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η Επιτροπή όφειλε να κάνει δεκτούς, έστω και με το ευεργέτημα της αμφιβολίας, τους ισχυρισμούς των αιτούντων σχετικά με τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, την ένταξη και επίσημη οργάνωσή τους με το αντιπολιτευόμενο κόμμα, καθώς και το συμβάν της πυρπόλησης της οικίας τους από μέλη του κυβερνώντος κόμματος, και να εξετάσει, για τους λόγους αυτούς, αν συντρέχει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης των αιτούντων σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη απόφαση παρίσταται μη νόμιμη, διότι στερείται επαρκούς αιτιολογίας, και πρέπει να ακυρωθεί κατά τον βάσιμο σχετικό λόγο ακύρωσης.  

[…] Ακυρώνει την υπ΄αρ.πρωτ. 8746/2019/10.4.2020 απόφαση του β΄ βαθμού της 13ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών.

Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση για νέα αιτιολογημένη κρίση, κατά το σκεπτικό.

7. Επειδή, με τις ανωτέρω διατάξεις του τρίτου μέρους του Ν.4636/2019 – όπως τροποποιηθείσες ίσχυαν, κατά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο – κατοχυρώνεται το δικαίωμα υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας για κάθε αλλοδαπό ή ανιθαγενή και ρυθμίζεται η πρόσβαση στη διαδικασία, οι αρμόδιες αρχές παραλαβής, ο τρόπος υποβολής, καταγραφής και κατάθεσης αίτησης διεθνούς προστασίας. Από τις ίδιες δε αυτές διατάξεις, και, ειδικότερα, από εκείνες των άρθρων 65 παρ. 9 και 78 παρ. 3 συνάγεται ότι οι αρμόδιες αρχές παραλαβής (όπως αυτές απαριθμούνται στο άρθρο 63 του εν λόγω νομοθετήματος) διασφαλίζουν την άσκηση του δικαιώματος κατάθεσης αίτησης διεθνούς προστασίας, υπό την προϋπόθεση, όμως, της αυτοπρόσωπης υποβολής της από τον αιτούντα (παρέχοντας του, πάντως, τη δυνατότητα να συνεπικουρείται, κατά την εν λόγω αυτοπρόσωπη παράσταση, από πληρεξουσίους δικηγόρους ή συμβούλους), με την ρητή εξαίρεση από τον εν λόγω κανόνα, της αυτοπρόσωπης παρουσίας του αιτούντος, των αναφερομένων στην παρ. 7 του άρθρου 65 κατηγοριών υπηκόων τρίτης χώρας ή ανιθαγενών. Όπως δε προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του εν λόγω νόμου, με τις επίμαχες διατάξεις του επιχειρήθηκε η προσαρμογή στην ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013, ενώ, περιλαμβάνονται και διατάξεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση διαδικαστικών και ουσιαστικών ζητημάτων, τα οποία διαπιστώθηκαν από τη μέχρι τότε εμπειρία της Υπηρεσίας Ασύλου, καθώς και άλλες τροποποιήσεις που κρίθηκαν απαραίτητες για τον εξορθολογισμό της διαδικασίας εξέτασης αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Εξάλλου, η προρρηθείσα Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (ΕΕ L 180, στο εξής και Οδηγία περί διαδικασιών), με την οποία σκοπείται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 αυτής, η θέσπιση κοινών διαδικασιών για την χορήγηση και ανάκληση της διεθνούς προστασίας δυνάμει της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011 (σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, ΕΕ L 337), ορίζει στην παρ. 3 του άρθρου 6 αυτής ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας να κατατίθενται αυτοπροσώπως και/ή σε καθορισμένο χώρο.[…]

10. Επειδή, εν προκειμένω, όπως έχει ήδη εκτεθεί, με την υπό κρίση αίτηση προσβάλλεται η παράλειψη του Π.Γ.Α. Αττικής να ικανοποιήσει την από 17.06.2020 εξώδικη όχληση της αιτούσας με την οποία αυτή δήλωσε τη βούλησή της να υποβάλει αίτηση για τη χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και ζήτησε τον ορισμό ημερομηνίας συνάντησης για την καταγραφή του εν λόγω αιτήματός της, με συνημμένη τη σχετική «αίτηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας – πολιτικού ασύλου». Σύμφωνα, όμως, με τις, ρυθμίζουσες, ειδικώς, το ζήτημα, διατάξεις του Ν.4636/2019 που αναφέρθηκαν στη σκέψη 6 και τα γενόμενα ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 7, απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος κατάθεσης αίτησης διεθνούς προστασίας, συνιστά η αυτοπρόσωπη υποβολή της από τον αιτούντα, σε κάποια από τις αρμόδιες αρχής παραλαβής, με τον εν λόγω κανόνα να κάμπτεται μόνο στις αναφερόμενες στην παρ. 7 του άρθρου 65 του εν λόγω νόμου περιπτώσεις, στις οποίες η αιτούσα δεν προκύπτει και ούτε, εξάλλου, επικαλείται ότι υπάγεται. Άλλωστε, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του περιεχομένου της από 17.06.2020 εξώδικης όχλησης – αίτησης της αιτούσας, η ίδια, σε κάθε περίπτωση, γνώριζε την υποχρέωση αυτοπρόσωπης υποβολής της ένδικης αίτησής της, τα όσα δε προβάλει περί μη παραλαβής της σχετικής αίτησής της από τις αρμόδιες, προς τούτο, αρχές και περί μη ανταπόκρισης των αρμοδίων υπηρεσιών στις κλήσεις, μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής skype, προς το σκοπό απόδοσης ημερομηνίας καταγραφής (ραντεβού) απορρίπτονται ως αναπόδεικτα. Συνεπεία δε τούτων, και λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 65 του Ν.4636/2019, η αίτηση χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας θεωρείται κατατεθειμένη από την ημερομηνία της πλήρους καταγραφής της, μετά την αυτοπρόσωπη υποβολή της, διαδικασία στην οποία, ωστόσο, η αιτούσα ουδέποτε προέβη, από την παράλειψη του Π.Γ.Α. Αττικής να ικανοποιήσει το ένδικο αίτημα της αιτούσας, όπως αυτό αναλυτικώς αναφέρεται ανωτέρω, δεν στοιχειοθετείται παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, κατά την έννοια του άρθρου 45 παρ.4 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως. Για τον λόγο δε αυτό η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

Στον ορισμό των «πολιτικών πεποιθήσεων» περιλαμβάνονται και οι προσπάθειες του αιτούντος διεθνή προστασία, να προασπίσει με νόμιμα μέσα τα συμφέροντα του έναντι ιδιωτών που ενεργούν παρανόμως, οταν αυτοί λόγω δεσμών διαφθοράς που διατηρούν με το κράτος, χρησιμοποιούν τον κρατικό μηχανισμό επιβολής του νόμου σε βάρος του αιτούντος.

Στις 12 Ιανουαρίου 2023, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε την απόφασή του για την υπόθεση P.I. v. Migracijos departamentas prie Lietuvos Respublikos vidaus reikalu ministerijos (C-280/21).

Η υπόθεση αφορούσε πολίτη τρίτης χώρας (ΥΤΧ), ο οποίος ζήτησε διεθνή προστασία λόγω εκκρεμούς ποινικής διαδικασίας στη χώρα καταγωγής του. Κατά τον αιτούντα διεθνή προστασία, επιχειρηματίες συνδεόμενοι με τις αρχές με δεσμούς διαφθοράς είχαν αποσπάσει από αυτόν περιουσιακά στοιχεία του. Αφότου εναντιώθηκε στην ενέργεια αυτή, κινήθηκε ποινική διαδικασία σε βάρος του με πρωτοβουλία ενός εκ των επιχειρηματιών και ότι η ποινική αυτή διαδικασία, η οποία αποσκοπούσε στον εκφοβισμό του, κινήθηκε εκ νέου, ενώ είχε ανασταλεί, όταν ο P.I. επιχείρησε να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του ενώπιον των δικαστηρίων, με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, την έκδοση διάταξης περί κράτησής του.

Οι εθνικές αρχές ασύλου απέρριψαν την εν λόγω αίτηση ασύλου με το σκετπικό οτι οι λόγοι που δικαιολογούν τον κίνδυνο ποινικής δίωξης και κράτησης σε περίπτωση επιστροφής του αιτούντος διεθνή προστασία στην χώρα του, δεν αντιστοιχούσαν σε κανέναν από τους λόγους που καλύπτονται από τη Σύμβαση της Γενεύης, συμπεριλαμβανομένου, ιδίως, του λόγου που βασίζεται στην έννοια των «πολιτικών πεποιθήσεων».

Το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Λιθουανίας, εξετάζοντας σχετική έφεση του αιτούντος διεθνή προστασία, ανέστειλε την ενώπιόν του διαδικασία και υπέβάλε στο Δικαστήριο της Ευρωπαικής Ένωσης προδικαστικό ερώτημα σχετικά με την ερμηνεία την έννοια των «πολιτικών πεποιθήσεων» κατά το άρθρο 10 της της Οδηγίας «Αναγνώρισης» (2011/95/ΕΕ)

Απαντώντας στο σχετικό ερώτημα, το ΔΕΕ έκρινε ότι στον ώς άνω ορισμό των «πολιτικών πεποιθήσεων» της Οδηγίας περιλαμβάνονται και οι προσπάθειες του αιτούντος διεθνή προστασία, να προασπίσει με νόμιμα μέσα τα προσωπικά του περιουσιακά και οικονομικά συμφέροντα έναντι μη κρατικών φορέων που ενεργούν παρανόμως, όταν οι φορείς αυτοί, λόγω των δεσμών διαφθοράς που διατηρούν με το συγκεκριμένο κράτος, είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν τον κρατικό μηχανισμό επιβολής του νόμου σε βάρος του αιτούντος, στο μέτρο που οι προσπάθειες του αυτές εκλαμβάνονται από τους υπεύθυνους της δίωξης ως ένδειξη αντίθεσης ή αντίστασης σε τομέα που σχετίζεται με τους εν λόγω υπεύθυνους ή με τις πολιτικές και/ή τις μεθόδους τους.

Το νέο τεύχος του Δελτίου Νομολογίας Ασύλου παραθέτει αποσπάσματα από 120 αποφάσεις διοικητικών και πολιτικών δικαστηρίων, Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών και της Υπηρεσίας Ασύλου, εκδοθείσες σχεδόν αποκλειστικά το δεύτερο εξάμηνο του 2022.

Πέραν των οργανώσεων Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ), HIAS Ελλάδος και Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA), στο Τεύχος 2/2022 συνεισέφεραν οι οργανώσεις ΜΕΤΑδραση, Fenix Humanitarian Legal Aid, Equal Rights Beyond Borders, The HOME Project και I Have Rights, καθώς και σημαντικός αριθμός δικηγόρων του Μητρώου Δικηγόρων της Υπηρεσίας Ασύλου, με αποφάσεις επιλεγμένες από τις υποθέσεις που υποστηρίζουν στο πλαίσιο της νομικής τους δραστηριότητας.

Το παρόν τεύχος καλύπτει ζητήματα όπως η ερμηνεία της έννοιας της «ασφαλούς τρίτης χώρας», η αξιολόγηση της αξιοπιστίας του αιτούντος και της ουσίας της αίτησης, η έννοια της «ασφαλούς χώρας καταγωγής», οι διαδικαστικές εγγυήσεις της διαδικασίας ασύλου, η λειτουργία της ενδικοφανούς προσφυγής και της δικαστικής προστασίας των αιτούντων άσυλο, το δικαίωμα στην οικογενειακή επανένωση, καθώς και η διοικητική κράτηση.

Στο πρώτο έτος λειτουργίας του Δελτίου Νομολογίας Ασύλου, έχουν δημοσιευθεί τρία τεύχη με συνολικό αριθμό 325 αποφάσεων δικαστηρίων, Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών και της Υπηρεσίας Ασύλου.

Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες απευθύνει έκκληση στη Σουηδία και την Ισπανία να αξιοποιήσουν την Προεδρία τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2023 για να χαράξουν μια πορεία προς μια Ευρωπαϊκή Ένωση που θα προστατεύει πραγματικά τους αναγκαστικά εκτοπισμένους ανθρώπους.

Η Ύπατη Αρμοστεία συνιστά στις επερχόμενες προεδρίες να επικεντρωθούν στη διασφάλιση της πρόσβασης σε δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες ασύλου, καθώς και στη δημιουργία λειτουργικών μηχανισμών αλληλεγγύης και επιμερισμού της ευθύνης χωρίς να καταφεύγουν σε παρεκκλίσεις.

Οι Συστάσεις της Ύπατης Αρμοστείας για τη Σουηδική και την Ισπανική Προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε. (UNHCR’s Recommendations for the Swedish and Spanish Presidencies of the Council of the EU) παρέχουν έναν πρακτικό οδικό χάρτη αξιοποιώντας βέλτιστες πρακτικές από το 2022.

Με την παρούσα κοινή υπουργική απόφαση επανακαθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την παροχή νομικής συνδρομής σε αιτούντες διεθνή προστασία.

Από τη δημοσίευση της παρούσας, τα υφιστάμενα μέλη του Μητρώου, παραμένουν μέλη του Μητρώου με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα και παράλληλα καταργείται η υπ’ αρ. 3449/2021 κοινή υπουργική απόφαση «Παροχή νομικής συνδρομής σε αιτούντες διεθνή προστασία» (Β’ 1482).

Η παρούσα απόφαση, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 αυτής, καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις παροχής νομικής συνδρομής που υπεβλήθησαν κατά την περίοδο ισχύος της κοινής υπουργικής απόφασης 3449/2021, ενώ για την αμοιβή των σχετικών υποθέσεων θα εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3 της νέας ΚΥΑ.

11. Επειδή, […], το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του τα εξής: οι αιτούντες για τη θεμελίωση του αιτήματός τους επικαλέστηκαν φόβο δίωξης από την οικογένεια της αιτούσας, διότι «λερώθηκε η τιμή της» λόγω του γάμου τους χωρίς τη συγκατάθεση της και διατρέχουν κίνδυνο ζωής εάν επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής τους, καθώς η οικογένειά της θα επιχειρήσει να τους δολοφονήσει. Οι αιτούντες, όπως άλλωστε έκρινε και η Επιτροπή, κατέβαλαν πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσουν την αίτησή τους δίνοντας ικανοποιητικές εξηγήσεις, οι δηλώσεις τους δε θεωρήθηκαν από την Επιτροπή ευλογοφανείς και σύμφωνες με τις διαθέσιμες πηγές για τα εγκλήματα τιμής στο Ιρακινό Κουρδιστάν. Ειδικότερα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι αρκετές εκατοντάδες γυναίκες δολοφονούνται για λόγους τιμής ετησίως, οι γυναίκες που παντρεύονται χωρίς την έγκριση της οικογένειάς τους τελούν σε υψηλότατο κίνδυνο να δολοφονηθούν, ότι δεν είναι γνωστές περιπτώσεις γυναικών που κατάφεραν να συμφιλιωθούν με τις οικογένειές τους αφότου τις εγκατέλειψαν, ενώ ακόμα και μετά την επιστροφή τέτοιων ζευγαριών στο Ιράκ μετά από πολλά χρόνια, εντοπίστηκαν και δολοφονήθηκαν και οι δύο, καθώς η διαμάχη δεν κατευνάζεται με την πάροδο του χρόνου. Μάλιστα η Επιτροπή κάνει αναφορά σε περιστατικό βάσει των πηγών, σύμφωνα με το οποίο γυναίκα δολοφονήθηκε για λόγους τιμής ακόμα και μετά από 20 χρόνια από την έναρξη της διαμάχης, καθώς και σε άλλο περιστατικό κατά το οποίο μια γυναίκα μετά από αρκετά χρόνια αφού δέχτηκε πρόταση συμφιλίωσης από την οικογένειά της δολοφονήθηκε όταν επέστρεψε στην επαρχία καταγωγής της. Κατά την εκτίμηση, όμως, των προσωπικών περιστάσεων των αιτούντων, η Επιτροπή δεν θεώρησε ότι πιθανολογείται ευλόγως ότι η οικογένεια της αιτούσας αναζητά τους αιτούντες με στόχο τη διάπραξη εγκλήματος τιμής, διότι από το 2006, όταν παντρεύτηκαν, έως το 2013, δεν δέχτηκαν καμιά όχληση, αν και ζούσαν σε σχετικά μικρή απόσταση από την πόλη διαμονής της οικογένειας της αιτούσας, καθώς και ότι από το 2013, όταν η οικογένεια πληροφορήθηκε το γάμο τους, έως το 2015 και κάποιους μήνες του 2017, όταν οι αιτούντες επέστρεψαν από την Γερμανία, δεν σημειώθηκε κανένα περιστατικό σε βάρος τους και δη παρά τη θέση ισχύος του πατέρα της αιτούσας. Με βάση τα ανωτέρω και δεδομένου ότι για την αναγνώριση αλλοδαπού ως πρόσφυγα δεν απαιτείται, οπωσδήποτε, να διαπιστωθεί ότι ο αιτών έχει υποστεί ατομική δίωξη, αλλά αρκεί και η διαπίστωση αντικειμενικώς δικαιολογημένου φόβου ατομικής δίωξης (πρβλ. ΣτΕ 4055/2008, 2666/2006, 3337/2005), η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης παρίσταται πλημμελής και αντιφατική. Και τούτο διότι, ενόψει των διαθέσιμων πληροφοριών αναφορικά με τα εγκλήματα τιμής στο Ιρακινό Κουρδιστάν και λαμβανομένου υπόψη ότι έγιναν δεκτοί ως αληθείς όλοι οι ισχυρισμοί των αιτούντων, μόνη η παραδοχή της μη αναζήτησης των αιτούντων κατά τα συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, δεν μπορεί άνευ ετέρου να στηρίξει την εύλογη πιθανότητα, κατά κοινή πείρα, περί μη διάπραξης εγκλήματος τιμής σε βάρος των αιτούντων, ούτε μπορεί να χαρακτηριστεί ως αντικειμενικά αδικαιολόγητος ο φόβος δίωξης τους, αν επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής τους. Για τον λόγο αυτόν, βασίμως προβαλλόμενο, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, παρελκούσης της εξέτασης των άλλων λόγων αυτής, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη

[…] Ακυρώνει την υπ΄αρ.πρωτ.2016/18/23.1.2020 απόφαση του β΄ βαθμού της 3ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών.

Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση για νέα αιτιολογημένη κρίση, κατά το σκεπτικό.