τελευταια νεα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΣτΕ Ολ 1398/2022: Εκτέλεση απόφασης επιστροφής αλλοδαπού εντός της προθεσμίας υποβολής αίτησης συνέχισης εξέτασης ή νέας αίτησης ασύλου

Pinterest LinkedIn Tumblr

4. Επειδή, η κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως, η οποία κατατέθηκε ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με τη διαδικασία της «πιλοτικής» δίκης, μετά την αποδοχή σχετικής αίτησης του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 40 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), με την υπ’ αριθμ. 12/2020 πράξη της αρμόδιας Τριμελούς Επιτροπής, προκειμένου να επιλυθεί το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα αν, κατά την έννοια των διατάξεων των παρ. 1 και 4 του άρθρου 81 του ν. 4636/2019, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 13 του ν. 4686/2020, με τις οποίες ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη το άρθρο 28 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ, στην περίπτωση διακοπής της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης παροχής διεθνούς προστασίας λόγω σιωπηρής ανάκλησης αυτής οφειλόμενης στη μη τήρηση των υποχρεώσεων του αιτούντος, είναι ή όχι δυνατή η εκτέλεση της απόφασης επιστροφής αυτού στη χώρα του εντός της προθεσμίας των εννέα (9) μηνών που προβλέπεται για την υποβολή αίτησης συνέχισης εξέτασης της αρχικής αίτησης ή υποβολής νέας. Η προαναφερόμενη πράξη της Επιτροπής δημοσιεύθηκε προσηκόντως σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών («…..» και «……» στα φύλλα της 27ης.7.2020), κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010. […]

22. Επειδή, το άρθρο 28 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ μεταφέρθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με το προπαρατεθέν (σκέψεις 17 και 18) άρθρο 81 του ν. 4636/2019. Το άρθρο αυτό, όπως εν συνεχεία τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του ν. 4686/2020, προβλέπει, στην παράγραφο 1, ότι, όταν υπάρχει εύλογη αιτία να θεωρείται ότι ο αιτών έχει σιωπηρά ανακαλέσει την αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας η αποφαινόμενη αρχή είτε εξετάζει την αίτηση επαρκώς επί της ουσίας, με βάση τα διαθέσιμα στην υπηρεσία στοιχεία, και την απορρίπτει ως αβάσιμη είτε, εφόσον δεν είναι δυνατή η επαρκής εξέταση της αίτησης με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, σταματά την εξέταση της αίτησης και εκδίδει απόφαση διακοπής, με την οποία διατάσσεται και η επιστροφή του αιτούντος (κατά τα οριζόμενα δε στο άρθρο 82 παρ. 3 του ιδίου νόμου, η απόφαση διακοπής και επιστροφής κοινοποιείται στον αιτούντα μαζί με συνοδευτικό έντυπο σε γλώσσα που κατανοεί ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοεί, με το οποίο του εξηγείται με τρόπο απλό και προσιτό το περιεχόμενο του εγγράφου που επιδόθηκε, οι συνέπειές του για τον ίδιο και οι ενέργειες, στις οποίες δύναται να προβεί). Στην παράγραφο 2 του εν λόγω άρθρου 81 απαριθμούνται οι ενέργειες και οι παραλείψεις του αιτούντος που τυποποιούνται, κατά το εθνικό δίκαιο, ως λόγοι σιωπηρής ανάκλησης του αιτήματος παροχής διεθνούς προστασίας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται (περίπτωση στ?) και η μη εμφάνιση για την ανανέωση του «δελτίου αιτούντος διεθνή προστασία» (η χορήγηση του δελτίου αυτού, το οποίο οι αιτούντες προμηθεύονται ατελώς από την αρμόδια Αρχή αμέσως μετά την οριστική καταγραφή της αίτησής τους, φέρει την φωτογραφία του αιτούντος, αποτελεί προσωρινό τίτλο που επιτρέπει την παραμονή του στην Ελληνική Επικράτεια, χωρίς να θεμελιώνει δικαίωμα για έκδοση άδειας διαμονής, διασφαλίζει την απόλαυση των δικαιωμάτων του αιτούντος όπου αυτά προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, και εξασφαλίζει τις απαραίτητες συναλλαγές κατά τον χρόνο ισχύος του· το δελτίο έχει διάρκεια ισχύος έξι μηνών και ανανεώνεται έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας). Με την παράγραφο 4 του άρθρου 81 του ν. 4636/2019 (άρθρο 13 παρ. 3 ν. 4686/2020) δίδεται στον αιτούντα, του οποίου η εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας έχει διακοπεί, λόγω μη τήρησης των κατά νόμο υποχρεώσεών του (μεταξύ των οποίων η μη ανανέωση του δελτίου αιτούντος διεθνή προστασία), το δικαίωμα, μόνο μία φορά και εντός προθεσμίας εννέα μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης διακοπής, να ζητήσει από την αρχή που την εξέδωσε, την συνέχιση της διαδικασίας εξέτασης της υπόθεσής του ή να υποβάλει νέα αίτηση, η οποία δεν λογίζεται ως μεταγενέστερη αίτηση του άρθρου 89 του νόμου αυτού. Ορίζεται δε ότι μέχρι την τελεσίδικη κρίση της ως άνω αίτησης, ο αιτών δεν απελαύνεται από την χώρα ούτε εκτελείται απόφαση επιστροφής.

23. Επειδή, […], στην περίπτωση που διαπιστώνεται σιωπηρή ανάκληση αιτήματος παροχής διεθνούς προστασίας και δεν είναι δυνατή, λόγω ελλείψεως επαρκών στοιχείων, η επί της ουσίας εξέταση του αιτήματος τούτου, εκδίδεται πράξη διακοπής της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματος στην οποία σωρεύεται και πράξη επιστροφής κατά τις διατάξεις του νόμου, με τον οποίο μεταφέρθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη οι ρυθμίσεις της οδηγίας 2008/115/ΕΚ. Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η εν λόγω πράξη επιστροφής παράγει όλες τις έννομες συνέπειές της από την έκδοση και κοινοποίησή της στον αιτούντα και μπορεί, συνεπώς, να εκτελεσθεί υπό τις προϋποθέσεις του νόμου, εφόσον με την διακοπή της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματος παροχής διεθνούς προστασίας έπαυσε να ισχύει το δικαίωμα προσωρινής παραμονής του αιτούντος στην χώρα. Δεν είναι, όμως, επιτρεπτή η εκτέλεση της πράξης επιστροφής εάν ο αιτών ασκήσει εντός εννέα μηνών το δικαίωμά του να ζητήσει την επανεξέταση της υπόθεσής του ή υποβάλει αίτημα παροχής διεθνούς προστασίας που στηρίζεται σε νέα στοιχεία, οπότε και αναβιώνει, σύμφωνα με τα αναφερθέντα, το κατά το άρθρο 9 παρ. 1 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ δικαίωμα παραμονής του στην χώρα. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η επιστροφή είναι δυνατή μόνο μετά τη λήξη της διαδικασίας που κινήθηκε με την άσκηση του δικαιώματος επανεξέτασης ή την υποβολή νέας αίτησης εμπροθέσμως. Με την έννοια αυτή, η επίμαχη ρύθμιση του εθνικού δικαίου είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του παραγώγου ενωσιακού δικαίου, που μνημονεύονται σε προηγούμενες σκέψεις, ήτοι των οδηγιών 2013/32/ΕΕ και 2008/115/ΕΚ, καθώς επίσης και με την αρχή της μη επαναπροώθησης, για την οποία θα γίνει ειδικότερα λόγος στην επόμενη σκέψη. Τυχόν αντίθετη εκδοχή, κατά την έννοια της οποίας η επιστροφή του αιτούντος είναι δυνατή μόνον μετά την πάροδο εννέα μηνών από την επίδοση της απόφασης διακοπής της εξέτασης του αιτήματος – και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει ασκηθεί εν τω μεταξύ το δικαίωμα υποβολής αίτησης επανεξέτασης ή νέου αιτήματος – όχι μόνο δεν ευρίσκει έρεισμα στις ανωτέρω οδηγίες αλλά αντίκειται και στην γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, κατά την οποία η αναστολή της εκτέλεσης διοικητικής πράξης είναι επιτρεπτή μόνον εφόσον ρητώς προβλέπεται (άρθρο 52 παρ. 1 π.δ/τος 18/1989, Α΄ 8) ή πάντως προκύπτει σαφώς από διάταξη νόμου (ΣτΕ Ολομ. 2343/1952), περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω. Μειοψήφησε η Σύμβουλος Ι.Α., η οποία διατύπωσε την γνώμη ότι η άμεση εκτέλεση της απόφασης επιστροφής υπηκόου τρίτης χώρας του οποίου η αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρήθηκε σιωπηρώς ανακληθείσα και η εξέταση του αιτήματός του διεκόπη, οδηγεί σε ανεπίτρεπτο έμμεσο περιορισμό του απονεμόμενου από το ενωσιακό δίκαιο (άρθρο 28 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ) δικαιώματός του να επανέλθει εντός συγκεκριμένης ελάχιστης προθεσμίας, ζητώντας την επανεξέταση της υπόθεσής του, καθώς αναιρεί επί της ουσίας το τεθέν από τον ενωσιακό νομοθέτη ελάχιστο χρονικό αυτό όριο, εξαναγκάζοντας τον αιτούντα να προβεί στις αναγκαίες για τη συνέχιση της εξέτασής του ενέργειες εντός σημαντικά στενότερου χρονικού πλαισίου. Κατά συνέπεια, η εκτέλεση της απόφασης επιστροφής δεν δύναται να λάβει χώρα πριν την παρέλευση της προθεσμίας των εννέα (9) μηνών, εντός της οποίας υφίσταται η δυνατότητα υποβολής αίτησης συνέχισης ή νέας αίτησης, όπως δέχθηκε και η προσβαλλόμενη απόφαση.

24. Επειδή, ειδικότερα ως προς την αρχή της μη επαναπροώθησης, η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 81 του ν. 4636/2019, όπως ισχύουν, οι οποίες σκοπό έχουν την αντιμετώπιση περιπτώσεων ατόμων που παρουσιάζουν καταχρηστικές συμπεριφορές, δεν σημαίνει ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών, των οποίων η αίτηση για διεθνή προστασία έχει θεωρηθεί ανακληθείσα και για τους οποίους έχει εκδοθεί απόφαση διακοπής της εξέτασης της εν λόγω αίτησης και επιστροφής, με συνέπεια ως προς αυτούς να υπάρχει υποχρέωση απομάκρυνσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2008/115/ΕΚ, διότι μένουν παράτυπα στην χώρα, απομακρύνονται κατά παράβαση της ανωτέρω αρχής και ότι δεν τηρείται η υποχρέωση προστασίας των δικαιωμάτων τους. Αντιθέτως, εφόσον τα πρόσωπα αυτά χρήζουν πραγματικά διεθνούς προστασίας ή συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις της αρχής της μη επαναπροώθησης (βάσιμος φόβος ότι διατρέχουν κίνδυνο να υποβληθούν σε δίωξη, σοβαρή βλάβη, βασανιστήρια ή άλλη απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή ποινή ή απαξιωτική συμπεριφορά), έχουν τη δυνατότητα να επικαλεστούν τα δικαιώματά τους και να τύχουν απόλυτα της προστασίας της αρχής αυτής. Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 3 του άρθρου 68 του ν. 4636/2019 ορίζεται ρητά ότι, όπου σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού παύει η ισχύς του δικαιώματος παραμονής του αιτούντος στη χώρα, εξετάζεται η τυχόν συνδρομή των όρων της αρχής της μη επαναπροώθησης και, στην περίπτωση που συντρέχουν οι όροι αυτής, χορηγείται σ’ αυτόν βεβαίωση περί μη απομάκρυνσης για ανθρωπιστικούς λόγους, η οποία ισοδυναμεί με βεβαίωση αναβολής απομάκρυνσης του άρθρου 24 του ν. 3907/2011. Εξάλλου, ναι μεν η ταυτόχρονη έκδοση πράξης διακοπής εξέτασης του αιτήματος παροχής διεθνούς προστασίας και απόφασης επιστροφής είναι επιτρεπτή, η εκτέλεση, όμως, της δεύτερης γίνεται εντός του πλαισίου των διαδικαστικών και ουσιαστικών εγγυήσεων της οδηγίας 2008/115/ΕΚ, η οποία έχει μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του ν. 3907/2011 (σκέψη 20), που εξασφαλίζουν τη δίκαιη μεταχείριση εκείνου που έχει πραγματικά ανάγκη διεθνούς προστασίας. Επομένως, ο υπήκοος τρίτης χώρας, σε περίπτωση που έχει εκδοθεί από την Ανεξάρτητη Αρχή Προσφυγών απόφαση αφενός περί διακοπής της εξέτασης της αίτησής του για παροχή διεθνούς προστασίας, λόγω ανάκλησης αυτής, και αφετέρου περί επιστροφής του, δύναται, αφενός μεν, να υποβάλει, κατά τα προεκτεθέντα, αίτηση επανεξέτασης του αιτήματός του ή νέα αίτηση (εντός της εννεάμηνης προθεσμίας) για διεθνή προστασία, οπότε δεν εκτελείται η απόφαση περί επιστροφής, αφετέρου δε, να υποβάλει οποτεδήποτε, πριν να εκτελεσθεί η απόφαση περί επιστροφής, αίτημα για να εξεταστεί εάν συντρέχουν στην περίπτωσή του οι όροι της αρχής της μη επαναπροώθησης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η ενεργοποίηση των ως άνω δικαιωμάτων προϋποθέτει την υποβολή αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου. […]

27. Επειδή, ενόψει των εκτεθέντων στις σκέψεις 21-24, ως προς το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα, για το οποίο εισήχθη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας η κρινόμενη αίτηση, προσήκει η απάντηση ότι, κατά την έννοια των παρ. 1 και 4 του άρθρου 81 του ν. 4636/2019, όπως τούτο ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 13 του ν. 4686/2020, στην περίπτωση που διαπιστώνεται σιωπηρή ανάκληση αιτήματος αλλοδαπού περί παροχής διεθνούς προστασίας και εκδίδεται πράξη διακοπής της διαδικασίας εξέτασης αυτού, στην οποία σωρεύεται και απόφαση περί επιστροφής του αλλοδαπού, η τελευταία αυτή παράγει όλες τις έννομες συνέπειές της από την έκδοση και κοινοποίησή της στον ενδιαφερόμενο και, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα έχει αυτός εν τω μεταξύ υποβάλει αίτηση επανεξέτασης του αιτήματός του περί παροχής διεθνούς προστασίας ή νέα αίτηση, μπορεί να εκτελεσθεί και πριν από την πάροδο εννέα μηνών από την κοινοποίησή της, εφόσον με την διακοπή της εξέτασης του αιτήματος περί παροχής διεθνούς προστασίας παύει να ισχύει το δικαίωμα προσωρινής παραμονής του αλλοδαπού στη χώρα. Με την έννοια δε αυτή η επίμαχη ρύθμιση του εθνικού δικαίου είναι σύμφωνη με τις διατάξεις των οδηγιών 2013/32/ΕΕ και 2008/115/ΕΚ, καθώς και με την αρχή της μη επαναπροώθησης. […]

Επιλύει το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα, για το οποίο εισήχθη η αίτηση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 27 του σκεπτικού.

Κρατεί την υπόθεση, δικάζει και δέχεται την αίτηση.

Ακυρώνει την υπ’ αριθμ. …./2.6.2020 απόφαση της 3ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών (υπό μονομελή σύνθεση), κατά το μέρος που διατάσσει την επιστροφή της αιτούσας (και των τέκνων της) «μόνο μετά την πάροδο εννέα (9) μηνών από την επίδοση» της εν λόγω απόφασης.

Write A Comment