Από τη διάταξη του άρθρου 44 παρ.5 του ν. 2910/2001 ουδόλως δύναται να συναχθεί ότι η προβλεπόμενη από αυτήν κοινοποίηση της πράξεως απελάσεως πρέπει να γίνεται πλην της ελληνικής γλώσσας και σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα κατανοητή από εκείνον αλλοδαπό) στον οποίο απευθύνεται το σχετικό έγγραφο.
Εξάλλου, από καμμία διάταξη του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας ή άλλη γενικής εφαρμογής διάταξη νόμου (ή υπέρτερης του νόμου τυπικής ισχύος) δεν προκύπτει γενική υποχρέωση της Διοικήσεως να συντάσσει και να κοινοποιεί, επί ποινή ακυρότητας της διαδικασίας, διοικητικά έγγραφα σε αλλοδαπούς σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα κατανοητή σε αυτούς. Σε συγκεκριμένες μόνον ειδικές περιπτώσεις, στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνεται η πράξη απελάσεως, θεσπίζει η ελληνική έννομη τάξη υποχρέωση της Διοικήσεως να γνωστοποιεί έγγραφα ή πράξεις στον αλλοδαπό συντεταγμένα σε ξένη γλώσσα κατανοητή από αυτόν (βλ. στη νομοθεσία περί αλλοδαπών τα άρθρα 39 παρ.3 και 44 παρ.3 του ν.2910/2001 ή τα αντίστοιχα άρθρα 71 παρ.3 και 76 παρ.3 του ήδη ισχύοντος ν.3386/2005 και στη νομοθεσία περί προσφύγων τα άρθρα 1 παρ.6, 2 παρ.6, 3 παρ.3 και 7, 4 παρ.1 του π.δ.61/1999 ή τα άρθρα 8 παρ.1 εδ. α΄, β΄, ε΄ και 10 παρ.1, 8 εδ. β΄ του ήδη ισχύοντος π.δ.90/2008).
Ως εκ τούτου, για την εκ μέρους της Διοικήσεως τήρηση της, κατά το άρθρο 16 παρ.1 του Κ.Δ.Δ., υποχρεώσεως γνωστοποιήσεως στον ενδιαφερόμενο αλλοδαπό της δυνατότητας να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή κατά πράξεως που τον αφορά (όπως είναι η πράξη απελάσεως), αρκεί το έγγραφο, με το οποίο γνωστοποιείται η δυνατότητα αυτή, να είναι διατυπωμένο με σαφήνεια στην ελληνική γλώσσα, διατηρουμένου βεβαίως ακεραίου του δικαιώματος του αλλοδαπού, σε περίπτωση μη κατανοήσεως του επιδιδόμενου σε αυτόν εγγράφου ή του σχετικού αποδεικτικού επιδόσεώς του, να αρνηθεί την παραλαβή του επικαλούμενος άγνοια της ελληνικής γλώσσας και επίσης του δικαιώματός του να μην υπογράψει το επιδοτήριο, νοουμένου οίκοθεν ότι φέρει πάντοτε το βάρος αποδείξεως ότι δεν κατανοεί την ελληνική γλώσσα.
Την ανωτέρω ερμηνεία επιρρωνύει και το γεγονός ότι η τήρηση από τη Διοίκηση της υποχρεώσεως να επικοινωνεί (σε περίοδο μάλιστα μαζικής μεταναστεύσεως) με τους αλλοδαπούς σε όλες τις ομιλούμενες γλώσσες ή διαλέκτους του κόσμου είναι πρακτικώς ανέφικτη.
Ανεξαρτήτως δε των προεκτεθέντων, ήτοι και αν ακόμη ήθελε θεωρηθεί ότι προβλέπεται γενική υποχρέωση γνωστοποιήσεως διοικητικών εγγράφων και πράξεων σε ξένη γλώσσα κατανοητή στον διοικούμενο, εκείνος (ο διοικούμενος) θα έφερε, κατά γενική δικονομική αρχή, ως επικαλούμενος ενώπιον δικαστηρίου νομική πλημμέλεια διοικητικής πράξεως ή διαδικασίας, το βάρος αποδείξεως του ισχυρισμού του ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο της επιδόσεως, δεν κατανοούσε την ελληνική γλώσσα.
Έσφαλε, συνεπώς, το δικάσαν δικαστήριο δεχθέν το αντίθετο ότι, δηλαδή, το έγγραφο με το οποίο εγνωστοποιούντο στην ενδιαφερόμενη η απέλασή της και τα σχετικά δικαιώματα νομικής προστασίας της έπρεπε να είναι συντεταγμένο σε γλώσσα κατανοητή σε αυτήν διάφορη της ελληνικής.