Με τις πρόσφατες προτάσεις του στην υπόθεση Gnandi, ο Γενικός Εισαγγελέας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσής προσπαθεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα κατά πόσο είναι δυνατή η έκδοση απόφασης σχετικά με τη λήξη της νόμιμης παραμονής ταυτόχρονα με απόφαση επιστροφής και έναντι αιτούντος διεθνή προστασία εν αναμονή της εκβάσεως της ένδικης προσφυγής που άσκησε κατά της απορριπτικής αποφάσεως της εν λόγω αρχής.
Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Sadikou Gnandi, υπηκόου Τόγκο, και του État belge (Βελγικού Κράτους), σχετικά με τη νομιμότητα διαταγής εγκαταλείψεως της επικράτειας, κατόπιν απορρίψεως της αιτήσεως ασύλου του από τον Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides (Γενικό επίτροπο για τους πρόσφυγες και τους απάτριδες, στο εξής: CGRA).
Με το προδικαστικό του ερώτημα, το βελγικό Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) ερωτά, κατ’ ουσίαν, το Δικαστήριο εάν αντιβαίνει στην αρχή της μη επαναπροωθήσεως και στο δικαίωμα πραγματικής προσφυγής η εις βάρος αιτούντος άσυλο έκδοση αποφάσεως επιστροφής βάσει της οδηγίας 2008/115, όπως είναι η διαταγή προς τον S. Gnandi να εγκαταλείψει την επικράτεια, ευθύς μετά την απόρριψη της αιτήσεως παροχής διεθνούς προστασίας από την πρωτοβάθμια διαδικασία εξετάσεως και πριν από την εξάντληση των ένδικων βοηθημάτων που έχει στη διάθεσή του κατά μιας τέτοιας απορριπτικής αποφάσεως.
Κατά τον Γενικό Εισαγγελέα η οδηγία 2008/115/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, καθώς και οι αρχές της μη επαναπροωθήσεως και της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας (άρθρα 19 και 47 ΧΘΔΕΕ), αντιτίθενται στην έκδοση αποφάσεως επιστροφής εις βάρος υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, και στον οποίο, κατ’ εφαρμογήν του δικαίου της Ένωσης ή/και του εθνικού δικαίου, έχει παρασχεθεί δικαίωμα παραμονής στο κράτος μέλος στο οποίο έχει υποβάλει την αίτησή του παροχής διεθνούς προστασίας, κατά τη διάρκεια της προβλεπόμενης προθεσμίας για την άσκηση της προσφυγής κατά της απορρίψεως της αιτήσεως αυτής και, εφόσον ασκηθεί εμπροθέσμως, ενόσω διαρκεί η εξέτασή της.
Αντιθέτως, δεν αντιβαίνει στην οδηγία 2008/115, καθώς και στις αρχές της μη επαναπροωθήσεως και της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας, η έκδοση τέτοιας αποφάσεως επιστροφής εις βάρος του υπηκόου αυτού μετά την απόρριψη της εν λόγω προσφυγής, εκτός εάν, βάσει του εθνικού δικαίου, παρασχεθεί στον υπήκοο αυτόν δικαίωμα παραμονής στο οικείο κράτος μέλος έως την οριστική περάτωση της διαδικασίας ασύλου.
Διαβάστε το πλήρες κείμενο