Ο Γενικός Εισαγγελέας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρότεινε στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλαν το Bundesgerichtshof και το Landgericht München ως εξής:
Το άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αντίκειται σε ρύθμιση κράτους μέλους με την οποία, λαμβανομένης υπόψη της ομοσπονδιακής δομής του εν λόγω κράτους, επιτρέπεται στα ομόσπονδα κράτη να κρατούν τους υπηκόους τρίτων χωρών εν αναμονή απομακρύνσεως σε σωφρονιστικό κατάστημα, οσάκις δεν υφίστανται ειδικές εγκαταστάσεις κρατήσεως στο έδαφος του αρμόδιου ομόσπονδου κράτους. (στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑473/13 και C‑514/13)
Το άρθρο 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει τη μη τήρηση από κράτος μέλος της υποχρεώσεως να διαχωρίζει υπήκοο τρίτης χώρας που κρατείται με σκοπό την απομάκρυνσή του σε σωφρονιστικό κατάστημα από τους κρατουμένους του κοινού δικαίου, με την αιτιολογία ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας συναίνεσε στην κοινή κράτηση. (στην υπόθεση C‑474/13)