Μικρότερο του 1% το μέχρι σήμερα ποσοστό θετικών αποφάσεων από τις νέες Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών. Από τις 352 υποθέσεις που εξετάστηκαν στην ουσία, αποφάσεις στο πλαίσιο της δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας επικυρώθηκαν οι αρνητικές πρωτοβάθμιες αποφάσεις σε 350 υποθέσεις ενώ δεκτές έγιναν οι προσφυγές μόνο σε δύο υποθέσεις.
Η εσπευσμένη αλλαγή της σύνθεσής των «Ανεξαρτήτων Επιτροπών Προσφυγών» τον περασμένο Ιούνιο, με τον διορισμό δύο δικαστικών λειτουργών, είχε προκαλέσει έντονο προβληματισμό για τη σκοπιμότητά της, καθώς συνδέθηκε με τη ανάγκη να επιτευχθεί πάση θυσία ο στόχος της αμφισβητούμενης ευρωτουρκικής διακήρυξης που προβλέπει μαζικές επιστροφές στην Τουρκία όσων φτάνουν στην Ελλάδα μετά τις 20 Μαρτίου.
Μέχρι τότε, οι δευτεροβάθμιες επιτροπές είχαν κρίνει σε ποσοστό που ξεπερνά το 99% «παραδεκτά» τα αιτήματα ασύλου Σύρων στην Ελλάδα και απαράδεκτη την απέλασή τους στην Τουρκία, απορρίπτοντας τις σχετικές αποφάσεις της Υπηρεσίας Ασύλου και του υπαλλήλου του Ευρωπαϊκού Γραφείου για την Υποστήριξη Ασύλου, που ευθυγραμμίζονταν με την ευρωτουρκική διακήρυξη.
Η νεοσυσταθείσα Αρχή Προσφυγών έχει μέχρι σήμερα συμπληρώσει πέντε μήνες ζωής. Επί του παρόντος λειτουργούν έξι μόνιμες Επιτροπές Προσφυγών (και μία Επιτροπή αναπληρωματική των μόνιμων επιτροπών) σε λειτουργία. Οι επιτροπές αυτές αποφασίζουν για τις προσφυγές που κατατέθηκαν από τις 20 Ιουλίου κατά των πρωτοβάθμιων αποφάσεων της ελληνικής Υπηρεσίας Ασύλου.
Σε μια προσπάθεια να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της νέας Αρχής Προσφυγών και να αυξηθεί ο αριθμός των δευτεροβάθμιων αποφάσεων, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε στις 25 Οκτωβρίου να συστήσει επτά πρόσθετες Επιτροπές Προσφυγών, ανεβάζοντας έτσι τον συνολικό αριθμό αυτών των Επιτροπών σε 13, έχοντας την πρόθεση να φθάσει ο συνολικός αριθμός των Επιτροπών Προσφυγών στις 20 έως το τέλος Φεβρουαρίου 2017.
Όλη μέχρι σήμερα συζήτηση γύρω από της Επιτροπές Προσφυγών έχει επικεντρωθεί στο ζήτημα της Τουρκίας ως «ασφαλούς τρίτης χώρας» και τις συνακόλουθες απορρίψεις των αιτημάτων ασύλου ως απαραδέκτων, καθώς και στη συνταγματικότητα της συμμετοχής δικαστικών λειτουργών σε διοικητικές Επιτροπές.
Ήδη, στις 29 Νοεμβρίου 2016 συζητήθηκαν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, σχετικές προσφυγές του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, της Ομάδας Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών και δύο Σύρων των οποίων τα αιτήματα ασύλου κρίθηκαν «απαράδεκτα» από τις δευτεροβάθμιες επιτροπές προσφυγών.
Αυτό όμως που (θα) πρέπει να προκαλεί επίσης προβληματισμό είναι τα χαμηλά μέχρι σήμερα ποσοστά αναγνώρισης καθεστώτων διεθνούς προστασίας (ασύλου και επικουρικής) από τις νέες Επιτροπές. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει στην 4η έκθεση προόδου της Συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
Έως σήμερα οι νέες Επιτροπές Προσφυγών εξέδωσαν 366 αποφάσεις στο πλαίσιο της δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας – 14 σχετικά με το παραδεκτό και 352 επί της ουσίας. Από αυτές τις 352 υποθέσεις που εξετάστηκαν στην ουσία, επικυρώθηκαν οι αρνητικές πρωτοβάθμιες αποφάσεις σε 350 υποθέσεις ενώ δεκτές έγιναν οι προσφυγές μόνο σε δύο υποθέσεις.
Με άλλα λόγια το ποσοστό θετικής αναγνώρισης από τις νέες Ανεξάρτητες Επιτροπές ανέρχεται σεποσοστό 0,00568 % (sic!).
Αντιθέτως, σύμφωνα με τα στατιστικά της Υπηρεσίας ασύλου των προηγουμένων ετών το ποσοστό θετικής αναγνώρισης σε δεύτερο βαθμό, τόσο για το 2015 όσο και για το 2014 ανέρχετο περίπου σε 16%.
Διαπιστώνει, λοιπόν, κανείς ότι μέχρι στιγμής υπάρχει μια θεαματική-δραστική μείωση των ποσοστών αναγνώρισης σε δεύτερο βαθμό, θυμίζοντας άλλες εποχές, τότε που τα ποσοστά αναγνώρισης καθεστώτος ασύλου και επικουρικής προστασίας βρίσκονταν κοντά στο 1%.
Εύλογα λοιπόν αναρωτιέται κανείς που οφείλεται αυτή η δραματική αλλαγή; Μήπως στην πιθανή αλλαγή του προφίλ-εθνικοτήτων των ατόμων που φθάνουν πλέον στα ελληνικά νησιά μετά τη Συμφωνία ΕΕ –Τουρκίας, όπως υποστηρίζουν μερικοί;
Τα στοιχεία δεν επαληθεύουν μια τέτοια εκτίμηση. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης για τις μεταναστευτικές-προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη το 2016, μετά την εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, οι μετανάστες – πρόσφυγες από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό μέρους του συνολικού αριθμού αφίξεων στην Ελλάδα (περίπου 40%). Επομένως, η απάντηση βρίσκεται μάλλον αλλού.
Μήπως στο ότι οι Επιτροπές εξετάζουν μέχρι σήμερα προσφυγές απο εθνικότητες με χαμηλά ποσοστά αναγνώρισης; Ίσως. Όμως και πάλι το ποσοστό είναι ασυνήθιστα χαμηλό, προσεγγίζοντας σχεδον το απόλυτο μηδέν.
Μήπως τελικά στην ίδια τη σύνθεση των Επιτροπών, όπως υποστηρίζουν διάφοροι;
Η ερώτηση μένει ανοικτή