τελευταια νεα
ΑΠΟΨΕΙΣ

Η εκπαίδευση προσφύγων στον εκπαιδευτικό και θεσμικό «βάλτο» των ΔΥΕΠ

Pinterest LinkedIn Tumblr

Τον Σεπτέμβρη του 2016 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης ο νόμος 4415 (Ρυθμίσεις για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, τη διαπολιτισμική εκπαίδευση και άλλες διατάξεις).  Το άρθρο 38[i] του νόμου εισήγαγε έναν νέο θεσμό στην ελληνική εκπαίδευση, τις «δομές υποδοχής για την εκπαίδευση των προσφύγων» και μια ασυνήθιστα ευρεία εξουσιοδοτική διάταξη για την οργάνωση, λειτουργία, συντονισμό και το πρόγραμμα εκπαίδευσης τους.
Ήταν απαραίτητη όμως η ψήφιση μιας τέτοιας διάταξης; Ποιο κενό κάλυπτε;
Ήδη από το 1983 ο νομοθέτης έχει προβλέψει την ίδρυση Τάξεων Υποδοχής και Φροντιστηριακών Τμημάτων «για την ομαλή προσαρμογή στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας παλιννοστούντων μαθητών τέκνων Ελλήνων μεταναστών». Στην αρχική αυτή διάταξη στην πορεία του χρόνου προστέθηκαν και διάφορες άλλες κατηγορίες μαθητών/ριών για να φτάσουμε στο 1996 όπου με το νόμο 2413 αναγνωρίζεται η ανάγκη για «διαπολιτισμική εκπαίδευση», ιδρύονται διαπολιτισμικά σχολεία, και διεύθυνση για το θέμα στο Υπουργείο Παιδείας.
Με την νέα οπτική πλέον, αυτήν της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, το υπουργείο Παιδείας εκδίδει το 1999 απόφαση βάσει της οποίας οι Τάξεις Υποδοχής και τα Φροντιστηριακά Τμήματα αφορούν πλέον την «εκπαίδευση παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών».
Τα εκπαιδευτικά προγράμματα για τις δράσεις αυτές προέβλεπαν ότι τα παιδιά φοιτούσαν κανονικά στα σχολεία και ανάλογα με τις ανάγκες τους κατατάσσονταν στις Τάξεις Υποδοχής Ι και ΙΙ όπου οι πρώτες αφορούσαν μαθητές με ελάχιστη ή καθόλου γνώση της ελληνικής γλώσσας.
Σήμερα οι τάξεις υποδοχής λειτουργούν υπό το πιο σύγχρονο πλαίσιο των ΖΕΠ του νόμου 3879/10  που έχουν στόχο «την ισότιμη ένταξη όλων των μαθητών στο εκπαιδευτικό σύστημα μέσω της λειτουργίας υποστηρικτικών δράσεων για τη βελτίωση της μαθησιακής επίδοσης, όπως ιδίως η λειτουργία τάξεων υποδοχής, τμημάτων ενισχυτικής διδασκαλίας, θερινών τμημάτων και τμημάτων διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας της χώρας προέλευσης των μαθητών».
Ποια παιδιά όμως δικαιούνται να εγγραφούν στα σχολεία ώστε να φοιτήσουν στις Τάξεις Υποδοχής;
Την δεκαετία του 90, η είσοδος άτυπων μεταναστών δημιούργησε μια νέα πραγματικότητα. Υπήρχαν πολλοί μαθητές που οι γονείς τους δεν είχαν τακτοποιήσει το θέμα της νομιμότητας της διαμονής τους στην χώρα. Και εκεί όμως υπήρξε απάντηση. Ήδη με την κύρωση της Διεθνούς σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού το 1992 η χώρα μας ανέλαβε και τυπικά την υποχρέωση για ίση μεταχείριση των παιδιών στην εκπαίδευση. Την υποχρέωση αυτή επανέλαβε και εξειδίκευσε στο άρθρο 40 του ν.2910/2001. Από τότε και μέχρι σήμερα(;) παρέχεται απόλυτο δικαίωμα φοίτησης για όλα τα παιδιά ακόμα και αυτά που οι γονείς τους δεν έχουν νομιμοποιητικά έγγραφα παραμονής στην χώρα. Η ίδια διάταξη επαναλαμβάνεται στον 3386/05 και στον ισχύοντα Κώδικα Μετανάστευσης (ν.4251/2014). 
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η ρύθμιση για την εκπαίδευση των προσφύγων του Σεπτεμβρίου του 2016 δεν κάλυψε κάποιο κενό. Προϋπήρχε θεσμοθετημένο δικαίωμα των παιδιών να φοιτήσουν σε σχολεία αλλά και μέθοδος για την αντιμετώπιση των αυξημένων αναγκών τους.
Που αποσκοπούσε λοιπόν η ρύθμιση;  
Είναι ενδιαφέρον ότι η διατύπωση της δεν αφορά μια έκτακτη ανάγκη, όπως πράγματι ήταν αυτή της μαζικής εισόδου προσφύγων του 2015, αλλά δίνει την εντύπωση ότι δημιουργεί ένα πάγιο «παρα-σύστημα» εκπαίδευσης που αντικαθιστά το τυπικό. Τα παιδιά των Κέντρων Φιλοξενίας την προηγούμενη σχολική χρονιά εντάχθηκαν υποχρεωτικά σε αυτό το «παρα-σύστημα» που, κατά κοινή ομολογία, απέδωσε φτωχά αποτελέσματα.
Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί λοιπόν είναι αν οι ΔΥΕΠ είναι σχολεία που εντάσσονται στο εκπαιδευτικό σύστημα. Το δεύτερο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, ερώτημα είναι αν τα παιδιά των προσφύγων και μεταναστών έχουν άλλη επιλογή.
Με το υφιστάμενο πλαίσιο που ορίζεται στην πρόσφατα δημοσιευμένη ΚΥΑ (ΦΕΚ 2985 Β) οι ΔΥΕΠ παραμένουν μη – σχολεία.  Η φοίτηση σε αυτές δεν αντιστοιχεί σε τάξεις του δημοτικού ή του γυμνασίου και μοιάζουν περισσότερο σαν φροντιστήρια ή χώροι δημιουργικής απασχόλησης. Πουθενά δεν προβλέπεται αξιολόγηση της προόδου των «μαθητών», διαδικασία εξόδου από τις ΔΥΕΠ και εισόδου στην τυπική εκπαίδευση. Μοιάζει σαν έναν εκπαιδευτικό και θεσμικό βάλτο από τον οποίο δεν μπορείς να βγεις. Στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα τα παιδιά (ηλικίας  δημοτικού και γυμνασίου) διδάσκονται 6 ώρες ελληνικών και 4 αγγλικών. Είναι προφανές ότι η ταχύρρυθμη εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας δεν είναι προτεραιότητα. Κάποιοι ίσως θα θυμούνται τις εξαγγελίες για διδασκαλία των μητρικών γλωσσών των προσφυγόπουλων. Το υπουργείο Παιδείας δείχνει να μην το θυμάται.  
Στο δεύτερο ερώτημα φέτος υπάρχουν αλλαγές. Την περσινή χρονιά οι ΔΥΕΠ αφορούσαν μόνο τα παιδιά που διέμεναν σε Κέντρα Φιλοξενίας. Βασικό άλλοθι για αυτήν την επιλογή ήταν η υπό εξέλιξη διαδικασία μετεγκατάστασης. Αυτό το σχολείο «για όσο χρόνο παραμείνουν εδώ» παραγνώριζε από την μια πλευρά τις καθυστερήσεις στην μετεγκατάσταση και από την άλλη (και αυτό είναι η μεγαλύτερη υποκρισία) ότι μεγάλο πλήθος παιδιών δεν υπάγονταν καν σε αυτήν την διαδικασία. Το επιχείρημα για «παιδιά που απείχαν για πάνω από πέντε χρόνια από κάθε είδους σχολική εκπαίδευση» θα μπορούσε να σταθεί (και να απαντηθεί παιδαγωγικά και όχι διοικητικά) εφόσον θα αφορούσε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας. Ένα παιδί 5-7 ετών όμως δεν μπορεί να έχει χάσει πέντε σχολικές χρονιές. Η επιλογή για νηπιαγωγεία εντός ΔΥΕΠ έγινε με βάση «την δυσκολία των νηπίων να αποχωριστούν την οικογένεια τους»(!). Τελικά όμως νηπιαγωγεία δεν λειτούργησαν καν την προηγούμενη χρονιά. Φέτος επαναλαμβάνεται η ίδια επιλογή για τα νήπια όπως και η επιλογή για αυτά που βρίσκονται στην ηλικία 15-18 ετών. Για τα μεγαλύτερα παιδιά και εφήβους απολύτως τίποτα.
Κάποια παιδιά κατάφεραν να υπερβούν τα περσινά εμπόδια. Κατάφεραν να εγγραφούν στα κανονικά σχολεία γιατί αξιοποίησαν μη επίσημα υποστηρικτικά δίκτυα που πολύ απλά πίεσαν για την εφαρμογή της νομοθεσίας. Μέχρι το καλοκαίρι του 2017 το σχολείο δεν είχε νόμιμο τρόπο να αρνηθεί την εγγραφή στο κανονικό πρόγραμμα σπουδών. Μπορούσε, με διάφορα προσχήματα, να την δυσκολέψει σε διοικητικό επίπεδο αλλά όχι να την αρνηθεί.  
Η φετινή σχολική χρονιά ξεκίνησε με την είδηση ότι οι ΔΥΕΠ καλύπτουν και ανάγκες εκπαίδευσης παιδιών που ζουν εκτός Κέντρων Φιλοξενίας αλλά εντός επισήμων δομών. Σύμφωνα με την προαναφερόμενη ΚΥΑ, στους δυνητικούς μαθητές/ριες προστέθηκαν και αυτοί/ες που διαμένουν «σε κάθε είδους κατάλυμα που χρησιμοποιείται από το ελληνικό κράτος ή την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ ή άλλους διεθνείς φορείς για τη διαμονή πολιτών τρίτων χωρών». Η διάταξη δεν αναφέρεται σε όσους/ες έχουν καλύψει τις στεγαστικές τους ανάγκες με άλλον τρόπο γεγονός που μένει να αποδειχτεί πως θα λειτουργήσει στην πράξη.
Από την άλλη πλευρά, με το πδ.79/2017, άλλαξε η διαδικασία εγγραφής των παιδιών με ελλιπή δικαιολογητικά σε νηπιαγωγεία και δημοτικά. Πλέον η εγγραφή δεν γίνεται αυτόματα δεκτή στο σχολείο της γειτονιάς αλλά το αίτημα παραπέμπεται στον τοπικό διευθυντή πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την «οριστική διευθέτηση του ζητήματος σε συνεργασία με όλους τους αρμόδιους φορείς και αρχές της πολιτείας». Το ποια είναι τα όρια της διακριτικής ευχέρειας του Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης είναι ένα θέμα συζήτησης.
Δια γυμνού οφθαλμού φαίνεται ότι η νέα διαδικασία του π.δ. αντίκειται στις διατάξεις του Κώδικα Μετανάστευσης (παρ. 7 και 8 του άρθρου 21).  Ο φόβος που υπάρχει είναι μήπως ο διευθυντής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης «διευθετεί οριστικά» το ζήτημα παραπέμποντας κάποια παιδιά στις τοπικές ΔΥΕΠ ενώ θα εγκρίνει την φοίτηση κάποιων άλλων στα κανονικά σχολεία. Η άρνηση εγγραφής δεν θα μπορούσε να νοηθεί ως ενδεχόμενο. Τα σχετικά εμπόδια όμως που τίθενται υπάρχει κίνδυνος να αποθαρρύνουν γονείς την ώρα που το μήνυμα θα έπρεπε να είναι ακριβώς το αντίθετο. Το πρόγραμμα εκπαίδευσης προσφυγοπαίδων, όπως και κάθε άλλο αντίστοιχο, πρέπει να έχει δυο παράλληλους στόχους. Την ανάπτυξη αποτελεσματικών προγραμμάτων εκπαίδευσης και την καταπολέμηση της σχολικής διαρροής και αποφυγής.
Η εγγραφή όλων των παιδιών στην τυπική εκπαίδευση, από αυτήν ή την επόμενη σχολική χρονιά, προφανώς είναι ένας υπεραισιόδοξος στόχος για διάφορους λόγους που κατά βάση έχουν σχέση με την ετοιμότητα της πολιτείας και, κατά δεύτερο λόγο, με τα ειδικά χαρακτηριστικά των προσφύγων και μεταναστών. Η έλλειψη πόρων είναι ένα επιχείρημα. Προφανώς η επιλογή να σπαταληθούν πόροι στις ΔΥΕΠ το ενισχύει αλλά δίνει και απάντηση στο που μπορεί να αναζητηθούν.
Πως θα καταργηθούν οι ΔΥΕΠ;
Την απάντηση δίνει ο ίδιος νόμος (4415/16) που τις δημιούργησε. Το άρθρο 21 θέτει τα όρια της εξουσιοδότησης για την υπουργική απόφαση που προβλέπεται για την δημιουργία των ΔΥΕΠ (άρθρο 38). Προφανώς αυτά τα όρια έχει υπερβεί το Υπουργείο Παιδείας.
Παραθέτω ολόκληρο το άρθρο για την αποφυγή παρεξηγήσεων: 
Άρθρο 21
Σκοποί και μέσα
Οι σκοποί της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης επιδιώκονται, μεταξύ άλλων, με τα εξής μέσα:
α) την εγγραφή των παιδιών με διαφορετική πολιτισμική προέλευση σε σχολεία μαζί με παιδιά γηγενών,
β) την ενίσχυση της δημοκρατικής λειτουργίας του σχολείου στη βάση του σεβασμού των δημοκρατικών
αξιών και των δικαιωμάτων του παιδιού,
γ) την εκπόνηση κατάλληλων σχολικών προγραμμάτων, σχολικών βιβλίων και διδακτικών υλικών,
δ) την αντιμετώπιση των αρνητικών διακρίσεων που δημιουργούνται με βάση τις πολιτισμικές διαφορές, την
ξενοφοβία και τον ρατσισμό,
ε) μέτρα και υποστηρικτικές δομές που ευνοούν την εκπαιδευτική και κοινωνική ένταξη των παιδιών μεταναστευτικής καταγωγής σε πλαίσιο ισοτιμίας και με σεβασμό στη διατήρηση της πολιτισμικής τους ταυτότητας,
στ) κατάλληλα επιμορφωτικά προγράμματα και δράσεις διαπολιτισμικού χαρακτήρα που απευθύνονται σε όλα τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας      
Βασίλης Χρονόπουλος, αν. γραμματέας Τομέα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Μετανάστευσης του ΠΑΣΟΚ
Τα κείμενα τρίτων προσώπων που φιλοξενούνται στη στήλη «Απόψεις» του Immigration.gr δημοσιεύονται αυτούσια και απηχούν τις προσωπικές απόψεις των συγγραφέων και όχι του ιστολογίου ή του διαχειριστή του.    

[i] Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων ιδρύονται δομές υποδοχής για την εκπαίδευση των προσφύγων, καθορίζεται η οργάνωση, η λειτουργία, ο συντονισμός και το πρόγραμμα της εκπαίδευσης στις ως άνω δομές, καθώς και τα κριτήρια και η διαδικασία στελέχωσης αυτών. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων αποσπώνται ή διατίθενται εκπαιδευτικοί στις ως άνω δομές και προσλαμβάνονται αναπληρωτές, μέσω του Κρατικού Προϋπολογισμού, του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ή μέσω ΕΣΠΑ.

Write A Comment