τελευταια νεα
ΕΔΔΑ

ΕΔΔΑ: Καταδίκη της Ελλάδας για αναιτιολόγητη και αυθαίρετη διοικητική απέλαση αλλοδαπού

Pinterest LinkedIn Tumblr

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
Απόφαση της 17.1.2012, Takush κατά Ελλάδας (2853/09), Πρώτο Τμήμα
Aναιτιολόγητη και αυθαίρετη διοικητική απέλαση νομίμως διαμένοντος στην Ελλάδα αλλοδαπού. Παραβίαση άρθρου 1 του 7ου ΠΠ ΕΣΔΑ.

Στις 10.9.2008 ο προσφεύγων, αλβανικής υπηκοότητας, ο οποίος διέμενε νομίμως στη Θεσσαλονίκη από το 2000 με τη σύζυγό του και έναν από τους ανήλικους γιούς του, συνελήφθη επ’ αυτοφώρω και παραπέμφθηκε ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης για το αδίκημα της διευκόλυνσης μεταφοράς στο εσωτερικό της χώρας αλλοδαπών που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος. Την ίδια ημέρα διατάχθηκε η κράτησή του, διότι κρίθηκε επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια και ύποπτος φυγής, ενώ στις 15.9.2008 εκδόθηκε απόφαση διοικητικής απέλασης, κατά το άρθρο 76 παρ. 1 περ. β΄ και γ΄ του ν. 3386/2005, με αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα, σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς διοικητικής προσφυγής εντός της προβλεπόμενης πενθήμερης προθεσμίας από την κοινοποίηση της απόφασης αυτής στον προσφεύγοντα. Μετά την ποινική αθώωσή του για το ανωτέρω αδίκημα, η διοικητική προσφυγή που άσκησε ο προσφεύγων κατά της απόφασης απέλασης απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη, η σχετική δε από 25.9.2008 απορριπτική απόφαση, στην οποία μνημονευόταν το δικαίωμα του προσφεύγοντος ν’ ασκήσει κατ’ αυτής εντός 60 ημερών αίτηση ακύρωσης και αναστολής, κοινοποιήθηκε μόνον στο δικηγόρο του προσφεύγοντος στις 30.9.2008, ήτοι μετά την απέλαση του προσφεύγοντος, η οποία έλαβε χώρα στις 27.9.2008. Οι συναφώς ασκηθείσες από το δικηγόρο του αιτήσεις αναστολής και ακυρώσεως έγιναν, τελικώς, δεκτές στις 17.2.2009 και 7.10.2010, αντιστοίχως, από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, το οποίο δέχθηκε ότι υπήρξε παράβαση των άρθρων 8 της ΕΣΔΑ και 1 του 7ου Πρωτοκόλλου. Το ΕΔΔΑ υπενθύμισε ότι οι νομίμως διαμένοντες σε έδαφος συμβαλλόμενου κράτους αλλοδαποί απολαμβάνουν, σε περίπτωση απέλασής τους, πλην της προστασίας που απορρέει από τα άρθρα 3 και 8 της Σύμβασης σε συνδυασμό με το άρθρο 13 αυτής, και των εγγυήσεων του άρθρου 1 του 7ου Πρωτοκόλλου, με το οποίο θεσπίζεται ο απαρέγκλιτος κανόνας ότι οι αλλοδαποί αυτοί δεν απελαύνονται «παρά μόνο μετά από απόφαση που έχει ληφθεί σύμφωνα με το νόμο». Σύμφωνα με την συνοδεύουσα το 7ο Πρωτόκολλο αιτιολογική έκθεση, η απόφαση απέλασης πρέπει να εκδίδεται από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τις εθνικές ουσιαστικές διατάξεις και κατά την προβλεπόμενη διαδικασία. Το Δικαστήριο, προβαίνοντας σε αυτεπάγγελτο έλεγχο της παράβασης ή μη του άρθρου αυτού, διαπίστωσε ότι παρά το γεγονός ότι η ελληνική έννομη τάξη προβλέπει πολλές δυνατότητες άμυνας έναντι του διοικητικού μέτρου της απέλασης (διοικητική προσφυγή, αίτηση ακυρώσεως, αίτηση αναστολής, αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής), εν προκειμένω η διοικητική απέλαση του προσφεύγοντος προχώρησε άμεσα και κατά τρόπο αυθαίρετο, χωρίς προηγουμένως να κοινοποιηθεί στον ίδιο η από 25.9.2008 πράξη, κατά της οποίας μπορούσε να ασκήσει αίτηση αναστολής και, ως εκ τούτου, χωρίς να δοθεί σ’ αυτόν η δυνατότητα αποτελεσματικής προσφυγής κατ’ αυτής. Περαιτέρω, η επίμαχη πράξη απέλασης, ανεξαρτήτως της μνείας που περιείχε ότι ο προσφεύγων ήταν επικίνδυνος φυγής, δεν αιτιολογούσε, ωστόσο, γιατί αυτός κρίθηκε «επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας», ώστε να θεωρηθεί η απέλασή του δικαιολογημένη βάσει των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 1 του 7ου Πρωτοκόλλου. Συνεπώς, υπήρξε παράβαση του άρθρου 1 του 7ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.

(επιμέλεια-επεξεργασία Στάθης Πουλαράκης) 
το παρόν κείμενο δημοσιεύτηκε στη Επιθεώρηση Μεταναστευτικού Δικαίου (ΕΜΕΔ) 3/2012 τεύχος, σελ. 262

Write A Comment