4. Επειδή, οι διατάξεις των άρθρων 69 – 77 του νόμου 4251/2014, όπως και οι προϊσχύουσες διατάξεις του π.δ/τος 131/2006 (Α΄ 143), έχουν θεσπισθεί κατά μεταφορά της Οδηγίας 2003/86/ΕΚ του Συμβουλίου «σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης» (EE L 251). Με την Οδηγία αυτή καθορίσθηκαν κοινά κριτήρια για την άσκηση του δικαιώματος οικογενειακής επανένωσης στο έδαφος των κρατών – μελών με απώτερο στόχο την προστασία της οικογένειας και τη δημιουργία ή τη διατήρηση του οικογενειακού βίου καθώς και την ενσωμάτωση των μελών της οικογένειας του υπηκόου τρίτης χώρας στο εκάστοτε κράτος – μέλος υποδοχής, στα οποία θα πρέπει να χορηγείται, όταν αυτό απαιτείται, καθεστώς ανεξάρτητο από εκείνο του συντηρούντος και πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση υπό τους ιδίους όρους με τον αιτούντα την επανένωση, κάτω από παρόμοιες συνθήκες (σύμφωνα με την 15η αιτιολογική σκέψη αυτής), ενώ, ταυτοχρόνως, διαφυλάχθηκε η δυνατότητα των εθνικών κρατών να θεσπίζουν ή να διατηρούν ευνοϊκότερες διατάξεις στον τομέα αυτό (βλ. 6η και 16η αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας καθώς και άρθρα 1 και 3 παρ. 5 αυτής). Τούτο δε διότι η οικογενειακή επανένωση συμβάλλει, κατά τα αναφερόμενα στην τέταρτη αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας, στη δημιουργία κοινωνικοπολιτιστικής σταθερότητας προς διευκόλυνση της ενσωμάτωσης των υπηκόων τρίτων χωρών στα κράτη – μέλη, η οποία επιτρέπει την προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής που αποτελεί θεμελιώδη στόχο της Κοινότητας σύμφωνα με τη Συνθήκη. Από τη στιγμή δε, που ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας αντλεί από την Οδηγία 2003/86 δικαίωμα εισόδου και διαμονής στο κράτος – μέλος υποδοχής, το τελευταίο μπορεί να περιορίσει το δικαίωμα αυτό μόνο για τους προβλεπόμενους από την ίδια την Οδηγία λόγους, όπως για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας (βλ. άρθρο 6 της Οδηγίας και αντίστοιχου περιεχομένου άρθρο 74 παρ. 1 περ. α΄ και β΄ του ν. 4251/2014) ή λόγω διαπίστωσης καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος οικογενειακής επανένωσης (βλ. άρθρο 16 της Οδηγίας και αντίστοιχου περιεχομένου άρθρο 74 παρ. 1 περ. γ΄ έως ζ΄ του ν. 4251/2014), δίχως να καταλείπεται στον εθνικό νομοθέτη αρμοδιότητα προς θέσπιση επιπρόσθετων περιορισμών που δυσχεραίνουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού (πρβλ. ΔΕΕ αποφάσεις της 25.7.2008, C– 127/08, Metock, σκ. 74 και 95 και της 18.12.2014, C-202/13, S.A. McCarthy, σκ. 45, επί της Οδηγίας 2004/38). Σε κάθε περίπτωση, τα άρθρα 17 και 5 παρ. 5 της Οδηγίας (βλ. αντίστοιχα άρθρα 74 παρ. 4 και 71 παρ. 2 του ν. 4251/2014) επιβάλλουν όπως η άρνηση χορήγησης ή ανανέωσης και η ανάκληση των αδειών διαμονής που εντάσσονται στην κατηγορία της οικογενειακής επανένωσης να αποτελεί προϊόν εξατομικευμένης εξέτασης κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης, κατά την οποία λαμβάνονται δεόντως υπόψη η φύση και η σταθερότητα των οικογενειακών δεσμών του προσώπου, η διάρκεια της διαμονής του στο κράτος – μέλος καθώς και η ύπαρξη οικογενειακών, πολιτιστικών και κοινωνικών δεσμών με τη χώρα καταγωγής του. Υπό τα δεδομένα αυτά η εφαρμογή, εν προκειμένω, της παρατεθείσας στην προηγούμενη σκέψη, γενικού χαρακτήρα διάταξης του άρθρου 21 παρ. 6 του ν. 4251/2014 (περί θέσπισης ανώτατου χρονικού ορίου απουσίας από τη χώρα, η υπέρβαση του οποίου συνεπάγεται την ανάκληση ή την απόρριψη αιτήματος για ανανέωση άδειας διαμονής σύμφωνα με τις διατάξεις περί οικογενειακής επανένωσης των άρθρων 69-77 του ν.4251/2014), η οποία τελεί, άλλωστε, σύμφωνα με το γράμμα της, υπό την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων, θα ισοδυναμούσε με θέσπιση, ανεπιτρέπτως, επιπρόσθετου περιορισμού που δυσχεραίνει την άσκηση του δικαιώματος οικογενειακής επανένωσης και του δικαιώματος των μελών της οικογένειας υπηκόου τρίτης χώρας, που έχουν ήδη αποκτήσει ισχυρούς δεσμούς στην Ελλάδα, να αποκτήσουν αυτοτελή άδεια διαμονής (βλ. και αιτιολογική έκθεση του προγενέστερου ν.3386/2005 ως προς το σκοπό θέσπισης της αντίστοιχης στον ως άνω νόμο διάταξης). Ενόψει των ανωτέρω και λαμβανομένης, επίσης, υπόψη της ανάγκης διασφάλισης της πρακτικής αποτελεσματικότητας των απονεμόμενων από το ενωσιακό δίκαιο δικαιωμάτων, πρέπει να γίνει ερμηνευτικώς δεκτό ότι η ως άνω διάταξη του άρθρου 21 παρ. 6 του ν. 4251/2014 δεν καταλαμβάνει αιτήσεις για έκδοση άδειας διαμονής βάσει των ως άνω διατάξεων περί οικογενειακής επανένωσης υπηκόων τρίτων χωρών, βάσει των θεσπισθέντων κατά μεταφορά της ανωτέρω Οδηγίας άρθρων 69-77 του ν.4251/2014. […]
8. […] Για τον λόγο αυτό, κατ’ αποδοχή του προβαλλόμενου με το δικόγραφο σχετικού λόγου ακύρωσης, η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς το κεφάλαιό της περί απόρριψης της αίτησης του αιτούντος για χορήγηση αυτοτελούς άδειας διαμονής της, πρέπει να ακυρωθεί. Μετά δε την ακύρωση αυτής κατά το κεφάλαιο αυτό ελλείπει πλέον, σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ. 2 του ν. 4251/2014 και 21 παρ.1 του ν.3907/2011, το νόμιμο έρεισμα του επιβληθέντος σε βάρος του μέτρου της επιστροφής.