2. Επειδή, με το άρθρο πρώτο του ν.2101/1992 (Α΄ 192) κυρώθηκε η Διεθνής Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού, η οποία υπογράφηκε στη Νέα Υόρκη στις 26.1.1990 και τέθηκε σε ισχύ ως προς την Ελλάδα την 10η.6.1993 (Φ.0546/76/ΑΣ461/Μ.3980/16.9.1993 ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών, Α΄ 166). Στο άρθρο 3 της Σύμβασης αυτής ορίζεται, ειδικότερα, ότι: «1. Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής προστασίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού. 2….» και στο άρθρο 37 ότι: « Τα Συμβαλλόμενα Κράτη επαγρυπνούν ώστε: α)…..β) Κανένα παιδί να μη στερείται την ελευθερία του κατά τρόπο παράνομο ή αυθαίρετο. Η σύλληψη, κράτηση ή φυλάκιση ενός παιδιού πρέπει να είναι σύμφωνη με το νόμο, να μην αποτελεί παρά ένα έσχατο μέτρο και να είναι της μικρότερης δυνατής χρονικής διάρκειας. γ) Κάθε παιδί που στερείται την ελευθερία να αντιμετωπίζεται με ανθρωπισμό και με τον οφειλόμενο στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου σεβασμό, και κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ηλικίας του. Ειδικότερα, κάθε παιδί που στερείται την ελευθερία θα χωρίζεται από τους ενήλικες, εκτός εάν θεωρηθεί ότι είναι προτιμότερο να μη γίνει αυτό για το συμφέρον του παιδιού,…». Περαιτέρω, στο άρθρο 10 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, που κυρώθηκε με τον ν.2462/1997 (Α΄ 25), προβλέπεται, ως προς την αντιμετώπιση των ανήλικων παραβατών, ότι «1…3…Οι ανήλικοι παραβάτες διαχωρίζονται από τους ενηλίκους και τυγχάνουν αντιμετώπισης ανάλογης προς την ηλικία και τη νομική τους θέση». Εξάλλου, στον ν.3907/2011 «Ίδρυση Υπηρεσίας Ασύλου και Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ “σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη – μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών” και λοιπές διατάξεις» ( Α΄ 7/26-01-2011) ορίζεται, στο άρθρο 18 ότι: «Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, νοούνται ως: α….θ. “Ευάλωτα άτομα”: ανήλικοι, ασυνόδευτοι ανήλικοι,…», στο άρθρο 20, με τον τίτλο «Μη επαναπροώθηση, βέλτιστα συμφέροντα του παιδιού, οικογενειακή ζωή και κατάσταση της υγείας», ότι: «Οι αρμόδιες αρχές κατά την εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου λαμβάνουν δεόντως υπόψη: α) το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού β)….» και στο άρθρο 32, με τον τίτλο «Κράτηση ανηλίκων και οικογενειών», ότι: «1. Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι….κρατούνται, ως έσχατη λύση, μόνο εφόσον δεν μπορούν να εφαρμοσθούν για τον ίδιο σκοπό άλλα επαρκή αλλά λιγότερο επαχθή μέτρα και για το ελάχιστο απαιτούμενο χρονικό διάστημα. 2….3. Οι υπό κράτηση ανήλικοι έχουν τη δυνατότητα να ασχολούνται με δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, όπως δραστηριότητες παιγνιδιού και ψυχαγωγικές δραστηριότητες που αρμόζουν στην ηλικία τους και, ανάλογα με τη διάρκεια της παραμονής τους, έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση, σύμφωνα με το άρθρο 72 του ν.3386/2005. 4. Στους ασυνόδευτους ανήλικους παρέχεται κατά το δυνατόν κατάλυμα σε ιδρύματα τα οποία διαθέτουν προσωπικό και εγκαταστάσεις που λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες προσώπων της ηλικίας τους. 5. Τα βέλτιστα συμφέροντα του παιδιού λαμβάνονται πρωτίστως υπόψη κατά την κράτηση ανηλίκων σε αναμονή απομάκρυνσης».
3. Επειδή, από τις ανωτέρω παρατιθέμενες διατάξεις τόσο της εθνικής όσο και της διεθνούς νομοθεσίας συνάγεται ότι ο νομοθέτης επεφύλαξε ιδιαίτερη μεταχείριση των ανήλικων αλλοδαπών, οι οποίοι κατατάσσονται στην κατηγορία των «ευάλωτων ατόμων», ως προς την επιβολή σε βάρος τους του μέτρου διοικητικής κράτησης προκειμένου να διεκπεραιωθεί η διαδικασία απομάκρυνσής τους από τη Χώρα. Ειδικότερα, προκειμένου η διοικητική κράτηση να μην παραβιάζει τα δικαιώματα της προστασίας και της πρόνοιας που απολαμβάνουν οι ανήλικοι αλλοδαποί, επιβάλλεται, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και τις διεθνείς δεσμεύσεις της Χώρας, να αποτελεί εξαιρετικό και έσχατο μέτρο, το οποίο λαμβάνεται αφού έχει προηγουμένως διερευνηθεί και αποκλειστεί η δυνατότητα επιβολής λιγότερο επαχθών μέτρων. Περαιτέρω, δεδομένης της επιβαλλόμενης ειδικής προστασίας της προσωπικότητάς τους αλλά και της σωματικής, πνευματικής και ψυχικής τους υγείας, απαιτείται, σε περίπτωση αναγκαίας κράτησής τους, να αναζητούνται καταρχήν, εναλλακτικοί χώροι παραμονής τους (ιδρύματα κ.λ.π.), ικανοί να διασφαλίσουν την προστασία εκείνων των δικαιωμάτων τους που απορρέουν από την ηλικία τους και ορίζονται από τις επιμέρους διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού (άρθρα 20, 24, 27, 28 ερμηνευόμενων υπό το πρίσμα των άρθρων 3 και 6 αυτής). Σε περίπτωση, δε, που η κράτησή τους σε ειδικούς και κατάλληλους για την ηλικία τους χώρους καθίσταται ανέφικτη, επιβάλλεται, προς διασφάλιση της ειδικής φροντίδας και προστασίας που δικαιούνται, να εξασφαλισθεί η παροχή αξιοπρεπών συνθηκών παραμονής στο κατάστημα κράτησής τους (κράτηση σε χώρους ξεχωριστούς από εκείνους στους οποίους κρατούνται οι ενήλικες, παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, υγιεινή των χώρων, δυνατότητα προαυλισμού και ψυχαγωγίας κ.λ.π.).
[…]
5. Eπειδή, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο πιστοποιητικό γέννησης, ο αντιλέγων, ο οποίος γεννήθηκε την 1η.1.2002, είναι ανήλικος (15 ετών). Ενόψει αυτού και σύμφωνα με τις διατάξεις που παρατέθηκαν στη δεύτερη σκέψη της παρούσας, όπως ανωτέρω ερμηνεύθηκαν, εφόσον, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει, ούτε, άλλωστε, ισχυρίζεται και η Διοίκηση, ότι εξαντλήθηκε εκ μέρους της η δυνατότητα εφαρμογής μέτρων λιγότερο επαχθών από το έσχατο μέτρο της κράτησης του ανήλικου αντιλέγοντος, προκειμένου να επιτευχθεί η εκτέλεση της προαναφερόμενης απόφασης επιστροφής του, ενώ, εξάλλου, δεν βεβαιώνεται ούτε ότι αναζητήθηκαν, προηγουμένως, καταλύματα για τη διαμονή του ικανά να καλύψουν τις ανάγκες προσώπων της ηλικίας του, αλλά, και ούτε ότι εξασφαλίσθηκαν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσής του στο κατάστημα στο οποίο κρατείται, το Δικαστήριο κρίνει ότι η κράτησή του στερείται νομιμότητας, καθώς αντιστρατεύεται το συμφέρον του και την ανάγκη της ειδικής προστασίας και υποστήριξης, που επιφυλάσσουν για τους ανήλικους αλλοδαπούς οι διατάξεις τόσο της διεθνούς όσο και της εσωτερικής έννομης τάξης. Με τα δεδομένα αυτά, η ένδικη κράτηση πρέπει να αρθεί. Περαιτέρω, όμως, λαμβάνοντας υπόψη την είσοδο και παραμονή του αντιλέγοντος στην ελληνική επικράτεια κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας περί αλλοδαπών, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο ματαίωσης της επιστροφής στη Χώρα του, να του επιβληθεί το μέτρο της τακτικής εμφάνισής του ενώπιον των αστυνομικών αρχών του ανωτέρω τόπου προσωρινής διαμονής του, σε χρόνο, που θα ορισθεί από τις ίδιες, έως την προηγούμενη ημέρα της αναχώρησής του, που, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο αεροπορικό εισιτήριο, έχει προγραμματισθεί για την 10η.11.2017. Επίσης, κρίνεται αναγκαίο οι αυτές αστυνομικές αρχές να διενεργήσουν τον απαραίτητο έλεγχο προκειμένου να εξακριβώσουν την αναχώρηση του αντιλέγοντος από την Ελλάδα κατά την πιο πάνω ημερομηνία. Σε περίπτωση, δε, που διαπιστώσουν τη μη συμμόρφωσή του στην ανωτέρω υποχρέωση καλούνται να προβούν σε όλες τις νόμιμες ενέργειες προκειμένου να καταστεί εφικτή η εκτέλεση της παραπάνω απόφασης επιστροφής.
[…] Δέχεται τις αντιρρήσεις