τελευταια νεα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΔΠρΑθ 4819/2018: Επαρκείς πόροι για την άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας (προϊσχύον δίκαιο)

Pinterest LinkedIn Tumblr

5. Επειδή, όπως προκύπτει και από την αιτιολογική έκθεση του προαναφερθέντος νόμου (σημ. Επιμελητή: ενν. ο νομος 3386/2005), προκειμένου να χορηγηθεί άδεια ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας σε αλλοδαπό, απαιτείται, μεταξύ άλλων, να διαθέτει ο ενδιαφερόμενος επαρκείς πόρους για την άσκηση της αιτούμενης δραστηριότητας και, ειδικότερα, οικονομική επιφάνεια 60.000 ευρώ τουλάχιστον, με κατάθεση σε πιστωτικό ίδρυμα (βλ. ΣτΕ 475/2013) και η αναλαμβανόμενη δραστηριότητα να συμβάλλει στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Σημαντική καινοτομία στο νέο θεσμικό πλαίσιο που έθεσε ο ν.3386/2005, θεωρείται η οριοθέτηση των επαρκών πόρων, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη διάταξη αφορά στην προσέλκυση επενδυτών που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να λειτουργεί ως πύλη εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών ως οικονομικών μεταναστών. Μάλιστα, η ανωτέρω προϋπόθεση (οικονομική επιφάνεια 60.000 ευρώ τουλάχιστον με κατάθεση σε πιστωτικό ίδρυμα) συνδέεται άμεσα με την εκταμίευση του παραπάνω ποσού προκειμένου να επενδυθεί για τις ανάγκες υλοποίησης της σχετικής δραστηριότητας προς όφελος της εθνικής οικονομίας. Απαιτείται, δηλαδή, το ανωτέρω ποσό των 60.000 ευρώ και άνω, με το οποίο οριοθετείται η επάρκεια των πόρων του αλλοδαπού, να είναι όχι απλά κατατεθειμένο σε πιστωτικό ίδρυμα, αλλά να προβλέπεται στην οικονομοτεχνική μελέτη (που αποτελεί το επιχειρηματικό πλάνο του επενδυτή) ότι πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την υλοποίηση της επένδυσης και να ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένο κόστος λειτουργίας της επιχείρησης, διασαφηνίζεται δε με αυτή σε τι συνίσταται η διάθεση εκ μέρους του υπηκόου τρίτης χώρας του προαναφερόμενου ποσού. Με τον τρόπο αυτό θα μπορεί να ελεγχθεί, στο στάδιο της ανανέωσης της άδειας διαμονής (σύμφωνα με την παρ. 3 περίπτωση α’ του άρθρου 25 του ν. 3386/2005), κατά το οποίο απαιτείται το ποσό των 60.000 ευρώ να έχει επενδυθεί, ότι κατά την υλοποίηση της οικονομοτεχνικής μελέτης δαπανήθηκαν τα αναφερόμενα σε κάθε στάδιο υλοποίησης ποσά.

6. […] Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην πέμπτη σκέψη της παρούσας, η προσβαλλόμενη απόφαση νομίμως και επαρκώς αιτιολογείται ως προς το σκέλος ότι από την υποβληθείσα οικονομοτεχνική μελέτη δεν προκύπτει ότι το ύψος της επένδυσης του αιτούντος ανέρχεται στο ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ. Τούτο διότι, με τα προαναφερθέντα έγγραφα της Διοίκησης και του αιτούντος, τα οποία συνιστούν στοιχεία του φακέλου και συμπληρώνουν την αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης, η Διοίκηση αξιολόγησε την προσκομισθείσα οικονομοτεχνική μελέτη και έκρινε ότι αυτή δεν εμπεριέχει τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη διάθεση του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ. Ανεξαρτήτως δε, του ότι μέρος του εγγεγραμμένου ποσού στην ίδια μελέτη δαπανήθηκε για την υλοποίηση της επένδυσης του αιτούντος, καθώς, κατά την ακυρωτικώς ανέλεγκτη τεχνική κρίση της Διοίκησης, η αξία των εμπορευμάτων, πάγια έξοδα (μισθώματα, εξοπλισμός), το κατατεθειμένο χρηματικό ποσό σε τραπεζικούς λογαριασμούς του αιτούντος και το ποσό, ως κεφάλαιο κινήσεως, μετά από σύναψη σύμβασης δάνειου με πιστωτικό ίδρυμα, αποτελούν χρηματικά μεγέθη μη προσμετρώμενα στο ύψος της επένδυσης. Συνεπώς, όσα περί του αντιθέτου προβάλλονται, με την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως και το νόμιμα κατατεθειμένο υπόμνημα, πρέπει να απορριφθούν ως νόμω αβάσιμα.

Write A Comment