5. Επειδή, με τις διατάξεις των άρθρων 82 έως 87 του ν.4251/2014 θεσπίζονται για πρώτη φορά εθνικές ρυθμίσεις για το δικαίωμα διαμονής των πολιτών τρίτων χωρών που είναι µέλη οικογένειας Έλληνα. Έτσι, τίθενται προϋποθέσεις αναγνώρισης δικαιώματος διαμονής υπέρ των µελών οικογένειας του ημεδαπού, πολιτών τρίτης χώρας, οι οποίες, σε κάθε περίπτωση, τηρούν τα όρια που επιβάλλονται από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εφαρμόζονται σύμφωνα µε τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου και ιδίως την αρχή της αναλογικότητας. Ειδικότερα, µε το άρθρο 82 ορίζονται σαφώς τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν, ως προς τη νομιμότητα της διαμονής τους, οι πολίτες τρίτων χωρών που αιτούνται δικαίωμα διαμονής ως µέλη οικογένειας Έλληνα, το είδος, η διάρκεια και τα δικαιώματα που παρέχει ο χορηγούμενος τίτλος διαμονής, καθώς και η ειδική διάκριση σε ό,τι αφορά στην απόρριψη ή ανάκληση τίτλου διαμονής για λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας, που δημιουργεί προστατευτικό πλαίσιο στους εν λόγω πολίτες τρίτων χωρών, βασισμένο στην αρχή της αναλογικότητας (βλ. την αιτιολογική έκθεση του ν.4251/2014). Εκ τούτων παρέπεται ότι οι προαναφερόμενες διατάξεις παρέχουν αυξημένη προστασία στους αλλοδαπούς που αιτούνται άδεια διαμονής ως μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη, ενόψει και των διατάξεων των άρθρων 5 παρ. 1, 9 παρ. 1 και 21 του Συντάγματος, από τις οποίες συνάγεται και το δικαίωμα των Ελλήνων να συνάπτουν γάμο με αλλοδαπούς και να εξασφαλίζουν κοινή μετά του αλλοδαπού συζύγου διαβίωση στην Ελλάδα (πρβλ. ΣτΕ 1559/2011 σκ. 4, 22/2009 σκ. 11, 2165/2003 σκ. 4). Ειδικότερα, από τη ρητή διατύπωση του άρθρου 82 του ν.4251/2014 προκύπτει ότι η αόριστη νομική έννοια των λόγων δημόσιας τάξης, που δικαιολογούν την απόρριψη των υποβαλλόμενων κατ’ επίκληση του άρθρου αυτού αιτήσεων, οριοθετείται εν προκειμένω στενότερα σε σχέση με την αντίστοιχη γενική διάταξη του άρθρου 6 του ίδιου νόμου, καθώς, στην πρώτη περίπτωση, για τη διαπίστωση της συνδρομής των λόγων αυτών απαιτείται να θεμελιώσει η Διοίκηση την κρίση της αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του αιτούντος αλλοδαπού, σεβόμενη την αρχή της αναλογικότητας. Κατά την εκφορά, δε, της κρίσης αυτής, η Διοίκηση, αν και συνεκτιμά τα γενικά κριτήρια του άρθρου 6 του ν.4251/2014, μεταξύ των οποίων και η εγγραφή του αιτούντος αλλοδαπού στον Ε.Κ.ΑΝ.Α., δε δεσμεύεται, πάντως, αυτοτελώς από αυτά, ως αντικειμενικά δεδομένα που επιβάλλουν την άνευ ετέρου απόρριψη της σχετικής αίτησης, αντίθετα οφείλει να λάβει υπόψη, κατά τα ανωτέρω, στοιχεία που άπτονται της προσωπικής συμπεριφοράς αυτού. Με τα δεδομένα αυτά, στην περίπτωση υποβολής αίτησης για χορήγηση άδειας διαμονής βάσει του άρθρου 82 του ν.4251/2014, εφόσον καταλείπεται στάδιο διακριτικής ευχέρειας στη Διοίκηση, η δε τυχόν εγγραφή του αιτούντος στον Ε.Κ.ΑΝ.Α. δεν συνιστά από μόνη της αντικειμενικό δεδομένο απόρριψης της εν λόγω αίτησης, επιβάλλεται, κατά την έννοια του άρθρου 6 του Κ.Δ.Δ/σίας, το εύρος εφαρμογής του οποίου, όπως έχει παγίως κριθεί (ΣτΕ 1168/2017, 3145/2015, 42/2014, 1505/2010 7μ. κ.ά.), συμπίπτει με εκείνο του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, η προηγούμενη ακρόαση του ενδιαφερόμενου. Για το λυσιτελές, πάντως, της προβολής λόγου περί τήρησης ή μη προσηκόντως του δικαιώματος ακρόασης πριν από την έκδοση της δυσμενούς πράξης, απαιτείται, όπως επίσης έχει κριθεί (βλ. ενδεικτικά ΣτΕ 3675/2015 7μ., 2560/2015, 2972, 1413, 682, 651, 437/2014, 4864/2013, 1299/2013, 4447/2012 Ολ.), και παράλληλη αναφορά των ισχυρισμών που θα προέβαλλε ο ενδιαφερόμενος ενώπιον της Διοίκησης, εάν είχε κληθεί ή είχε κληθεί προσηκόντως.
9. Επειδή, με την προσβαλλομένη απόφαση η Διοίκηση απέρριψε την αίτηση του αιτούντος για λόγους δημόσιας τάξης, αναγόμενους αποκλειστικά στην από το έτος 2009 εγγραφή του στον Ε.Κ.ΑΝ.Α., χωρίς να προβεί σε χαρακτηρισμό της προσωπικής του συμπεριφοράς ως συνιστώσας πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή που στρέφεται κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας και χωρίς να διαλάβει κρίση ως προς την τυχόν διατήρηση ή όχι, κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης (2015), της εν λόγω εγγραφής, δεδομένης της παρόδου πλέον της πενταετίας από τη διενέργεια της τελευταίας (2009). Με τα δεδομένα αυτά και λαμβανομένου υπόψη του ουσιώδους ισχυρισμού του αιτούντος περί διαγραφής του από τον Ε.Κ.ΑΝ.Α. λόγω παρόδου πενταετίας από την οικεία εγγραφή, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην πέμπτη σκέψη, κατά παράβαση του ουσιώδους τύπου της προηγούμενης ακρόασης του ανωτέρω, κατ’ αποδοχή ως βάσιμου του λυσιτελώς προβαλλόμενου σχετικού λόγου ακύρωσης.