τελευταια νεα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΔΠρΑθ 410/2019: Κώδικας θεωρήσεων Σένγκεν και πληρότητα αιτιολογίας απόρριψης αίτησης θεώρησης εισόδου

Pinterest LinkedIn Tumblr
6. Ε π ε ι δ ή, με τη θέσπιση ενός κοινοτικού κώδικα για τις θεωρήσεις, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο επεδίωξαν να θέσουν τέρμα στους διάσπαρτους κανόνες που ίσχυαν μέχρι εκείνη τη στιγμή στα κράτη μέλη, ιδίως όσον αφορά τις ουσιαστικές προϋποθέσεις εισόδου και τις διαδικαστικές εγγυήσεις, όπως η υποχρέωση αιτιολογήσεως και το δικαίωμα προσφυγής κατά των απορριπτικών αποφάσεων. Ως εκ τούτου, καθίσταται σαφές ότι πρόθεσή τους ήταν να ενοποιήσουν τις συνθήκες αυτές προκειμένου να αποτρέψουν την πρακτική της «άγρας θεωρήσεων» και να διασφαλίσουν τη δίκαιη μεταχείριση των αιτούντων θεώρηση, όπως, εξάλλου, αναφέρεται και στην αιτιολογική σκέψη 18 του εν λόγω κώδικα (βλ. προτάσεις Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 7ης Σεπτεμβρίου 2017, υπόθεση C403/16, Soufiane El Hassani κατά Minister Spraw Zagranicznych, σκ.46) Υπό το πρίσμα αυτό, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απορρίψουν αίτηση χορήγησης ομοιόμορφης θεώρησης μόνον στις περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να αντιταχθεί στον αιτούντα ένας από τους λόγους που απαριθμούνται στα άρθρα 32, παράγραφος 1, και 35, παράγραφος 6, του κώδικα θεωρήσεων. Εντούτοις, πρέπει να επισημανθεί ότι η εκτίμηση της ατομικής κατάστασης ενός αιτούντος θεώρηση, προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσον η αίτησή του δεν προσκρούει σε λόγο απόρριψης, συνεπάγεται σύνθετες αξιολογήσεις που βασίζονται, μεταξύ άλλων, στην προσωπικότητα του αιτούντος αυτού, στην ένταξή του στη χώρα όπου διαμένει, στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση της τελευταίας, καθώς και στην ενδεχόμενη απειλή που θα συνιστούσε η έλευση του αιτούντος αυτού για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις ενός εκ των κρατών μελών. Τέτοιες σύνθετες αξιολογήσεις συνεπάγονται την εκπόνηση προγνώσεων σχετικά με την προβλέψιμη συμπεριφορά του εν λόγω αιτούντος και πρέπει, μεταξύ άλλων, να βασίζονται σε εκτενή γνώση της χώρας διαμονής του, καθώς και στην ανάλυση διαφόρων εγγράφων, η εγκυρότητα και η αξιοπιστία του περιεχομένου των οποίων πρέπει να εξακριβώνεται και στις δηλώσεις του αιτούντος, η αξιοπιστία των οποίων πρέπει να εκτιμάται, όπως προβλέπει το άρθρο 21 παρ. 7 του κώδικα θεωρήσεων. Συναφώς, η ποικιλία των δικαιολογητικών εγγράφων στα οποία μπορούν να βασίζονται οι αρμόδιες αρχές, μη εξαντλητικός κατάλογος των οποίων περιέχεται στο παράρτημα II του κώδικα αυτού, και η ποικιλία των μέσων που διαθέτουν οι αρχές αυτές, συμπεριλαμβανομένης της προβλεπόμενης στο άρθρο 21 παρ. 8 του κώδικα αυτού πραγματοποίησης συνέντευξης με τον αιτούντα, επιβεβαιώνουν τον σύνθετο χαρακτήρα της εξέτασης των αιτήσεων θεώρησης. Επίσης, ο έλεγχος τον οποίον διενεργούν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους, που επιλαμβάνονται αίτησης θεώρησης πρέπει να είναι ιδιαίτερα ενδελεχής, δεδομένου ότι η ενδεχόμενη έκδοση ομοιόμορφης θεώρησης επιτρέπει στον αιτούντα να εισέλθει στο έδαφος των κρατών μελών, εντός των ορίων που καθορίζονται με τον κώδικα συνόρων του Σένγκεν. Επομένως, οι αρμόδιες αρχές που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παρ. 1 έως 4 του κώδικα θεωρήσεων διαθέτουν, κατά την εξέταση των αιτήσεων θεώρησης, ευρύ περιθώριο εκτίμησης, το οποίο αφορά τους όρους εφαρμογής των άρθρων 32, παράγραφος 1, και 35, παράγραφος 6, του κώδικα αυτού, καθώς και την αξιολόγηση των σχετικών πραγματικών περιστατικών, προκειμένου να κρίνουν κατά πόσον οι μνημονευόμενοι στις διατάξεις αυτές λόγοι εμποδίζουν τη χορήγηση της ζητούμενης θεώρησης. Η πρόθεση του νομοθέτη της Ένωσης να παράσχει ευρύ περιθώριο εκτίμησης στις εν λόγω αρχές προκύπτει, κατά τα λοιπά, από το ίδιο το γράμμα των άρθρων 21, παράγραφος 1, και 32, παράγραφος 1, του εν λόγω κώδικα, διατάξεων που υποχρεώνουν τις αρχές αυτές να προβαίνουν σε «εκτίμηση του κατά πόσον ο αιτών παρουσιάζει κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης», να δίνουν «ιδιαίτερη προσοχή» σε ορισμένες πτυχές της κατάστασης του τελευταίου και να καθορίζουν κατά πόσον υφίστανται «εύλογες αμφιβολίες» ως προς ορισμένα στοιχεία. Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν αυτό το περιθώριο εκτίμησης, μεταξύ άλλων, οσάκις αξιολογούν κατά πόσον υφίστανται εύλογες αμφιβολίες ως προς την πρόθεση του αιτούντος να εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών πριν από τη λήξη της ισχύος της ζητούμενης θεώρησης, προκειμένου να κρίνουν κατά πόσον πρέπει να αντιταχθεί στον εν λόγω αιτούντα ο τελευταίος από τους λόγους απόρριψης που προβλέπονται στο άρθρο 32, παρ. 1, στοιχείο β΄, του κώδικα θεωρήσεων [βλ. απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 19ης Δεκεμβρίου 2013, υπόθεση C84/12, Rahmanian Koushkaki κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, σκ. 55- 63]. Εξάλλου, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 32 του κώδικα θεωρήσεων, σε περίπτωση συνδρομής λόγου απόρριψης της αίτησης χορήγησης θεώρησης, η απόφαση περί απορρίψεως και οι λόγοι στους οποίους βασίζεται κοινοποιούνται στον αιτούντα με το τυποποιημένο υπόδειγμα που προβλέπεται στο παράρτημα VΙ. Στο πλαίσιο αυτό, υπήρξε ρητή πρόβλεψη και στον ν.4251/2014. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ρητή διατύπωση της παρ.1 του άρθρου 4 αυτού, οι αποφάσεις απόρριψης αιτημάτων θεώρησης πρέπει να είναι αιτιολογημένες. Η αιτιολόγηση αυτή είναι αναγκαία για τον έλεγχο της νομιμότητας των πράξεων αυτών και διασφαλίζει το δικαίωμα των αλλοδαπών να λάβουν γνώση των λόγων που υπαγορεύουν τη μη χορήγηση της θεώρησης εισόδου. Από το συνδυασμό, εξάλλου, της διάταξης αυτής με εκείνη του άρθρου 17 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας προκύπτει ότι η απόφαση απόρριψης χορήγησης θεώρησης πρέπει ν’ αναφέρεται έστω και συνοπτικά στο σώμα της πράξης, όπως στο τυποποιημένο υπόδειγμα (ενιαίο έντυπο), προκειμένου δε να είναι πλήρης πρέπει να περιέχει τη νομική και πραγματική της βάση. Η αιτιολογία αυτή νομίμως συμπληρώνεται από τα στοιχεία, που ευρίσκονται στον φάκελο της υπόθεσης και τα οποία ελήφθησαν υπόψη, κατά την απόρριψη του αιτήματος, πλην δεν αναπληρώνεται από αυτά. Ωστόσο, όπως γίνεται παγίως δεκτό, δεν είναι δυνατή η συμπλήρωση της αιτιολογίας της πράξης με τις απόψεις της Διοίκησης, που συντάσσονται επ’ ευκαιρία της προσβολής αυτής ενώπιον των δικαστηρίων (πρβλ. ΣτΕ Ολ 3348/1977, ΣτΕ 1673/2016, 3173/2012, 1226/2011, 2089/2008, 3062/2007, 227/2006, 1376/1993, 390/1987, 2690/1985 κ.ά.) […]
8. Ε π ε ι δ ή, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά, οι αρμόδιες αρχές, μεταξύ των οποίων και οι προξενικές αρχές των κρατών μελών, επιλαμβανόμενες αιτήσεων χορήγησης θεώρησης, διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτίμησης, το οποίο αφορά τους όρους εφαρμογής των άρθρων 32 παρ. 1 και 35 παρ. 6 του κώδικα θεωρήσεων καθώς και την αξιολόγηση των σχετικών πραγματικών περιστατικών, προκειμένου να κρίνουν κατά πόσον οι μνημονευόμενοι στις διατάξεις αυτές λόγοι εμποδίζουν τη χορήγηση της ζητούμενης θεώρησης. Εξάλλου, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 32 του κώδικα θεωρήσεων και την παρ.1 του άρθρου 4 του ν.4251/2014 σε περίπτωση συνδρομής λόγου απόρριψης της αίτησης χορήγησης θεώρησης, η απόφαση περί απορρίψεως και οι λόγοι στους οποίους βασίζεται κοινοποιούνται στον αιτούντα με το προβλεπόμενο από τις διατάξεις τυποποιημένο υπόδειγμα. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη πράξη, η οποία συντάχθηκε σύμφωνα με το τυποποιημένο υπόδειγμα, που προβλέπεται στο παράρτημα VΙ του κώδικα θεωρήσεων, η ελληνική προξενική Αρχή απέρριψε την αίτηση της αιτούσας για χορήγηση ομοιόμορφης θεώρησης εισόδου, για το λόγο ότι «δεν παρεσχέθη αιτιολόγηση του σκοπού και των συνθηκών της παραμονής», ο οποίος εμπίπτει στους λόγους, που απαριθμούνται στο άρθρο 32 παρ. 1 του κώδικα θεωρήσεων και ειδικότερα στην υποπερίπτωση ιι της περίπτωσης α’ της εν λόγω παραγράφου. Η αιτιολογία, όμως, αυτή παρίσταται αόριστη και ανεπαρκής, διότι δεν συμπληρώνεται από στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει ότι η ελληνική προξενική Αρχή, στο πλαίσιο του ευρέος περιθωρίου εκτίμησης, που διαθέτει αλλά και του σύνθετου χαρακτήρα, που συνεπάγεται η εξέταση των αιτήσεων ομοιόμορφης θεώρησης, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του κώδικα θεωρήσεων, προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσον η αίτηση δεν προσκρούει σε κάποιον από τους λόγους απόρριψης του ίδιου κώδικα, εκτίμησε την προσωπική κατάσταση της αιτούσας, όπως αυτή προέκυπτε από τα στοιχεία που ετέθησαν ενώπιον της και κατόπιν αξιολογήσεως των στοιχείων αυτών οδηγήθηκε στην κρίση ότι αυτά δεν ήταν επαρκή για να δικαιολογήσουν τον τουριστικό σκοπό και τους όρους της διαμονής της στην Ελλάδα, όπως είχανε δηλωθεί με την αίτησή της. Εξάλλου, η ειδική αιτιολογία, που περιέχεται το πρώτον στο με αριθμό πρωτ. … έγγραφο της Πρεσβείας της Ελλάδας στην Τεχεράνη, που απευθύνεται στην Στ 1΄ Διεύθυνση του Υπουργείου Εξωτερικών και ακολούθως στο με αριθμό πρωτ. … έγγραφο της Διευθύνουσας της Γ’4 Διεύθυνσης Δικαιοσύνης, Εσωτερικών Υποθέσεων, που απευθύνεται, επίσης, στην ίδια ως άνω Στ 1’ Διεύθυνση, τα οποία όμως, συντάχθηκαν επ’ ευκαιρία της άσκησης της κρινόμενης αίτησης ακύρωσης και συνιστούν κατ’ ουσίαν απόψεις της αρμόδιας υπηρεσίας επί της υποθέσεως, δεν μπορεί δικονομικώς να ληφθεί υπόψη στο παρόν στάδιο, για να στηρίξει την αιτιολογία της πράξης. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος ακύρωσης, ενώ παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων ακύρωσης ως αλυσιτελής.

Write A Comment