τελευταια νεα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΔΠρΑθ 311/2019: Άρνηση χορήγησης θεώρησης εισόδου λόγω μη συμφωνίας γάμου που τελέστηκε στην αλλοδαπή με τους κανόνες της ελληνικής δημοσίας τάξης

Pinterest LinkedIn Tumblr
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή επιδιώκεται, παραδεκτώς, η ακύρωση της από 11.10.2016 πράξεως της Πρεσβείας της Ελλάδας στο Ισλαμαμπάντ, με την οποία απερρίφθη αίτημα του ήδη αιτούντος, υπηκόου Πακιστάν, περί χορηγήσεως θεωρήσεως εισόδου, ως συζύγου Ελληνίδας υπηκόου, για οικογενειακή επανένωση. […]
4. Επειδή, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 παρ. 1, 9 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος, με τα οποία κατοχυρώνεται η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, διασφαλίζεται το απαραβίαστο της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του ατόμου και τίθεται υπό την προστασία του Κράτους η οικογένεια και ο γάμος, συνάγεται ότι οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνάπτουν γάμο με αλλοδαπούς και να εξασφαλίζουν κοινή, μετά του αλλοδαπού συζύγου, διαβίωση στην Ελλάδα (βλ. ΣτΕ 1559/2011, 22/2009). Οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4251/2014, ερμηνευόμενες υπό το πρίσμα των ανωτέρω συνταγματικών διατάξεων, έχουν την έννοια ότι σε περίπτωση υποβολής αιτήματος αλλοδαπού, υπηκόου χώρας εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος ζητεί τη χορήγηση θεωρήσεως εισόδου στη χώρα, επικαλούμενος ότι είναι σύζυγος Έλληνα ή πολίτη Ευρωπαϊκής Ένωσης που κατοικεί στην Ελλάδα, το αίτημά του μπορεί να απορριφθεί μόνο εφόσον διαπιστωθεί ότι ο γάμος τελέσθηκε με κύριο σκοπό την καταστρατήγηση των διατάξεων του ως άνω νόμου ή εάν την απόρριψη του αιτήματος επιβάλλουν συγκεκριμένοι και επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, όπως είναι, ιδίως, οι συνδεόμενοι με τη δημόσια τάξη και ασφάλεια (πρβλ. ΣτΕ 1559/2011, 22/2009, 3792/2003).
5. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 1356 του Αστικού Κώδικα ορίζεται ότι : «Εμποδίζεται ο γάμος με συγγενείς εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριόριστα και σε πλάγια έως και τον τέταρτο βαθμό», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 1372 αυτού «Άκυρος είναι μόνο ο γάμος που έγινε κατά παράβαση των άρθρων 1350 έως 1352, 1354, 1356, 1357 και 1360. …» και, τέλος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 33 του ιδίου Κώδικα «Διάταξη αλλοδαπού δικαίου δεν εφαρμόζεται, αν η εφαρμογή της προσκρούει στα χρηστά ήθη ή γενικά στη δημόσια τάξη». Από το συνδυασμό των προμνησθεισών διατάξεων συνάγεται ότι, προκειμένου να τύχει της αξιούμενης προστασίας ο επικαλούμενος από τον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας έγγαμος βίος, επιβάλλεται καταρχήν ο τελεσθείς στην αλλοδαπή γάμος να πληροί τις τιθέμενες εκ του Αστικού Κώδικα ουσιαστικές προϋποθέσεις, οι οποίες, ως εκ της σπουδαιότητάς τους, εντάσσονται σε ένα πλέγμα εξαντλητικής νομοθετικής ρυθμίσεως του θεσμού του γάμου. Οι ρυθμίσεις δε αυτές έχουν το χαρακτήρα των κανόνων δημοσίας τάξεως, όπως αυτοί ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 33 του Αστικού Κώδικα, υπό την έννοια ότι συνιστούν κανόνες που ενσαρκώνουν τη βασική αντίληψη για τον κρατούντα βιοτικό ρυθμό, περικλείουν τις κοινωνικού χαρακτήρα αντιλήψεις που διαπνέουν το ελληνικό δίκαιο και αποκρούουν αντίθετες έννομες συνέπειες, που επέρχονται σε εφαρμογή αλλοδαπού κανόνα δικαίου (πρβλ. ΑΠ 1377/2011). Μεταξύ των ρυθμίσεων αυτών περιλαμβάνονται κατά τρόπο αποκλειστικό τα περιοριστικώς οριζόμενα κωλύματα γάμου, θεσπισθέντα χάριν προστασίας και ενίσχυσης της οικογένειας ως κοινωνικού θεσμού της εθνικής έννομης τάξης, τα οποία άγουν σε απόλυτη ακυρότητα αυτού. Εκ τούτων παρέπεται ότι η Διοίκηση, κατά την εξέταση αιτήματος χορηγήσεως θεωρήσεως εισόδου προς το σκοπό της οικογενειακής επανενώσεως, όχι μόνο δύναται, αλλά οφείλει να διερευνήσει με κάθε πρόσφορο μέσο την πλήρωση των ουσιαστικών προϋποθέσεων του τελεσθέντος στην αλλοδαπή γάμου και να εκφέρει ειδικώς αιτιολογημένη κρίση για τη συμφωνία του με τις εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις και την εγκυρότητα αυτού υπό το φως των κανόνων δημοσίας τάξεως. Τούτο δε, δεν συνιστά υπέρβαση ή παράβαση των εκ του νόμου προβλεπόμενων αρμοδιοτήτων των οργάνων της Διοικήσεως, δοθέντος ότι ο επικαλούμενος γάμος με Έλληνα ή Ελληνίδα υπήκοο, ανεξαρτήτως της νομιμότητάς του βάσει του δικαίου του τόπου τελέσεώς του ή του δικαίου της ιθαγένειας του αλλοδαπού συζύγου, τελεί πάντοτε υπό την επιφύλαξη της συμφωνίας του με τις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του Αστικού Κώδικα, η δε ύπαρξη εγκύρου και νόμιμου γάμου, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, συνιστά αντικειμενική προϋπόθεση, τασσόμενη εκ του μεταναστευτικού νόμου, για την ικανοποίηση του υποβληθέντος αιτήματος. Εξάλλου, στην περίπτωση αυτή, ήτοι στην περίπτωση κατά την οποία ο τελεσθείς στην αλλοδαπή γάμος δεν έχει ήδη αναγνωρισθεί με την επικύρωσή του από τα αρμόδια εθνικά διοικητικά όργανα, δεν δύναται να έχει προηγηθεί απόφαση πολιτικού δικαστηρίου περί ακυρώσεως ή λύσεως του γάμου, ώστε να νοηθεί υποκατάσταση της Διοικήσεως στο ρόλο της Δικαστικής εξουσίας. Στο πλαίσιο αυτό, οι υπάλληλοι των Υπηρεσιών Αλλοδαπών και Μετανάστευσης δύνανται να ζητούν τη διενέργεια των απαραίτητων ελέγχων, την προσκόμιση των απαραίτητων δικαιολογητικών, καθώς και την αυτοπρόσωπη παράσταση των αιτούντων για συνέντευξη ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών οργάνων. […]
8. Επειδή, σύμφωνα με τα ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά, προκειμένου να ικανοποιηθεί αίτημα χορηγήσεως θεωρήσεως εισόδου σε αλλοδαπό υπήκοο τρίτης χώρας για λόγους οικογενειακής επανενώσεως, πρέπει να διαπιστωθεί αιτιολογημένα από την αρμόδια διοικητική αρχή, με κάθε πρόσφορο μέσο, ότι πληρούνται οι τασσόμενες εκ του νόμου αντικειμενικές προϋποθέσεις. Εν προκειμένω, η απόρριψη της Διοικήσεως ερείδεται στη δήλωση του αιτούντος στα πλαίσια της συνεντεύξεώς του περί τελέσεως γάμου με Ελληνίδα υπήκοο, με την οποία συνδέεται με τέταρτο (4ο) βαθμό συγγένειας. Ενόψει δε του ότι η ανωτέρω δήλωση δεν αμφισβητείται με το κρινόμενο δικόγραφο, από κανένα δε προσκομισθέν ενώπιον της Διοικήσεως δημόσιο έγγραφο, το οποίο παράγει πλήρη απόδειξη, δεν προκύπτει ότι ο τελεσθείς στην πόλη … της … γάμος έχει αναγνωρισθεί και επικυρωθεί από τις αρμόδιες εθνικές διοικητικές αρχές, νομίμως η Διοίκηση προέβη στην εξέταση της συμφωνίας του τελεσθέντος στην αλλοδαπή γάμου με τις εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού δικαίου και όχι σε κρίση περί της νομιμότητάς του γάμου, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνει ο αιτών. Εξάλλου, τα προσκομισθέντα, το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, αντίγραφα α) της υπ’ αριθμ. πράξεως … και …. ληξιαρχικής πράξεως γάμου με τη … εκδοθείσης από το Τμήμα Ειδικού Ληξιαρχείου της Διεύθυνσης Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης του Υπουργείου Εσωτερικών και β) του … πιστοποιητικού οικογενειακής κατάστασης της …, στο οποίο εμφαίνεται ο αιτών ως σύζυγος αυτής, ανεξαρτήτως του ότι εξεδόθησαν σε διάστημα μεταγενέστερο της υποβολής της αιτήσεως, εφόσον δεν είχαν τεθεί υπ’ όψιν της Διοικήσεως, δεν συνεκτιμώνται και δεν κλονίζουν την αιτιολογία της προσβαλλομένης (πρβλ. ΣτΕ 3661/2012, 886/2011, 2314/2009, κ.ά.). Με τα δεδομένα αυτά, η προσβαλλόμενη πράξη εξεδόθη κατ’ ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, παρίσταται δε πλήρως και νομίμως αιτιολογημένη, απορριπτομένων των αντιθέτων λόγων ακυρώσεως ως αβασίμων. Τέλος, ενόψει του ότι η Διοίκηση, εν προκειμένω, ενεργεί κατά δέσμια αρμοδιότητα, και όχι κατ’ ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνει ο αιτών, σε περίπτωση μη πληρώσεως των εκ του νόμου τασσόμενων αντικειμενικών προϋποθέσεων, υποχρεούται να εκδώσει απορριπτική του αιτήματος απόφαση και δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να τεθεί θέμα παραβίασης των αρχών της αναλογικότητας και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, απορριπτομένου του προβαλλόμενου λόγου ως αβασίμου.

Write A Comment