τελευταια νεα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΔΠρΑθ 1687/2022:Πλημμελώς αιτιολογημένη η κρίση περι επικινδυνότητας για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια του αιτούντος άδεια διαμονής αλλοδαπού

Pinterest LinkedIn Tumblr

Δεν προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο, στο πλαίσιο της σύννομης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας, που διέθετε για τον χαρακτηρισμό του αιτούντος ως επικίνδυνου για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, εξέτασε τους λόγους για τους οποίους διατάχθηκε η επιστροφή και έλαβε χώρα η καταχώρηση στον Ε.Κ.ΑΝ.Α., σε συνδυασμό με τα στοιχεία της προσωπικής κατάστασης του αιτούντος και ότι συνεκτίμησε κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο, από αυτά που είχαν τεθεί ενώπιον του και που ανάγονται στην όλη προσωπικότητα και συμπεριφορά του.

2. Επειδή, […] Με τις προεκτεθείσες διατάξεις του εδ. α’, περ. γ’ και του εδ. β’ του άρθρου 6 του ν.4251/2014, το οποίο αφορά τις γενικές διατυπώσεις του δικαιώματος διαμονής των αλλοδαπών, προβλέπεται διακριτική ευχέρεια των οργάνων της Διοίκησης, να προβαίνουν σε απόρριψη αιτήματος χορηγήσεως ή ανανεώσεως αδείας διαμονής στην ημεδαπή, εφόσον διαπιστώσουν τη συνδρομή λόγων δημοσίας τάξεως και ασφαλείας στο πρόσωπο του ενδιαφερόμενου αλλοδαπού, ήτοι εφόσον διαπιστώσουν ότι η παραμονή του στην ελληνική επικράτεια αποτελεί απειλή για τη δημόσια τάξη (ΣτΕ 5002/2013, 991/2013). Μεταξύ των κριτηρίων, που σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, συνεκτιμώνται από τα όργανα της Διοίκησης, κατά τη διαμόρφωση της κρίσης τους αυτής, είναι η έκδοση σε βάρος του αλλοδαπού τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, χωρίς, όμως, η ύπαρξη τέτοιας απόφασης να οδηγεί αναγκαστικά και άνευ ετέρου στον χαρακτηρισμό του αλλοδαπού ως επικίνδυνου για την δημόσια τάξη. Περαιτέρω, άλλο κριτήριο, που θέτει ο νομοθέτης είναι η εγγραφή του αλλοδαπού στον κατάλογο ανεπιθύμητων αλλοδαπών, η οποία, επίσης, εφόσον συντρέχει, δεν αρκεί από μόνη της για να οδηγήσει στο χαρακτηρισμό του συγκεκριμένου προσώπου ως επικίνδυνου για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Τα όργανα της Διοίκησης έχουν μεν κατά τη διαμόρφωση της κρίσης τους περί της επικινδυνότητας του αλλοδαπού διακριτική ευχέρεια, η οποία, όμως, πρέπει να ασκείται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας (πρβλ. ΣτΕ 374/2011, 655/2011, 2946/2010, 2414/2008), η δε κρίση τους πρέπει να εκφέρεται αιτιολογημένα, μετά από συνεκτίμηση, στην περίπτωση της ύπαρξης καταδικαστικής απόφασης, της φύσης, της βαρύτητας, των συνθηκών διάπραξης του εγκλήματος, του ύψος της καταγνωσθείσας με την απόφαση του ποινικού δικαστηρίου ποινής, στη δε περίπτωση της εγγραφής στον εθνικό κατάλογο, των λόγων που οδήγησαν σ’ αυτήν σε συνδυασμό με κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο αναγόμενο στην όλη προσωπικότητα και συμπεριφορά του αλλοδαπού (πρβλ. ΣτΕ 340/2019, 1772/2016, 4869/2012, 655/2011, 3222/2005 κ.α.).

8. Επειδή, η ανάκληση της άδειας διαμονής του αιτούντος με την προσβαλλόμενη απόφαση ερείδεται στην εγγραφή του ίδιου στον Ε.Κ.ΑΝ.Α. έως 5.9.2028, βάσει της […] απόφασης του αναπληρωτή αρμόδιου αξιωματικού της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Αττικής, για λόγους δημόσιας τάξης, που προκύπτουν από την ανωτέρω απόφαση καθώς και από το […]έγγραφο του Τμήματος Επιστροφών της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Αττικής προς την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής. Κατά την διατύπωση, εξάλλου, της σχετικής κρίσης, το αρμόδιο όργανο, στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας, που διαθέτει προς τούτο, έλαβε υπόψη τα στοιχεία, που είχαν διαβιβαστεί υπηρεσιακώς από την Διεύθυνση Αλλοδαπών Αττικής και ειδικότερα, το γεγονός ότι σχηματίστηκαν δικογραφίες σε βάρος του αιτούντος, ιδίως για τα αδικήματα της αποδοχής προϊόντων εγκλήματος και της κλοπής. Ωστόσο, στο […] έγγραφο του Τμήματος Επιστροφών της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Αττικής ρητά αναφέρεται ότι δεν είναι γνωστή στην ως άνω υπηρεσία η έκβαση των οικείων ποινικών υποθέσεων, ενώ ούτε από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου προκύπτει η τυχόν έκδοση δικαστικών αποφάσεων για τις σχηματισθείσες δικογραφίες, το ύψος των τυχόν επιβληθεισών ποινών και τα πραγματικά περιστατικά των φερόμενων ως τελεσθέντων αδικημάτων, ιδίως εκείνου της κλοπής. Βάσει αυτών αλλά και όσων έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης και των οριζόμενων στο άρθρο 6 του ν. 4251/2014, από την αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης, καθ’ ο μέρος αυτή έχει ως έρεισμα την σε βάρος του αιτούντος ύπαρξη της απόφασης επιστροφής και καταχώρησης στον Ε.Κ.ΑΝ.Α., δεν προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο, στο πλαίσιο της σύννομης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας, που διέθετε για τον χαρακτηρισμό του αιτούντος ως επικίνδυνου για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, εξέτασε τους λόγους για τους οποίους διατάχθηκε η επιστροφή και έλαβε χώρα η καταχώρηση στον Ε.Κ.ΑΝ.Α., σε συνδυασμό με τα στοιχεία της προσωπικής κατάστασης του αιτούντος και ότι συνεκτίμησε κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο, από αυτά που είχαν τεθεί ενώπιον του και που ανάγονται στην όλη προσωπικότητα και συμπεριφορά του (έτη παραμονής στην Ελλάδα, οικογενειακή κατάσταση και νόμιμη ή μη διαμονή των μελών της οικογένειάς του στη χώρα, κατάσταση υγείας κ.ά.). Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν παρίσταται πλήρως και νομίμως αιτιολογημένη και συνεπώς, πρέπει να ακυρωθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τον οικείο λόγο, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων ακύρωσης. Η ακύρωση δε της ένδικης απόφασης ως προς το παραπάνω κεφάλαιο στερεί, σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ.1 του ν. 3907/2011, το επιβληθέν σε βάρος του αιτούντος μέτρο της επιστροφής από το νόμιμο έρεισμά του και συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί στο σύνολό της.

Write A Comment