2. Η προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 30 του ν. 3907/2011 αίτηση ανάκλησης, που δικαιούται να ασκήσει ο αλλοδαπός που έχει υπαχθεί σε διαδικασία επιστροφής, κατά της απόφασης του Δικαστηρίου επί αντιρρήσεων κατά απόφασης κράτησής του, δύναται να υποβληθεί μόνο με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 205 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Φ.Ε.Κ. Α 97), όπως η παράγραφος αυτή, πριν με τον αριθμό 6, αναριθμήθηκε με το άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 3659/2008 (Φ.Ε.Κ. Α’ 77/7.5.2008, έναρξη ισχύος από 8.6.2008), συμπληρώθηκε δε με την περ. 7 της υποπαρ. Β.10 της παρ. Β του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Φ.Ε.Κ. Α 107/9.5.2013), στις οποίες (διατάξεις του άρθρου 205) ρητώς παραπέμπουν εκείνες της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του ν. 3907/2011. Περαιτέρω, κατά την έννοια των διατάξεων του προαναφερόμενου άρθρου 205 παρ. 5 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, εάν έχει απορριφθεί αίτηση αναστολής εκτέλεσης διοικητικής πράξης είναι δυνατή η υποβολή νέας αίτησης περί ανάκλησης της απόφασης αυτής, εφόσον ο αιτών, προς υποστήριξη της αίτησής του, επικαλείται και προσκομίζει νέα στοιχεία, δηλαδή στοιχεία που δεν είχαν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου κατά την εκδίκαση της αίτησης αναστολής και αναφέρονται στο αιτιολογικό έρεισμα της απόφασης αυτής (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 186/2017, 79/2016, 461, 468/2013, 159/2010, 690/2008 κ.ά.), τα οποία πρέπει να είναι κρίσιμα, λόγω του ότι άγουν σε μεταβολή των δεδομένων επί των οποίων τούτο είχε αρχικά στηριχθεί (βλ. ΣτΕ ΕΑ 321/2013 και πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 468, 107/2013, 615/2012, 276,183/2007,215/2006,433/2005 κ.α.). Παρέπεται ότι ως νέα στοιχεία, θεμελιωτικά ανάκλησης δικαστικής απόφασης που εκδόθηκε επί αίτησης αναστολής εκτέλεσης διοικητικής πράξης, νοούνται είτε τα οψιγενή, δηλαδή στοιχεία που δεν υπήρχαν κατά την έκδοση της απόφασης της οποίας ζητείται η ανάκληση και, ως εκ τούτου, δεν τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου (επιγενόμενα γεγονότα ή αποδεικτικά μέσα), είτε τα οψιφανή, δηλαδή στοιχεία τα οποία προϋπήρχαν, αλλά λόγω συγγνωστής αδυναμίας ή άλλης εύλογης αίτιας δεν μπόρεσαν να επικαλεστούν οι διάδικοι και να προσκομίσουν κατά την εκδίκαση της αίτησης αναστολής (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 526/2012, 151/2011, 637/2009, 853/2008, 1370/2007, βλ. ΔΕΑ [Συμβ.] 79/2010). Η αίτηση ανάκλησης, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτό να στηρίζεται σε επανεκτίμηση των ίδιων στοιχείων, που είχαν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου κατά την έκδοση της απόφασης επί της αίτησης αναστολής, ούτε στην αμφισβήτηση, δια της επίκλησης από τον αιτούντα πλημμελειών ή σφαλμάτων, της ορθότητας της απόφασης αυτής (βλ. ΣτΕ ΕΑ 288/2014, 530/2012, 989/2010). Περαιτέρω, η προβολή ισχυρισμών ή η επίκληση νομικών πλημμελειών, που, κατά τον αιτούντα, δικαιολογούν τη χορήγηση αναστολής εκτέλεσης, των οποίων η προβολή ήταν δυνατή με το αρχικό δικόγραφο, πλην δεν προβλήθηκαν, δεν συνιστά νεότερο στοιχείο που δικαιολογεί την επάνοδο του Δικαστηρίου ούτε αποτελεί μεταβολή νομικών δεδομένων (βλ. ΣτΕ ΕΑ 186/2017, 79/2016, 468/2013, 377/2013, 526/2012,877/2011, 1046/2010, 997/2009 κ.ά.). […]
8. Επίσης, ο αιτών προβάλλει ότι συντρέχει, πλέον, λόγος διακοπής της κράτησής του, επειδή ήδη εκδήλωσε βούληση να υπαχθεί σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, η οποία έλαβε αριθμό …. Με το …/28.1.2018 έγγραφο του Γραφείου Μεταναστευτικών Ροών – Τμήματος Επιστροφών της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Αττικής διαβιβάστηκε στο Δικαστήριο έγγραφο με τίτλο «Άσυλο – Τρέχουσα βούληση κρατούμενου», φέρον ημερομηνία την 17.1.2018, δηλαδή μετά από την έκδοση της προς ανάκληση απόφασης, από το οποίο προκύπτει αφενός η εκδήλωση βούλησης του αιτούντος περί υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, που έλαβε τον προαναφερόμενο αριθμό, αφετέρου ότι δεν έχει οριστεί ακόμη η ημερομηνία πλήρους καταγραφής από κλιμάκιο ασύλου. Λαμβάνοντας υπόψη ότι : α) το στοιχείο τούτο είναι μεν νέο, κατά την έννοια του νόμου …, β) ο αιτών, εκδήλωσε μεν βούληση να υπαχθεί σε καθεστώς διεθνούς προστασίας το πρώτον μετά από την έκδοση της προς ανάκληση απόφασης, απέκτησε έτσι την ιδιότητα του αιτούντος διεθνή προστασία, χωρίς, ωστόσο, να έχει πραγματοποιηθεί η πλήρης καταγραφή του αιτήματός του και να έχουν, συνεπώς, ξεκινήσει οι προθεσμίες εξέτασής του, γ) κατά την έννοια της διάταξης της περίπτωσης ζ΄ του άρθρου 18 του ν. 3907/2011 (που εφαρμόζεται αναλόγως και στους αιτούντες άσυλο, σχ. άρθρο 46 παρ. 2 β του ν. 4375/2016), κίνδυνος διαφυγής στο πρόσωπο υπηκόου τρίτης χώρας, που έχει υπαχθεί σε διαδικασία επιστροφής, συντρέχει όταν, με βάση αντικειμενικά κριτήρια, μεταξύ των οποίων η έλλειψη ταξιδιωτικών ή άλλων βεβαιωτικών της ταυτότητας εγγράφων, εικάζεται βασίμως, ότι, στην συγκεκριμένη ατομική περίπτωση, ο αλλοδαπός μπορεί να διαφύγει, δ) από τα προσκομιζόμενα στοιχεία δεν προκύπτει ότι ο αιτών διαθέτει σταθερό και γνωστό τόπο διαμονής, όπου θα ήταν ευχερής η ανεύρεσή του, για τον προσδιορισμό, μεταξύ άλλων, των στοιχείων, επί των οποίων ερείδεται το αίτημα διεθνούς προστασίας, κατά τα προαναφερόμενα (αναφορά διαφορετικών διευθύνσεων αναποδείκτως) το Δικαστήριο κρίνει ότι το επικαλούμενο στοιχείο δεν άγει σε μεταβολή των δεδομένων επί των οποίων τούτο είχε αρχικά στηριχθεί για την έκδοση της 988/2017 απόφασης – πρακτικού, απορριπτομένων των αντίθετων ισχυρισμών ως αβάσιμων.
9. Τέλος, ο αιτών ζητά την εφαρμογή εναλλακτικών μέτρων του άρθρου 22 παρ. 3 του ν. 3907/2011, όμως το αίτημα αυτό είναι απορριπτέο ως αβάσιμο, επειδή δεν είναι δυνατή η εφαρμογή στο πρόσωπό του εναλλακτικών μέτρων, λόγω της, κατά τα προαναφερόμενα, έλλειψης σταθερής και γνωστής διαμονής αυτού στη χώρα.
10. Κατ’ ακολουθία, δεν συντρέχει νόμιμη περίπτωση ανάκλησης της 988/2017 απόφασης – πρακτικού του Δικαστηρίου τούτου και η αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.