1.Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, […], οι αιτούντες, υπήκοοι Αλβανίας (σημ. Επιμελητή: Σύζυγοι), ζητούν την ακύρωση: α) της … απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, με την οποία απερρίφθη αίτημα του πρώτου αιτούντος για χορήγηση άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους και του επεβλήθη το μέτρο της επιστροφής στη χώρα καταγωγής του με οικειοθελή αναχώρηση από την επικράτεια εντός τριακονθήμερης προθεσμίας από την επίδοση αυτής καθώς και της … απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, με την οποία απερρίφθη αίτηση θεραπείας του κατά της ανωτέρω απόφασης, και β) της … απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, με την οποία απερρίφθη αίτημα της δεύτερης αιτούσας για τη χορήγηση άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους και της επεβλήθη το μέτρο της επιστροφής στη χώρα καταγωγής του με οικειοθελή αναχώρηση από την επικράτεια εντός τριακονθήμερης προθεσμίας από την επίδοση αυτής καθώς και της … απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, με την οποία απερρίφθη αίτηση θεραπείας της κατά της ανωτέρω απόφασης. […]
3. Επειδή, στην παρ. 6 του άρθρου 45 του π. δ/τος 18/1989 (Α-8), η οποία προστέθηκε με το άρθρο 22 παρ. 9 του ν. 3226/2004 (Α’ 24), ορίζεται ότι: « Σε περίπτωση έλλειψης ομοδικίας, η αίτηση ακυρώσεως κρατείται ως προς τον πρώτο αιτούντα και τους ομόδικους με αυτόν και διατάσσεται ο χωρισμός ως προς τους υπόλοιπους. Σε περίπτωση έλλειψης συνάφειας, η αίτηση ακυρώσεως κρατείται ως προς την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη και τις συναφείς με αυτήν και διατάσσεται ο χωρισμός ως προς τις υπόλοιπες.». Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, σε περίπτωση ελλείψεως ομοδικίας των διαδίκων ή συνάφειας των προσβαλλόμενων πράξεων, το Δικαστήριο 1) κρατεί και εκδικάζει την αίτηση ακυρώσεως, επί μεν ελλείψεως ομοδικίας, ως προς τον προτασσόμενο στο δικόγραφο και τους τυχόν ομοδίκους του, επί δε ελλείψεως συνάφειας, ως προς την προτασσομένη στο δικόγραφο πράξη και τις τυχόν συναφείς προς αυτήν, 2) αναβάλλει σε ρητή δικάσιμο την εκδίκαση της υποθέσεως, ως προς τους λοιπούς αιτούντες ή ως προς τις λοιπές προσβαλλόμενες πράξεις, και 3) διατάσσει χωρισμό του αρχικού (ενιαίου) δικογράφου, με κατάθεση αυτοτελούς δικογράφου εντός 30ημέρου προθεσμίας από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως. Αν, εντός της ανωτέρω προθεσμίας, δεν κατατεθεί νομοτύπως (με καταβολή και του αντιστοίχου παραβόλου) αυτοτελές δικόγραφο, κατά χωρισμό του αρχικού, για τους αιτούντες που δεν ομοδικούν με τον προτασσόμενο στο αρχικό δικόγραφο ή για τις πράξεις που δεν είναι συναφείς με την προτασσόμενη στο αρχικό δικόγραφο, τότε, ως προς τα πρόσωπα αυτά ή τις πράξεις αυτές, η αίτηση ακυρώσεως θα είναι απορριπτέα, κατά τη νέα δικάσιμο, ως απαράδεκτη (βλ ΣτΕ Διοικ Ολ 4/2004, 2228/2007 7μ., 670, 672/2005 κ.α.).
4. Επειδή, οι προσβαλλόμενες από τον πρώτο αιτούντα πράξεις δεν είναι συναφείς με τις προσβαλλόμενες από την δεύτερη αιτούσα πράξεις, εφόσον δεν στηρίζονται στην ίδια πραγματική βάση, ούτε, άλλωστε, η νομιμότητά τους ασκεί επιρροή στην νομιμότητα των προσβαλλόμενων από τη δεύτερη αιτούσα πράξεων. Αντιθέτως, οι πράξεις που προσβάλλει ο πρώτος αιτών αφορούν σε απόρριψη αυτοτελούς αιτήματος χορήγησης άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους, που αυτός υπέβαλε χωριστά από την δεύτερη αιτούσα, η δε έκδοσή τους χώρησε κατόπιν αξιολόγησης των περιστάσεων της προσωπικής του κατάστασης, οι οποίες είναι διακριτές από τις περιστάσεις της προσωπικής κατάστασης της δεύτερης αιτούσας, η οποία, επίσης, υπέβαλε αυτοτελή αίτηση για χορήγηση άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους και όχι ως σύζυγος του πρώτου, χωρίς ν’ ασκεί επιρροή, εν προκειμένω, το γεγονός ότι οι αιτήσεις υποβλήθηκαν κατ’ επίκληση των ίδιων νομοθετικών διατάξεων. Ομοίως, οι αιτούντες δεν ομοδικούν, εφόσον οι προβαλλόμενοι με την αίτηση λόγοι δεν ερείδονται σε όμοια πραγματική βάση, αλλά ο καθένας απ΄αυτούς επιδιώκει την ακύρωση εκείνων των πράξεων, με τις οποίες απορρίπτεται το δικό του αίτημα χορήγησης άδειας διαμονής, ήτοι ο μεν πρώτος την ακύρωση μόνον των αναφερόμενων στο υπό στοιχ. α’ πράξεων, η δε δεύτερη την ακύρωση των αναφερόμενων στο υπό στοιχ. β’ πράξεων. Συνεπώς, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, το Δικαστήριο, ελλείψει ομοδικίας των αιτούντων και ελλείψει συνάφειας των προσβαλλόμενων πράξεων, πρέπει να κρατήσει και να δικάσει την κρινόμενη αίτηση ως προς τον πρώτο αιτούντα και ως προς τις υπό στοιχ. α΄ προσβαλλόμενες πράξεις, περαιτέρω δε να αναβάλει την εκδίκαση της αιτήσεως και να διατάξει το χωρισμό του δικογράφου αυτής ως προς την δεύτερη αιτούσα και τις υπό στοιχ.β΄ προσβαλλόμενες πράξεις, με την κατάθεση νομοτύπως αυτοτελούς και ιδιαιτέρου σχετικού δικογράφου μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της παρούσας αποφάσεως.