1. Επειδή, οι κρινόμενες αντιρρήσεις στρέφονται, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, κατά της υπ’ αριθ. 9760/20-7021/1-β’/9-11-2017 απόφασης του Διευθυντή της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, με την οποία αποφασίστηκε η συνέχιση της κράτησης του αντιλέγοντος μέχρι την εκτέλεση της απέλασής του και για χρονικό διάστημα που δεν δύναται να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες από την έκδοση της προγενέστερης υπ’ αριθ. 9760/20-7021/1-α’/6-11-2017 απόφασης του ίδιου Διευθυντή, περί προσωρινής κράτησης αυτού μέχρι την έκδοση απόφασης απέλασης. Με την ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση, κρίθηκε αναγκαία η συνέχιση της κράτησης του αντιλέγοντος, διότι, όπως έκρινε η αρμόδια αστυνομική αρχή, συνεκτιμώντας τα αξιολογικά στοιχεία που απορρέουν από τα διαπραχθέντα από εκείνον ποινικά αδικήματα (κατοχή και χρήση πλαστού διαβατηρίου, χρήση πλαστού εγγράφου και επιχείρηση εξόδου από τη Χώρα δίχως τις νόμιμες διατυπώσεις, με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του εδ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 3386/2005), καθώς και από την απόκρυψη των πραγματικών στοιχείων της ταυτότητάς του, η ως άνω παραβατική του συμπεριφορά συνιστά ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας.
2. Επειδή, οι όροι που διέπουν την άσκηση του δικαιώματος εισόδου και διαμονής στην Ελλάδα των πολιτών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους καθορίζονται με το π.δ. 106/2007 «Ελεύθερη κυκλοφορία και διαμονή στην ελληνική επικράτεια των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους» (ΦΕΚ Α’ 135), με το οποίο μεταφέρονται στην εθνική νομοθεσία οι διατάξεις της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 (ΕΕ L 158της 30.4.2004) σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών. Στο ανωτέρω προεδρικό διάταγμα, το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 139 παρ. 2 του ν. 4251/2014 (ΦΕΚ Α’ 80), ορίζεται ως «Πολίτης της Ένωσης» κάθε πρόσωπο το οποίο έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ένωσης (άρθρο 2 παρ. 1), προβλέπεται δε, μεταξύ άλλων, ότι οι πολίτες της Ένωσης έχουν δικαίωμα διαμονής στη χώρα για χρονικό διάστημα έως τρεις μήνες χωρίς κανέναν όρο ή διατύπωση, εφόσον κατέχουν ισχύον δελτίο ταυτότητας ή διαβατήριο, το οποίο (διάστημα) παρατείνεται, αυτοδικαίως, για άλλους τρεις μήνες για τα πρόσωπα που πραγματικά αναζητούν εργασία (άρθρο 6 παρ. 1, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 42 του ν. 4071/2012, ΦΕΚ Α΄ 85), καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες αποκτάται δικαίωμα διαμονής για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών (άρθρο 7 παρ. 1) και ορίζεται περαιτέρω ότι οι πολίτες της Ένωσης οι οποίοι έχουν διαμείνει νομίμως για συνεχές χρονικό διάστημα πέντε ετών στην Ελλάδα έχουν δικαίωμα μόνιμης διαμονής (άρθρο 13 παρ. 1, βλ. και άρθρα 2 παρ. 1, 6 παρ. 1, 7 παρ.1 και 16 παρ. 1, αντίστοιχα, της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ). Περαιτέρω, το Κεφάλαιο VI (άρθρα 21 έως 24) του ως άνω π.δ. 106/2007 αναφέρεται στους περιορισμούς που μπορούν να επιβληθούν από τις αρμόδιες εθνικές αρχές στα ανωτέρω δικαιώματα εισόδου και παραμονής των πολιτών της Ένωσης στην Ελλάδα. Ειδικότερα, στο άρθρο 21 παρ. 1 και 2 του π.δ. 106/2007 με τίτλο «Περιορισμοί του δικαιώματος εισόδου και διαμονής για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας (Άρθρα 27, 29, 32 και 15 παρ. 1 και 3 της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ)» ορίζεται ότι: «1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, μπορούν να επιβληθούν περιορισμοί στην ελευθερία κυκλοφορίας και διαμονής των πολιτών της Ένωσης και των μελών της οικογένειάς τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας. Δεν μπορεί να γίνεται επίκληση των λόγων αυτών για την εξυπηρέτηση σκοπών γενικότερης δημοσιονομικής πολιτικής. 2. Κάθε μέτρο που λαμβάνεται για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας πρέπει να είναι σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας και να θεμελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του προσώπου που αφορά. Προηγούμενες ποινικές καταδίκες δεν αποτελούν αυτοτελώς λόγους για τη λήψη τέτοιων μέτρων. Η προσωπική συμπεριφορά του προσώπου που αφορά το μέτρο πρέπει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή, που στρέφεται κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας. Αιτιολογίες που δεν συνδέονται με τα στοιχεία της υπόθεσης ή στηρίζονται σε εκτιμήσεις γενικής πρόληψης δεν γίνονται αποδεκτές» (άρθρο 27 παρ. 1 και 2 της ανωτέρω Οδηγίας) και στο άρθρο 22 με τίτλο «Απέλαση – Προστασία από την απέλαση (Άρθρα 28, 33,14 παρ. 3, 4 και 15 παρ 2 της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ)» ότι: «1. Προκειμένου να εκδοθεί απόφαση απέλασης για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, λαμβάνονται υπόψη η διάρκεια παραμονής στην ελληνική επικράτεια του ατόμου εις βάρος του οποίου λαμβάνεται το μέτρο, η ηλικία του, η κατάσταση της υγείας του, η οικογενειακή και οικονομική του κατάσταση, η κοινωνική και πολιτιστική ένταξη του στην Ελλάδα και οι δεσμοί του με τη χώρα καταγωγής. 2. Η απέλαση πολίτη της Ένωσης ή μέλους της οικογένειας του, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, που έχει αποκτήσει δικαίωμα μόνιμης διαμονής στην ελληνική επικράτεια, διατάσσεται μόνο για σοβαρούς λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας. Ως προς τα αρμόδια για την απέλαση όργανα, τη διαδικασία έκδοσης και εκτέλεσης της απόφασης απέλασης, τις εξαιρέσεις και λοιπά σχετικά ζητήματα, εφαρμόζονται, αναλόγως, οι διατάξεις των άρθρων 76, παράγραφοι 2-5,77, 78, 79, 80, 81 και 82 του ν. 3386/2005. …».
3. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 76 του ν. 3386/2005 (ΦΕΚ Α’ 212) ορίζεται ότι: «1. … 2. … 3. Εφόσον ο αλλοδαπός εκ των εν γένει περιστάσεων κρίνεται ύποπτος φυγής ή επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή αποφεύγει ή παρεμποδίζει την προετοιμασία της αναχώρησης του ή τη διαδικασία απομάκρυνσης του … διατάσσεται η προσωρινή κράτηση του μέχρι την έκδοση, εντός τριών (3) ημερών, απόφασης ως προς την απέλαση του. Εφόσον εκδοθεί απόφαση απέλασης, η κράτηση συνεχίζεται ως την εκτέλεση της απέλασης, σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. … Ο αλλοδαπός που κρατείται, παράλληλα με τα δικαιώματα που έχει σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, μπορεί να προβάλει και αντιρρήσεις κατά της απόφασης κράτησης ή παράτασης της κράτησης του ενώπιον του προέδρου ή του υπ` αυτού οριζόμενου πρωτοδίκη του διοικητικού πρωτοδικείου, στην Περιφέρεια του οποίου κρατείται. 4. Οι αντιρρήσεις πρέπει να διαλαμβάνουν συγκεκριμένους λόγους, μπορούν δε να υποβληθούν και προφορικώς, οπότε συντάσσεται συναφώς, από το γραμματέα, σχετική έκθεση. Ως προς την εκδίκαση αυτών, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της περίπτωσης γ` της παραγράφου 2 του άρθρου 27 και της παραγράφου 1 του άρθρου 204 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Εφόσον ζητηθεί, ακούγεται υποχρεωτικά από τον δικαστή ο αντιλέγων ή ο δικαστικός του πληρεξούσιος, τούτο δε μπορεί να διατάξει, σε κάθε περίπτωση, και ο δικαστής. Οι κατά τη διαδικασία αυτή προβαλλόμενοι ισχυρισμοί πρέπει να αποδεικνύονται παραχρήμα. … ».
4. Επειδή, όπως συνάγεται από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις του π.δ. 106/2007, επιτρέπεται η κράτηση και η εν συνεχεία απέλαση από τη χώρα πολίτη της Ένωσης εφόσον συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας και δεν παραβιάζεται, εν όψει των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, η αρχή της αναλογικότητας. Εξάλλου, ρητώς ορίζεται (άρθρα 21 παρ. 2 του π.δ. 106/2007 και 27 παρ. 2 της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ) ότι τα μέτρα, με τα οποία περιορίζεται το δικαίωμα διαμονής στη χώρα των πολιτών της Ένωσης για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, πρέπει να θεμελιώνονται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του προσώπου που αφορούν. Τυχόν προηγούμενες ποινικές καταδίκες του αλλοδαπού δεν αποτελούν αυτοτελώς λόγους για τη λήψη εις βάρος του των ανωτέρω μέτρων. Λόγοι που δικαιολογούν την επιβολή των μέτρων συντρέχουν όταν η προσωπική συμπεριφορά του αλλοδαπού συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας. Αιτιολογίες που δεν συνδέονται με τα στοιχεία της υπόθεσης ή στηρίζονται σε εκτιμήσεις γενικής πρόληψης, δεν γίνονται αποδεκτές. Κατά συνέπεια, το μέτρο της κράτησης και της εν συνεχεία απέλασης αλλοδαπού πολίτη της Ένωσης πρέπει να βασίζεται σε ατομική εξέταση της συγκεκριμένης περίπτωσης, στην δε περίπτωση που ο αλλοδαπός ενέχεται σε εγκληματικές πράξεις, η σοβαρότητα της επαπειλούμενης προσβολής της δημόσιας τάξης ή ασφάλειας, λόγω της ατομικής συμπεριφοράς του ενδιαφερομένου, εκτιμάται με γνώμονα κυρίως τις επαπειλούμενες ή τις επιβληθείσες ποινές, τον βαθμό συμμετοχής στην εγκληματική δραστηριότητα, το μέγεθος της βλάβης ή της ζημίας και, ενδεχομένως, τον κίνδυνο υποτροπής (βλ. ΔΕΕ 23.11.2010, Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως, C-145/09 Τσακουρίδης, Συλλογή 2010, σ. Ι-11979, σκέψεις 49-50, ΔΕΕ 13.9.2016, C-165/14 Rendόn Marίn, σκέψη 83, ΔΕΕ 13.9.2016, C-304/14 CS, σκέψη 38, πρβλ. ΔΕΚ 7.6.2007, C-50/06 Επιτροπή κ. Κάτω Χωρών, Συλλογή 2007, σ. Ι-4383, σκέψεις 42-45, ΔΕΚ 20.4.2004, συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-482/01 και C-493/01, Ορφανόπουλος και Oliveri, Συλλογή 2004, σ. I-1257, σκέψεις 66 και 91 έως 97, ΔΕΚ 10.2.2000, C-340/97, Nazli, Συλλογή 2000, I-957, σκέψεις 57 έως 59, ΔΕΚ 27.10.1977, 30/77, Bouchereau, Συλλογή τόμος 1977, σελ. 677, σκέψεις 27 έως 30 και 33 έως 35, και ΔΕΚ 26.2.1975, 67/74, Bonsignore, Συλλογή τόμος 1975, σελ. 111, σκέψεις 5 έως 7).
5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Ο αντιλέγων, πολίτης Βελγίου, γεννηθείς στις 7-8-1962, συνελήφθη στις 3-11-2017 και περί ώρα 09.45 από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα του Α.Τ. Κήπων Έβρου, διότι επιχείρησε να εξέλθει της ελληνικής επικράτειας, ως συνοδηγός στο υπ’ αριθ. … Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο (με πινακίδες Βελγίου), επιδεικνύοντας, κατά τον σχετικό συνοριακό έλεγχο, πλαστό ταξιδιωτικό έγγραφο (διαβατήριο) και πλαστά στοιχεία ταυτότητας. Ειδικότερα, αυτός επέδειξε στον έλεγχο το υπ’ αριθ. … κοινό διαβατήριο Βουλγαρίας, φερόμενο ως εκδοθέν την 12-10-2017 και λήξεως ισχύος την 12-10-2022, καθώς και το υπ’ αριθ. … δελτίο ταυτότητας Βουλγαρίας, φερόμενο ως εκδοθέν την 10-2-2016 και λήξεως ισχύος την 10-2-2026, αμφότερα υπό στοιχεία ταυτότητας M.Y., γεννηθέντα την 26-2-1962 στο Χάσκοβο Βουλγαρίας, ενώ, κατά την εν συνεχεία διενεργηθείσα σωματική έρευνα, διαπιστώθηκε ότι αυτός έφερε μαζί του μια (1) βουλγαρική άδεια ικανότητας οδήγησης, η οποία, όπως αποδείχθηκε από τον έλεγχο της γνησιότητάς της, ήταν εξ υπαρχής πλαστό έγγραφο. Εξάλλου, κατά την μακροσκοπική εξέταση των ανωτέρω εγγράφων (διαβατήριο και ταυτότητα) προέκυψε ότι αυτά έφεραν ενδείξεις πλαστότητας και συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι το διαβατήριο του αντιλέγοντος είχε παραποιηθεί στην σελίδα όπου αναγράφονταν τα στοιχεία ταυτότητας του, ενώ το επιδειχθέν από εκείνον δελτίο ταυτότητας ήταν εξ υπαρχής πλαστό, με αποτέλεσμα να αποσταλεί ερώτημα προς τις αρμόδιες βουλγαρικές αρχές σχετικά με τη γνησιότητα των ως άνω εγγράφων, από την έγγραφη απάντηση των οποίων (βουλγαρικών αρχών) προέκυψε ότι δεν υπήρχε καταχωρημένος πολίτης Βουλγαρίας με στοιχεία ταυτότητας M.Y.. Κατόπιν τούτων, ο αντιλέγων παραπέμφθηκε στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αλεξανδρούπολης (σχετ. το υπ’ αριθ. …/4-11-2017 έγγραφο του Α.Τ. Κήπων), ενώ, περαιτέρω, με την υπ’ αριθ. 1951/6-11-2017 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης ο ανωτέρω κηρύχθηκε ένοχος για α) παράβαση του άρθρου 29 παρ. 7 του ν. 4251/2014 (κατοχή και χρήση πλαστού ταξιδιωτικού εγγράφου), β) χρήση πλαστού εγγράφου και γ) παράβαση του άρθρου 83 παρ. 1β του ν. 3386/2005 (απόπειρα παράνομης εξόδου από τη χώρα, ενώ καταζητείται από τις δικαστικές ή αστυνομικές αρχές) και καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλάκισης δώδεκα (12) μηνών και σε συνολική χρηματική ποινή τριών χιλιάδων επτακοσίων (3.700) ευρώ. Κατά της ανωτέρω απόφασης ο αντιλέγων άσκησε την υπ’ αριθ. …/6-11-2017 έφεση και αφέθηκε ελεύθερος, συνελήφθη δε την ίδια ημέρα (6-11-2017) και περί ώρα 15.30, προκειμένου να επακολουθήσει η διαδικασία της διοικητικής απέλασής του, ενώ, με την υπ’ αριθ. …/6-11-2017 απόφαση του Διευθυντή της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης αποφασίστηκε η προσωρινή του κράτηση, μέχρι την έκδοση, εντός τριών (3) ημερών, απόφασης απέλασης, διότι εκτιμήθηκε ότι η προσωπική του συμπεριφορά συνιστά ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή για την κοινωνία. Πράγματι, επακολούθησε η έκδοση της υπ’ αριθ. …/9-11-2017 απόφασης του ίδιου ως άνω Αστυνομικού Διευθυντή, με την οποία αποφασίστηκε η απέλαση του αντιλέγοντος από τη χώρα καθώς επίσης και η συνέχιση της κράτησής του μέχρι την εκτέλεση της απέλασής του, διότι, όπως εκτιμήθηκε, βάσει των αξιολογικών στοιχείων που απορρέουν από τα διαπραχθέντα από εκείνον ποινικά αδικήματα (σχετ. η υπ’ αριθ. 1951/2017 απόφαση του ΜονΠλημΑλεξ), αλλά και από την απόκρυψη των πραγματικών στοιχείων ταυτότητας, η παραβατική συμπεριφορά του ανωτέρω τυγχάνει αρκούντως σοβαρή απειλή για την κοινωνία και καθιστά την παρουσία του στο ελληνικό έδαφος επικίνδυνη για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας. Περαιτέρω, κατόπιν σχετικού αιτήματος εκ μέρους του Δικαστηρίου, περιήλθαν σε αυτό συμπληρωματικά στοιχεία (βλ. σχετ. το υπ’ αριθ. …/17-11-2017 έγγραφο της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης), από τα οποία προκύπτει ότι ο αντιλέγων είναι γνωστός στα εγκληματολογικά αρχεία του Βελγίου για πολλές υποθέσεις πλαστογραφίας και χρεοκοπίας, για ξέπλυμα χρήματος, κατάχρηση εμπιστοσύνης, απειλή, απάτη, εξαπάτηση σε ελέγχους και άλλες οικονομικές υποθέσεις, ενώ καταζητείται σε εθνικό επίπεδο για πολλές υποθέσεις (σχετ. το υπ’ αριθ. εσωτ. Πρωτ. …/4-11-2017 έγγραφο του Α.Ε.Α/Κ.Α./Δ.Δ.ΑΣ./3ο Τμήμα S.I.RE.N.E, κατόπιν σχετικής ενημέρωσης από το αντίστοιχο γραφείο S.I.RE.N.E Βελγίου, κατ’ άρθρον 39 της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας Schengen).
6. Επειδή, με τις κρινόμενες αντιρρήσεις, ο αντιλέγων ζητεί να αρθεί η κράτησή του, διότι από την προαναφερθείσα υπ’ αριθ. 1951/2017 απόφαση του ΜονΠλημΑλεξ δεν προκύπτει η επικινδυνότητα του για τη δημόσια τάξη της χώρας, ενώ, εξάλλου, κατά της ανωτέρω απόφασης έχει ασκηθεί έφεση και συνεπώς δεν έχει καταστεί αμετάκλητη. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι απαιτείται η φυσική του παρουσία στο Προξενείο του Βελγίου, προκειμένου να του χορηγηθεί προσωρινό διαβατήριο και να επιστρέψει πάραυτα στη χώρα καταγωγής του, καθώς επίσης και ότι η σύντροφος του, η οποία τυγχάνει διαβητική, τον έχει απόλυτη ανάγκη, προκειμένου να μην κινδυνεύσει η ίδια της η ζωή, δεδομένου ότι εκείνος της χορηγεί τα φάρμακα της και έχει αναλάβει την εν γένει φροντίδα της. Τέλος, ισχυρίζεται ότι διαθέτει προσωρινή διαμονή στις … και πιο συγκεκριμένα στο ξενοδοχείο …, όπου η σύντροφος του μισθώνει το δωμάτιο με αριθμό … και συνεπώς δεν καθίσταται δυσχερής ο εντοπισμός του από τις αρμόδιες αστυνομικές αρχές. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του προσκομίζει και επικαλείται το με εθνικό αριθμό … και αριθμό κάρτας … (ισχύος από 31-5-2016 έως 31-5-2026) μεταφρασμένο αντίγραφο δελτίου ταυτότητας Βελγίου.
7. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη αφενός το γεγονός ότι ο αντιλέγων κηρύχθηκε ένοχος, δυνάμει της υπ’ αριθ. 1951/2017 απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αλεξανδρούπολης, για τρία (3) ποινικά αδικήματα (κατοχή και χρήση πλαστού ταξιδιωτικού εγγράφου, χρήση πλαστού εγγράφου και απόπειρα παράνομης εξόδου από τη χώρα), καταδικάστηκε δε προς τούτο σε συνολική ποινή φυλάκισης δώδεκα (12) μηνών και αφετέρου ότι, όπως προέκυψε από τα προαναφερθέντα συμπληρωματικά στοιχεία (πρβλ. ΣτΕ 2478/2014, 4517/2013), αυτός καταζητείται στη χώρα του για πληθώρα παράνομων πράξεων (όπως, ενδεικτικά, πλαστογραφία, απάτη, απειλή, ξέπλυμα χρήματος και άλλα – βλ. και άρθρο 83 παρ. 1 ΣΛΕΕ, όπου το ξέπλυμα χρήματος χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερα σοβαρό έγκλημα που ενδιαφέρει την Ένωση, λόγω της διασυνοριακής του διάστασης, αλλά και των επιπτώσεών του σε αόριστο αριθμό προσώπων και στη νόμιμη οικονομία των κρατών – μελών) κρίνει ότι η προσωπική συμπεριφορά του αντιλέγοντος τυγχάνει αρκούντως σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας, υπό την έννοια ότι, δεδομένης της βαρύτητας των αξιόποινων πράξεων του και της ροπής που επιδεικνύει σε παραβατική συμπεριφορά (πρβλ. ΣτΕ 1304/2012 σκ. 8), αυτός, αν αφεθεί ελεύθερος, τείνει να διατηρήσει την επίμαχη συμπεριφορά και στο μέλλον (βλ. ΔΕΕ 22.5.2012, C-348/09 I., σκέψη 30). Περαιτέρω, το Δικαστήριο καταλήγει στην ανωτέρω κρίση συνεκτιμώντας και το γεγονός ότι ο αντιλέγων απέκρυψε, κατά τον διαβατηριακό έλεγχο, τα πραγματικά στοιχεία της ταυτότητάς του, τα οποία αναγκάστηκε να αποκαλύψει μόνο όταν αποκαλύφθηκε η πλαστότητα των επιδειχθέντων από εκείνον εγγράφων, ενώ, παράλληλα, δεν έφερε μαζί του κανένα έγγραφο από το οποίο να αποδεικνύονται τα ανωτέρω στοιχεία. Εξάλλου, η κράτηση του αντιλέγοντος δεν διατάχθηκε ως αυτόματη συνέπεια της καταδίκης του από το ποινικό δικαστήριο, ούτε εξυπηρετεί σκοπούς γενικής πρόληψης, κάτι που απαγορεύεται ρητά (βλ., επιπλέον, ΔΕΚ 27.4.2006, C-441/02 Επιτροπή κ. Γερμανίας, Συλλογή 2006, σ. Ι-3449, σκέψη 93), αλλά αποφασίστηκε ως απόρροια της εν γένει προσωπικής συμπεριφοράς αυτού, αφού ελήφθησαν υπόψη όλα τα διαθέσιμα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη πράξη της αρμόδιας αστυνομικής αρχής να παρίσταται νόμιμη (πρβλ. ΣτΕ 4023/2011 σκ. 8). Τέλος, οι ισχυρισμοί του αντιλέγοντος περί προσωρινής διαμονής του σε ξενοδοχείο στις …, μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας απέλασής του, πέραν του ότι τυγχάνουν αναπόδεικτοι και, μάλιστα, ανεξαρτήτως εάν η διαμονή σε ξενοδοχείο μπορεί να θεωρηθεί ως σταθερή διαμονή, πρέπει να απορριφθούν ως αλυσιτελείς, δεδομένου ότι η απόφαση κράτησης είχε ως μοναδικό αιτιολογικό έρεισμα την επικινδυνότητα του αντιλέγοντος για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας, ως απόρροια της προσωπικής του συμπεριφοράς και δεν περιείχε, ως επάλληλη αιτιολογία, τον κίνδυνο διαφυγής αυτού, υπό την έννοια της δυσχερούς ολοκλήρωσης της απέλασής του.
8. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν τούτων, ορθώς διατάχθηκε η συνέχιση της κράτησης του αντιλέγοντος μέχρι την εκτέλεση της απόφασης απέλασής του και, συνεπώς, οι προβαλλόμενες αντιρρήσεις τυγχάνουν απορριπτέες.