5. Επειδή, στην παράγραφο 1 του άρθρου 32 του π.δ/τος 18/1989 (ΦΕΚ Α` 8), ορίζεται ότι : «Η δίκη καταργείται αν μετά την άσκηση του ενδίκου μέσου η προσβαλλόμενη πράξη ή δικαστική απόφαση ανακλήθηκε, ακυρώθηκε ή εξαφανίστηκε», στη δε παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι: «Καταργείται ομοίως η δίκη αν μετά την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως και έως την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης η προσβαλλόμενη πράξη έπαυσε για οποιοδήποτε λόγο να ισχύει, εκτός αν ο αιτών επικαλείται ιδιαίτερο έννομο συμφέρον που δικαιολογεί τη συνέχιση της δίκης……..». Από το συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 32 του π.δ 18/1989 προκύπτει ότι, πέραν των περιπτώσεων κατάργησης της δίκης λόγω της εξ υπαρχής ακυρώσεως ή ανακλήσεως της προσβληθείσας με αίτηση ακυρώσεως διοικητικής πράξεως, στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 του ανωτέρω άρθρου 32 του π.δ. 18/1989, κατάργηση της ακυρωτικής δίκης προβλέπεται επίσης, με την παράγραφο 2 του αυτού άρθρου, και σε κάθε άλλη περίπτωση κατά την οποία έπαυσε να ισχύει, μέχρι του χρόνου εκδικάσεως, για οποιονδήποτε λόγο, η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη. Εισάγεται έτσι ο κανόνας ότι δεν επιτρέπεται, κατ’ αρχήν, η ακύρωση πράξεως η οποία δεν ισχύει κατά τον χρόνο εκδικάσεως της αιτήσεως ακυρώσεως. Κατ’ εξαίρεση, συγχωρείται, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 32 του πδ 18/1989, η συνέχιση της δίκης όταν ο αιτών επικαλείται ιδιαίτερο προς τούτο έννομο συμφέρον, προς αποτροπή δυσμενών για το μέλλον συνεπειών που απορρέουν από την προσβληθείσα διοικητική πράξη ή παράλειψη, οι οποίες δεν μπορούν να αρθούν πάρα μόνο δια της εκδόσεως ακυρωτικής αποφάσεως. (ΣτΕ 2772/2017, 345/2017, 699/2016, 3161/2015, 2341/2014). […]
9. Επειδή, με τα παραπάνω δεδομένα, και ειδικότερα, ενόψει του ότι σε χρονικό σημείο μετά την άσκηση της κρινόμενης αίτησης (17.7.2017) και πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, αφενός μεν όπως προκύπτει από το από 19-12-2017 έγγραφο του Ελληνικού Τμήματος Μονάδας Ασύλου της Υπηρεσίας Ασύλου του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής προς τη Μονάδα Δουβλίνου Νορβηγίας, ο τέταρτος από τους αιτούντες ανήλικος έχει μεταβεί στη Νορβηγία, όπου έχει αιτηθεί την παροχή ασύλου, καθώς και ότι η από 25-4-2017 αίτηση ασύλου των λοιπών τριών μελών της οικογένειάς του, έχει μετατραπεί σε αίτηση οικογενειακής επανένωσης με αυτόν και μεταφέρθηκε στο Τμήμα της Εθνικής Μονάδας Δουβλίνου, αφετέρου δε, οι εν λόγω τρεις αιτούντες βρίσκονται πλέον στη Νορβηγία όπου έχουν λάβει άδειες διαμονής μέχρι το έτος 2021, η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία εκδόθηκε επί της αρχικής αιτήσεως παροχής διεθνούς προστασίας των αιτούντων στην Ελλάδα και η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ενόψει του ότι η Τουρκία αποτελεί «ασφαλή τρίτη χώρα» για αυτούς, έχει αποβάλει την ισχύ της. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην πέμπτη σκέψη της παρούσας, εξέλιπε το αντικείμενο της παρούσας δίκης, η οποία και πρέπει, ως εκ τούτου, να καταργηθεί κατά το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ/τος 18/1989, δοθέντος ότι οι αιτούντες δεν επικαλέσθηκαν ιδιαίτερο έννομο συμφέρον προς συνέχιση αυτής.