5. Επειδή, όπως έχει κριθεί, ο αλλοδαπός ο οποίος επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς του πρόσφυγα, οφείλει να εκθέσει στη Διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικώς δικαιολογημένο, φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων. Στην περίπτωση, δε, που δεν έχουν υποβληθεί από τον ενδιαφερόμενο, κατά τη διαδικασία ενώπιον της Διοίκησης, ουσιώδεις υπό την ανωτέρω έννοια ισχυρισμοί, αλλά γενικοί, αόριστοι ή προδήλως αβάσιμοι ισχυρισμοί, ή έχει γίνει μεν επίκληση συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, τα οποία, όμως, δε στοιχειοθετούν λόγους υπαγωγής στο προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης της Γενεύης, δεν απαιτείται ειδικότερη αιτιολογία για την απόρριψη του αιτήματος παροχής ασύλου (ΣτΕ 633/2013, 4750, 288/2012, 1093, 1653, 2192, 3533, 4034/2008 κ.ά.).[…]
7. […] κατά την καταγραφή της αιτήσεως και κατά τη συνέντευξή της ενώπιον του Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου Αττικής η αιτούσα ενημερώθηκε προσηκόντως για την υποχρέωσή της να εκθέσει πλήρως και με ειλικρίνεια τα πραγματικά περιστατικά που την αφορούν και για την τήρηση της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που δίδει, ενώ από το περιεχόμενο των ερωτήσεων που της υποβλήθηκαν προκύπτει ότι κατά τη συνέντευξη καταβλήθηκε από τη χειρίστρια η κατάλληλη προσπάθεια να διερευνηθούν τα γεγονότα που συνέβησαν στην αιτούσα και οι αιτίες που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, με την υποβολή διευκρινιστικών ερωτήσεων, προκειμένου να αρθούν οι διαπιστωθείσες ασάφειες και αντιφάσεις, αλλά και παραινέσεων να ολοκληρώσει πλήρως και ειλικρινώς την αφήγησή της. Εξάλλου, η από την από 4-1-2017 ενδικοφανής προσφυγή της υπογράφεται από το δικηγόρο … από το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, επομένως κατά την εξέταση του αιτήματος σε δεύτερο βαθμό η αιτούσα έτυχε της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του ν.4375/2016 δωρεάν νομικής συνδρομής, έχοντας την κατάλληλη πληροφόρηση σχετικά με τον τρόπο έκθεσης των ισχυρισμών της. Ενόψει αυτών, δε γεννώνται αμφιβολίες για την πληρότητα της συνέντευξης της αιτούσας και είναι απορριπτέος ο λόγος ακυρώσεως ότι δεν ενθαρρύνθηκε να συγκεκριμενοποιήσει τα γεγονότα που της συνέβησαν, ούτε ένοιωσε ασφαλής να εκθέσει πλήρως τους ισχυρισμούς της, αλλά έπρεπε να της δοθεί άλλη μία δυνατότητα, ώστε με ερωτήσεις να αρθούν οι διαπιστωθείσες ασάφειες, αοριστίες και αντιφάσεις και συνεπώς η παράλειψη να κλητευθεί σε αυτοπρόσωπη παράσταση ενώπιον της Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών παραβιάζει το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης και ουσιώδη τύπο της διαδικασίας ενώπιον των Επιτροπών Προσφυγών, σύμφωνα με το άρθρο 62 του ν.4375/2016. Τούτο, ανεξαρτήτως του ότι ο ίδιος λόγος ακυρώσεως βασίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, δεδομένου ότι από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος δεν απορρέει υποχρέωση κλήσης του ενδιαφερόμενου να παραστεί ενώπιον της Αρχής, η οποία αποφαίνεται επί της ενδικοφανούς προσφυγής του (ΣτΕ 2347/2017 Ολομ., 299/2017, 2933/2012, 3920/2006 κ.α.), ενώ κατά το άρθρο 62 του ν.4375/2016, η κλήση του ενδιαφερόμενου ενώπιον της Επιτροπής Προσφυγώνεπιβάλλεται, εφόσον συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις, στις οποίες δεν περιλαμβάνεται η διαπίστωση ασάφειας, αοριστίας ή αντιφάσεων στους ισχυρισμούς του αιτούντος διεθνή προστασία.