Με την απόφασή του στην υπόθεση El Hassani που δημοσιεύτηκε στις 13-12-2017, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι σε περίπτωση απόρριψης αίτησης έκδοσης θεωρήσεως, στα πλαίσια του κανονισμού (ΕΚ) 810/2009 για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (ή αλλιώς κώδικας θεωρήσεων), τα κράτη μέλη υποχρεούνται να προβλέπουν διαδικασία προσφυγής κατά των αποφάσεων με τις οποίες απορρίπτεται η αίτηση περί εκδόσεως θεωρήσεως.
Ειδικότερα, το ΔΕΕ επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη, δυνάμει της αρχής της δικονομικής αυτονομίας, έχουν την αρμοδιότητα να αποφασίσουν σχετικά με τη φύση και τις επιμέρους λεπτομέρειες των μέσων ένδικης προστασίας που έχουν στη διάθεσή τους οι αιτούμενοι την έκδοση θεωρήσεως, υπό τον όρο, όμως, ότι τηρούν τις απαιτήσεις της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας.
Ωστόσο, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι, σε περίπτωση που η αρμόδια εθνική αρχή απορρίψει αίτημα έκδοσης θεωρήσεως Σένγκεν τυγχάνει εφαρμογής ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικότερα το άρθρο 47 του Χάρτη, ως διάταξη που κατοχυρώνει το δικαίωμα της αποτελεσματικής προσφυγής, ο σεβασμός του οποίου αναμφίβολα εναπόκειται στα κράτη μέλη. Έτσι, κατά το Δικαστήριο, το εν λόγω άρθρο του Χάρτη επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να διασφαλίζουν, σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας, τη δυνατότητα να αχθεί ενώπιον δικαστηρίου υπόθεση που αφορά οριστική απόφαση με την οποία απορρίπτεται αίτηση περί εκδόσεως θεωρήσεως.
Διαβάστε το πλήρες κείμενο της απόφασης