τελευταια νεα
Category

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

Category


7. Επειδή, από τις παρατεθείσες στη σκέψη 4 διατάξεις του άρθρου 20 παρ. Β υποπαρ. 2 δεύτερο εδάφιο του ν. 4251/2014, ως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, ερμηνευομένων υπό το φως της αιτιολογικής έκθεσης της σχετικής τροπολογίας αλλά και των διαχρονικών τροποποιήσεων της κρίσιμης ρύθμισης, συνάγεται ότι ο νομοθέτης προέβη σε τροποποίηση της προϊσχύσασας αντίστοιχης διάταξης του εν λόγω νόμου, η οποία επέτρεπε την καταβολή του τιμήματος για την απόκτηση ακινήτου, ως προϋπόθεσης για τη χορήγηση άδειας διαμονής επενδυτή, «…με δίγραμμη επιταγή ή με άλλη τραπεζική συναλλαγή…», με γνώμονα τη διασφάλιση πλήρους ελέγχου των σχετικών οικονομικών συναλλαγών, ώστε να αποκλείονται εικονικές συναλλαγές ή νομιμοποίηση εσόδων από μη ελεγχόμενες πηγές. Προς επίτευξη του διττού αυτού σκοπού, περιόρισε τις επιτρεπτές τραπεζικές συναλλαγές βάσει των οποίων καταβάλλεται το τίμημα απόκτησης του ακινήτου, εισάγοντας, εναλλακτικώς ως προς τη δίγραμμη τραπεζική επιταγή, ως μοναδικό άλλο τρόπο καταβολής, την κατάθεση τραπεζικού εμβάσματος στον λογαριασμό του δικαιούχου που τηρείται σε τραπεζικό ίδρυμα της Ελλάδας ή σε πιστωτικό ίδρυμα που τελεί υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο τρόπος αυτός καταβολής, ρητώς και σαφώς καθοριζόμενος και  λεπτομερώς περιγραφόμενος στην κρίσιμη διάταξη, απαιτεί η πίστωση στον λογαριασμό του δικαιούχου να γίνεται αποκλειστικά και μόνον μέσω τραπεζικού εμβάσματος. Τούτων έπεται ότι, κατά την έννοια του εφαρμοστέου εν προκειμένω άρθρου 20 παρ. Β υποπαρ. 2 δεύτερο εδάφιο  του ν. 4251/2014, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 του ν. 4332/2015, προς απόδειξη  πλήρωσης της νόμιμης προϋπόθεσης της κατοχής ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα, τιμήματος τουλάχιστον 250.000 ευρώ, το τίμημα πρέπει να έχει καταβληθεί είτε με δίγραμμη τραπεζική επιταγή ή/και με κατάθεση τραπεζικού εμβάσματος σε λογαριασμό του δικαιούχου που τηρείται σε τραπεζικό ή πιστωτικό ίδρυμα που τελεί υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος, αποκλειομένου οποιουδήποτε άλλου τρόπου καταβολής, όπως μέσω τραπεζικών καρτών (χρεωστικών, πιστωτικών κ.λπ.), ακόμη κι αν η χρήση των μέσων αυτών πληρωμής έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά πίστωσης από λογαριασμό του πωλητή σε λογαριασμό του δικαιούχου, αμφότερων τηρούμενων σε εποπτευόμενα τραπεζικά ή πιστωτικά ιδρύματα. Τούτο διότι, κατά τη ρητή και εκπεφρασμένη βούληση του νομοθέτη, η καταβολή πρέπει να γίνεται μέσω τραπεζικού εμβάσματος που να πληροί τις πρόσθετες προϋποθέσεις που ρητώς ορίζονται στη διάταξη (τήρηση λογαριασμού εκ μέρους του δικαιούχου) και όχι με άλλα μέσα πληρωμής. Εξάλλου, το γεγονός ότι μεταγενεστέρως, βάσει νεότερης και χωρίς αναδρομική ισχύ τροποποίησης της κρίσιμης διάταξης με το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 4587/2018 (Α΄ 218), ο νομοθέτης μετέβαλε εκ νέου αντίληψη ως προς τους επιτρεπόμενους τρόπους καταβολής του τιμήματος, εισάγοντας ως εναλλακτικό, σε σχέση με τη δίγραμμη τραπεζική επιταγή, τρόπο πληρωμής τη μεταφορά πίστωσης κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 24 του ν. 4537/2018, ώστε «… να ενισχυθεί περαιτέρω ο έλεγχος της προέλευσης των χρηματικών ποσών…» προς διασφάλιση της «πρόληψη[ς] και καταστολή[ς] του ‘ξεπλύματος βρώμικου χρήματος’», σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νεότερου αυτού νομοθετήματος, δεν μπορεί να δικαιολογήσει, όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι αιτούντες, τη διασταλτική/διορθωτική ερμηνεία της εφαρμοστέας εν προκειμένω διάταξης, ως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ώστε να καταλαμβάνει ως αποδεκτό τρόπο καταβολής του τιμήματος και την πληρωμή μέσω τραπεζικής κάρτας – η οποία, κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων, συνιστά ‘μεταφορά πίστωσης’ κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 24 του ν. 4537/2018. Τούτο διότι, κατά τα προεκτεθέντα, η εφαρμοστέα εν προκειμένω ρύθμιση περιγράφει ρητώς, σαφώς και αποκλειστικώς τους επιτρεπόμενους τρόπους καταβολής του τιμήματος, οι οποίοι και μόνον, σύμφωνα με την ουσιαστική κρίση του νομοθέτη κατά τον χρόνο εισαγωγής της ρύθμισης,  διασφαλίζουν τους επιδιωκόμενους σκοπούς, κατά τρόπον ώστε προσθήκη – μέσω διασταλτικής  ερμηνείας- και νέου τρόπου καταβολής, πέραν των ρητώς προβλεπομένων, θα αντέκειτο τόσο στη  γραμματική όσο και στην τελολογική ερμηνεία της διάταξης. Κατόπιν τούτων, η προσβαλλόμενη  εγκύκλιος, καθ’ ο μέρος διευκρίνισε ότι στους προβλεπόμενους, κατά την προμνημονευθείσα  διάταξη του άρθρου 20 παρ. Β υποπαρ. 2 δεύτερο εδάφιο του ν. 4251/2014, ως ίσχυε κατά τον  κρίσιμο χρόνο, τρόπους καταβολής του τιμήματος απόκτησης ακινήτου, ως προϋπόθεσης για τη  χορήγηση άδειας διαμονής επενδυτή, δεν περιλαμβάνεται η πληρωμή του τιμήματος μέσω  τραπεζικών καρτών (χρεωστικών, πιστωτικών κ.λπ.), δεν εισήγαγε νέο κανόνα δικαίου, αντίθετο  με αυτόν που θεσπίζει η εν λόγω διάταξη, όπως αβασίμως προβάλλουν οι αιτούντες, αλλά προέβη σε ορθή ερμηνεία της διατάξεως αυτής σύμφωνα με το νόημά της. Ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη εγκύκλιος, ως γνησίως ερμηνευτική, δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα και απαραδέκτως προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

8. Επειδή, περαιτέρω, από τις αυτές ως άνω διατάξεις του άρθρου 20 παρ. Β υποπαρ. 2 δεύτερο εδάφιο του ν. 4251/2016, ως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο και ερμηνεύθηκαν με την πρώτη προσβαλλόμενη εγκύκλιο, συνάγεται ότι πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος έχει υποβάλει αίτημα χορήγησης άδειας διαμονής επενδυτή προσκομίζοντας συμβόλαιο αγοραπωλησίας ακινήτου, η καταβολή του τιμήματος του οποίου, κατά τα προκύπτοντα από το συμβόλαιο αυτό, δεν έγινε σύμφωνα με έναν από τους τρόπους που αποκλειστικά προβλέπονται στις ως άνω διατάξεις, μπορεί  οποτεδήποτε να μεταβάλλει τον τρόπο καταβολής του τιμήματος, προβαίνοντας σε αντίστοιχη  διόρθωση του αρχικού συμβολαίου, κατά τρόπον ώστε να συμμορφώνεται με τα οριζόμενα στις  διατάξεις αυτές και να ζητεί από τη Διοίκηση τη χορήγηση της αδείας διαμονής επί τη βάσει του  διορθωμένου, κατά τα ανωτέρω, συμβολαίου. […]

9. […] εφ’ όσον οι  προαναφερθείσες διατάξεις επιτρέπουν μεταγενέστερη μεταβολή των τρόπων καταβολής του τιμήματος με αντίστοιχη διόρθωση του αρχικού συμβολαίου, η Διοίκηση όφειλε να εξετάσει τη διόρθωση αυτή και τα αποδεικτικά των νέων τραπεζικών συναλλαγών που υπεβλήθησαν και να ικανοποιήσει τα ένδικα αιτήματα, εφ’ όσον ήθελε κρίνει ότι βάσει των νέων αυτών στοιχείων  αποδεικνύεται ότι το τίμημα κατεβλήθη με τους τρόπους που προβλέπει ο νόμος και ότι  πληρούνται και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις. Συνεπώς, μη νομίμως απερρίφθησαν τα αιτήματα των αιτούντων για τη χορήγηση άδειας διαμονής, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση.

Με τις από 28 Μαϊου 2020 προτάσεις της η Γενική Εισαγγελέας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Eleanor Sharpston εστιάζει…

15. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η άρνηση της διοίκησης να χορηγήσει στον αιτούντα άδεια διαμονής για εξαιρετικούς λόγους ερείδεται…

Με την υπ’ αριθμόν 1638/2019 απόφασή του ο Άρειος Πάγος (Τμήμα Ζ Ποινικό) αναίρεσε απόφαση Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων σε…