τελευταια νεα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

Απόφ. 19066/2018 της 7ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών: Χορήγηση επικουρικής προστασίας σε πολίτες Βενεζουέλας

Pinterest LinkedIn Tumblr

[…] V. Νομική βάση για υπαγωγή στην Επικουρική προστασία

1. Σύμφωνα με το άρ.39 παρ.2 του ν. 4375/2016, όλες οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται στο έδαφος της ελληνικής επικράτειας, περιλαμβανομένων των συνόρων ή στις ζώνες διέλευσης της χώρας, εξετάζονται αρχικά ως προς την υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα και, εφόσον δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις, εξετάζονται ως προς την υπαγωγή σε καθεστώς επικουρικής προστασίας, την οποία δικαιούνται τα πρόσωπα τα οποία έχουν υποστεί ή κινδυνεύουν να υποστούν σοβαρή βλάβη, η οποία σύμφωνα με το άρθρο 15 του Π.Δ. 141/2013 συνίσταται σε: «α) θανατική ποινή ή εκτέλεση ή β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος στη χώρα καταγωγής του, ή γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Προκειμένου δε να απονεμηθεί το καθεστώς επικουρικής προστασίας εξετάζεται προηγουμένως η δυνατότητα ασφαλούς μετεγκατάστασης σε διαφορετικό σημείο της χώρας καταγωγής, καθώς επίσης, το ενδεχόμενο συνδρομής των προβλεπόμενων στο άρθρο 17 του Π.Δ. 141/2013 ρητρών αποκλεισμού.

2.Ειδικά στο σημείο αυτό για τον κίνδυνο απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης της περίπτωσης β’, η Επιτροπή έλαβε υπ’όψιν της το ερμηνευτικό πλαίσιο, όπως αυτό προκύπτει από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Έτσι, όπως έχει σημειώσει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η, συνιστάμενη σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, σοβαρή βλάβη υπό την έννοια της παραπάνω διάταξης αντιστοιχεί ως προς τη σοβαρότητά της σε παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ (απόφαση ΕUCJ Μ. and NElgafagi v. Staatssecretaris von Justitie, Case C-465/07). Μάλιστα, σημειωτέον πως σύμφωνα με τη σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ενώ η ΕΣΔΑ δεν εγγυάται κοινωνικό-οικονομικά δικαιώματα (όπως, δηλαδή, το δικαίωμα εργασίας, δωρεάν ιατρικής περίθαλψης ή το δικαίωμα αξίωσης οικονομικής βοήθειας από το κράτος για τη διατήρηση ενός επιπέδου διαβίωσης), δεν αποκλείεται οι ίδιες οι συνθήκες διαβίωσης κάποιου να θέσουν ζήτημα παραβίασης υπό το πρίσμα του άρ.3 της ΕΣΔΑ, αν ανέρχονταν σε κάποιο τουλάχιστον επίπεδο σκληρότητας (π.χ έλλειψη πρόσβασης σε νερό, ρεύμα, εγκαταστάσεις υγιεινής, ανεπαρκούς ή ακατάλληλης διατροφής, σοβαρά ζητήματα υγείας).[1] Επίσης, η εν λόγω μεταχείριση θα πρέπει να ερμηνεύεται ως «μεταχείριση που εξευτελίζει κατάφωρα το άτομο και το ωθεί να ενεργήσει ενάντια στη θέληση και τη συνείδησή του».[2] Το δε ζήτημα της εξευτελιστικής μεταχείρισης θα μπορούσε να τεθεί σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, ενώ το άτομο βρίσκεται αντιμέτωπο με μια κατάσταση μη συμβατή με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, αντιμετωπίζει παράλληλα την πλήρη κρατική αδιαφορία,[3] ενώ η απάνθρωπη μεταχείριση είναι εκείνη που χαρακτηρίζεται από ένα ελάχιστο επίπεδο δριμύτητας και περιλαμβάνει αδικαιολόγητη σωματική βλάβη ή έντονο σωματικό ή ψυχικό πόνο, ενώ αρνείται τις πιο βασικές ανθρώπινες ανάγκες με πολύ σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις.

3. Παράλληλα, ως εξευτελιστική μεταχείριση νοείται αυτή που προκαλεί στο θύμα συναισθήματα φόβου, άγχους και κατωτερότητας ικανά να τον ταπεινώσουν και πιθανόν να κάμψουν την ηθική και σωματική αντίσταση του, ενώ ως βασανιστήριο ορίζεται η μεταχείριση που επιδιώκει να προκαλέσει πολύ σοβαρό και άγριο πόνο (οδύνη) και που έχει κάποιο σκοπό, όπως για παράδειγμα, την απόκτηση πληροφοριών ή ομολογίας ή την επιβολή τιμωρίας, συνιστά δε γενικά μια σοβαρή μορφή απάνθρωπης μεταχείρισης. Παρόλο που δεν υπάρχει μόνο ένα standard για το ελάχιστο επίπεδο δριμύτητας (severity), αυτό στοιχειοθετείται, όταν συντρέχει ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω στοιχεία: α) παράνομη βία, που είναι ιδιαίτερα ταπεινωτική, β) έντονος σωματικός ή ψυχικός πόνος,  γ) ταπείνωση σε βαθμό αρκετό για να «κάμψει την ηθική ή σωματική αντίσταση» και δ) μεταχείριση που οδηγεί το θύμα να δρα εναντίον της βούλησής του ή της συνείδησής του.[4] Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το «κατώφλι» υπαγωγής στο άρθρο 3 της Ε.Σ.Δ.Α., αν και υπό διαμόρφωση μέσα από τις αποφάσεις του Ε.Δ.Δ.Α., είναι σχετικά υψηλό, απαιτώντας ένα ελάχιστο βαθμό βαρύτητας και αυστηρότητας της υπό κρίση συμπεριφοράς (πρβλ, πάντως, και ΕΔΔΑ, Kalashnikov vRussia, 47095/99, 15-02-2002, σκ.95, όπου επεξηγείται ότι η εκτίμηση του επιπέδου δριμύτητας συναρτάται με τις περιστάσεις εκάστοτε υπόθεσης, όπως, επί παραδείγματι, τη διάρκεια της μεταχείρισης, τις σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις, σε κάποιες περιπτώσεις δε, το φύλο, την ηλικία και την κατάσταση της υγείας του θύματος, όπως και ECtHR, M.S.S. v. Belgium and Greece, Application No 30696/09, judgment of 21 January 2011, Grand Chamber, para. 220 για τον ορισμό του  ‘inhuman’ και ‘degrading’).  Εξάλλου, σχετική είναι και η υπόθεση Saadi κατά Ιταλίας, επι τη βάσει της οποίας το ΕΔΔΑ, εξήγησε ότι τα κράτη μέλη, έχουν μεν το δικαίωμα να ελέγχουν την είσοδο, τη διαμονή και την απομάκρυνση των αλλοδαπών από την επικράτεια τους, αλλά, η απέλαση ενός αλλοδαπού μπορει να καταστήσει διεθνώς υπεύθυνο ένα κράτος μέλος, όταν θεωρείται εύλογα ότι το άτομο, με την απέλαση του, διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να υποστεί μεταχείριση αντίθετη στο αρ.3 της ΕΣΔΑ. Μάλιστα, σε τέτοια περίπτωση, το κράτος, υποχρεούται να μην απελάσει το εν λόγω άτομο, σύμφωνα με το ως άνω αναφερόμενο άρθρο.

[…] 8. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψιν α) το σύνολο των ισχυρισμών των προσφευγόντων και τα εξατομικευμένα χαρακτηριστικά αυτών,  β) την ως άνω, ενδεικτικά αναφερόμενη νομολογία και γ) τις διεθνείς αναφορές για τη χώρα καταγωγής ως προς το όλως αποδυναμωμένο -από προσωπικό και φαρμακευτικές προμήθειες- σύστημα υγείαςτην ανυπαρξία ή/και υποστελέχωση βασικών υπηρεσιών και ιδίως, την έντονη ανθρωπιστική κρίση (ήτοι, τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης) που οι πολίτες της Βενεζουέλας (περιλαμβανομένων των συγγενών των προσφευγόντων που βρίσκονται εκεί και επιβεβαίωνουν το γεγονός ότι ζουν στα όρια της φτώχειας και του υποσιτισμού) βιώνουν, αλλά και τη συστηματική αδυναμία/απροθυμία του εν λόγω κράτους να «απελευθερώσει» τους πολίτες αυτού, από την εν λόγω κατάσταση,  καθώς επίσηςτα προσωπικά χαρακτηριστικά της υπό κρίση υποθέσεως και ειδικότερα, τη δυσμενή επιρροή που ευλόγως πιθανολογείται ότι ενδεχόμενη επιστροφή της εν λόγω πολυμελούς οικογένειας στη Βενεζουέλα, θα έχει στην ψυχοπαθολογία των μελών αυτής (που σημειωτέον, εχουν, ήδη, επι επταετίας, ενταχθεί ποικιλοτρόπως στην ελληνικη κοινωνία), ομόφωνα κρίνει ότι οι ανωτέρω, σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής, κινδυνεύουν να υποστούν, κάποια από τις περιγραφόμενες υπό το στοιχείο β’ του άρθρου 15  του π.δ 141/2013 σοβαρές βλάβες που χαρακτηρίζονται από το επίπεδο σοβαρότητας που απαιτείται ώστε να θεωρηθούν ως απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, όπως η εν λόγω έννοια αναλύθηκε ανωτέρω.

9. Ως εκ τούτου, τυχόν επαναπροώθηση τους θα έθετε σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα και την ψυχική τους υγεία και θα συνιστούσε παραβίαση από πλευράς της χώρας υποδοχής, των διεθνών υποχρεώσεων αυτής, όπως αυτές απορρέουν από το αρ.3 της ΕΣΔΑ και το αρ.3 της Σύμβασης της Ν.Υόρκης κατά των βασανιστηριών και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (ρήτρα μη επαναπροώθησης), καθώς επίσης, από τα άρ.6 και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, που έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα και απολαύουν υπερνομοθετικής ισχύος.

10. Κατ’ ακολουθίαν, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψιν ότι στην εξεταζόμενη περίπτωση, δεν προκύπτει ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής ρήτρας αποκλεισμού των προσφευγόντων από την επικουρική προστασία, δυνάμει του άρθρου 17 του π.δ. 141/2013, αποφασίζει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 15 του π.δ. 141/2013 για την υπαγωγή αυτών στο καθεστώς επικουρικής προστασίας (άρθρο 15 του Π.Δ. 141/2013, στ. β’).

[…]

Ακυρώνει την υπ’αριθ.πρωτ.49271/31-07-2018 απόφαση του Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου (Π.Γ.Α.) Αττικής, καθ’ ό μέρος αφορά στη χορήγηση καθεστώτος επικουρικής προστασίας. Και
Αναγνωρίζει τους, […],  ως δικαιούχους επικουρικής προστασίας.


[1] Βλ. ενδεικτικά, Συμβούλιο της Ευρώπης: Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Pancenko vLatvia ( αρ. προσφυγής 40772/98, απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 1999). Επίσης, Συμβούλιο της Ευρώπης: Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,  Fadele Emanuel, Fadele Kehinde, Fadele Taiwo, Fadele Victor v. United Kingdom (αρ. προσφυγής 13078/87, απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 1990) διαθέσιμο στο: http://www.unhcr.org/refworld/docid/3ae6b678c.html
[2] Βλ. F. Sudre, Droit européen et international des droits de l’homme, PUF, 2005, σελ. 287.
[3] Βλ.Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), Budina κατά Ρωσίας, 18 Ιουνίου 2009.
[4] Βλκαι A v United Kingdom(1998) παρ.20, καθώς και  V v. United Kingdom (1999) παράγραφος 71.

Write A Comment